Γράφει ο Αρχ. Σ. Γκουτζίνης
Καθώς διανύουμετην πρώτη εβδομάδα των νηστειών είναι σκόπιμο να επισημάνουμε τα γνωρίσματα της ορθοδόξου ασκήσεως, προκειμένου να διακρίνουμε την αυθεντική ασκητική ζωή της Εκκλησίας μαςαπό τις παραφθορές της, που είχαν ήδη εμφανισθεί από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια. Η Εκκλησία μάλιστα, δεν δίστασε να καταδικάσει συνοδικά ως αιρετικές ποικίλες τάσεις και ομάδες, παρότι πρέσβευαν έναν ιδιαίτερα αυστηρό ασκητικό τρόπο ζωής. Καλό είναι ακόμη να έχουμε κατά νου μας ότι σύμφωνα με το Γεροντικό, ο Διάβολος είναι ο μεγαλύτερος όλων των ασκητών και πως ο ασκητισμός απαντάται και σε ξένες θρησκευτικές παραδόσεις όπως στο βουδισμό, στον ινδουισμό, στο ισλάμ αλλά και στο newage.
Ποια είναι όμως τα γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν την άσκηση της Εκκλησίας και τη διαφοροποιούν από τον ασκητισμό άλλων θρησκειών; Ως πρώτο γνώρισμα της ορθοδόξου ασκήσεως αναδεικνύεται ηπρος τον Θεόν αγάπη. Ηεγκράτεια,η νηστεία, δεν είναι αυτόνομα αγαθάπου καλούμαστε να κατακτήσουμε, αλλά εντολές του Θεού. Δεν αποτελούν αυτοσκοπό,αλλά  μέσα για την επίτευξη του σκοπού της ζωής μας, που είναι η Χριστοποίησή μας. Νηστεύουμε όχι επειδή πρέπει, αλλά επειδή ο Κύριος έδωσε έμπρακτο το παράδειγμα και την εντολή της νηστείας και της εγκράτειας. Η αγάπη μας προς το πρόσωπό Του είναι που μας ωθεί στο να τηρούμε θείες εντολές.
Αλλο γνώρισμα της ορθοδόξου ασκήσεως είναι ο θετικός της χαρακτήρας. Η  νηστεία, η αποχή από έξεις και επιθυμίες, δεν βιώνονται ως στέρηση, αφού δεν αρνούμαστε ούτε μισούμε την ύλη. Μέσα στην εκκλησία δεν υπάρχει η αντίθεση μεταξύ ύλης και πνεύματος, διότι και τα σωματικά όλα είναι πνευματικά, αφού ενεργούνται διά του Αγίου Πνεύματος. Δεν νηστεύουμε λοιπόν επειδή αρνούμαστε την καλή λίαν δημιουργία του Θεού, αλλά ασκούμαστε στην κατά Θεόν χρήση της ύλης με μέτρο και εγκράτεια.Εξάλλου η ασκητική χρήση της ύλης έχει πλέον δικαιωθεί και από αυτές τις ίδιες τις διαπιστώσεις της ηθικής και της οικολογίας, οι οποίες αποδίδουν την οικολογική καταστροφή που συντελείται στην κτίση, στην παράχρηση και κατάχρηση του υλικού κόσμου.
Επίσης, η ορθόδοξη άσκηση έχει θεραπευτικό χαρακτήρα και για αυτό οφείλει πάντοτε να έχει για τον πιστό κάποιο κόστος. Δεν είναι δηλαδή άσκηση το να περιορίζει κανείς την τροφή, αν είναι εκ φύσεως ολιγαρκής. Ούτε είναι ταπείνωση το να μην θυμώνει κάποιος, αν εκ της φύσεώς του είναι ήρεμος χαρακτήρας. Η άσκηση θα πρέπει να επικεντρώνεται κυρίως στη θεραπεία των παθών στα οποία είμαστε αιχμαλωτισμένοι. Είναι δηλαδή εύκολο στον άνθρωπο που είναι φιλοχρήματος να κάνει νηστεία. Μάλιστα πολλές φορές μπορεί να νηστεύει εξαιτίας της φιλαργυρίας του. Είναι όμως εξαιρετικά δύσκολο σε αυτόν να ασκήσει την ελεημοσύνη και τη φιλανθρωπία. Αντιστοίχως και ο άνθρωπος που είναι έκδοτος στα σαρκικά πάθη του είναι πολύ εύκολο να κάνει φιλανθρωπία, όμως του είναι σχεδόν αδύνατη η νηστεία και η εγκράτεια. Γιατί κάθε πάθος έχει το δικό του αντίδοτο: η φιλαργυρία την ελεημοσύνη, η λαγνεία την εγκράτεια κοκ. Ο καθένας μαςλοιπόν, οφείλει να μετέρχεται εκείνο το είδος της ασκήσεως που είναι κατάλληλο για τη δική του κατάσταση. Οπως χαρακτηριστικά μας προτρέπει ο Αγιος Χρυσόστομος «πολλές οδούς έχει ανοίξει ο Κύριος για τη σωτηρία σου: δεν μπορείς να διαβείς τη μία, τότε προχώρα από την άλλη!!!».
Ενα ακόμη γνώρισμα της ορθοδόξου ασκήσεωςπου συνδέεται ευθέως με την αγάπη προς τον Θεό, είναι η φιλαδελφία. Η ορθόδοξη άσκηση δεν γίνεται εγωκεντρικά, δεν γίνεται σε αναφορά μόνο με τον εαυτό μας, αλλά γίνεται χάριν του αδελφού. Για αυτό το λόγο κάθε ιδιοτροπία, ιδιοτέλεια και αυτοαναφορικότητα καταδικάζεται μέσα στη μοναστική παράδοση ως «ιδιορρυθμία». Δεν υπάρχει ασκητισμός που να δικαιώνει τον ατομισμό. Ασκηση και ατομισμός είναι έννοιες ασυμβίβαστες μεταξύ τους. Σήμερα αυτό είναι ίσως δύσκολο να το αντιληφθούμε, διότι έχουμε υποτάξει την ορθόδοξη ασκητική παράδοση σε μία ωφελιμιστική αντίληψη ατομικής σωτηρίας, που φαίνεται να κυριαρχεί. Στο σημείο αυτό μας βοηθά η λατρευτική μας παράδοση.Ο Κατανυκτικός Εσπερινός της συγχωρήσεως που έλαβε χώρα στους ναούς μας το εσπέρας της περασμένης Κυριακής: η Εκκλησία μας καλεί να προχωρήσουμε στο στάδιο της νηστείας και της εγκράτειας αφού συγχωρήσουμε ο ένας τον άλλον. Η λέξη συγχώρηση προέρχεται από το ρήμα συγχωρώ δηλ. συν-χωρώ και σημαίνει χωρώ μαζί με τον άλλο. Για να μπορώ όμως να χωρώ μαζί με τον άλλο στον ίδιο χώρο, θα πρέπει να έχω νικήσει το υπερτροφικό μου εγώ, το οποίο καταλαμβάνει όλο το είναι μου και σπανίως αποδέχεται τους άλλους μη ωφελιμιστικά. Ετσι η άσκηση, η νηστεία, ο αγώνας για τη μεταμόρφωση των παθών στις αντίστοιχες αρετές, δεν είναι τίποτε άλλοαπό μια «λείανση» και σμίκρυνση του εγωισμού μας για να μπορέσουμε να συγχωρέσουμε τους αδελφούς μας.
Συμπερασματικά, ο ασκητισμός καθίσταται ορθόδοξη άσκηση όταν γίνεται από αγάπη προς τον Θεό, προς θεραπεία των παθών και εξαγιασμό όλης της υλικής κτίσεως και όταν ως ακρώρεια των αρετών έχει την αγάπη προς τονάλλο άνθρωπο και την άρνηση του εγώ «μέχρι και του αυτομίσους» (Γέροντας Σωφρόνιος του Εσσεξ).