Δευτέρα 31 Αυγούστου 2015

2. Γνώσις προσωπική π. Σωφρόνιου

Το μεγάλο ερώτημα σχετικά με την γνωσιολογία του π. Σωφρόνιου είναι το πώς αποκτάται η γνώση και κυρίως η γνώση του Θεού. Ο π. Σωφρόνιος προσφέρει έναν πολύ περιεκτικό ορισμό της γνώσης:
Για μας γνώση είναι πρωτίστως η μετοχή στην ίδια τη ζωή, η προσωπική επαφή, η προσωπική συνομιλία, η κοινωνία στο Είναι, η ταύτιση με αυτόν που θέλουμε να γνωρίσουμε. Η έννοιά μας για τη γνώση περικλείει μέσα της τα στοιχεία εκείνα που δεν βλέπουμε στις άλλες απόψεις για τη γνώση. [19]
Σε αυτό το απόσπασμα παρατηρούμε ότι η γνώση είναι «προσωπική», δηλαδή, αναφέρεται πάντοτε σε μια κοινωνία μεταξύ προσώπων[20]. Η κοινωνία αυτή συνίσταται στη «μετοχή της ίδιας της ζωής» και μάλιστα σε κοινωνία «στο Είναι». [21] Αρχικά θα εξετάσουμε το χαρακτηριστικό γνώρισμα της γνώσης του Θεού ως προσωπικής γνώσης.
Σε αυτή την πτυχή, διακρίνουμε ένα από τα κύρια θέματα που συνέχουν στο σύνολό τους τα γραπτά του π. Σωφρόνιου· η έμφαση στην υπόσταση-πρόσωπο και ιδιαίτερα στο ρόλο που διαδραματίζει στη σχέση Θεού και ανθρώπου[22]. Θα τοποθετηθούμε παραθέτοντας μια εξαιρετική σύνοψη του π. Νικολάου (Σαχάρωφ):
Η έννοια της γνώσης στον γέροντα Σωφρόνιο είναι στενά συνδεδεμένη με την περί προσώπου διδασκαλία του: η αληθής γνώση είναι πάντοτε προσωπική. Ο ίδιος εκκινεί απ' τη διαπίστωση ότι «η οντολογική γνώση είναι αποτέλεσμα υπαρκτικής κοινωνίας, όχι μία διανοητική εικασία». Συνεπώς, ό,τι δεν μπορούμε να κοινωνήσουμε, δεν μπορούμε και να γνωρίσουμε… Έτσι, η θεογνωσία αναφέρεται πάνω απ' όλα στην υποστατική πτυχή της ύπαρξης· ερχόμαστε σε επίγνωση του Θεού στο επίπεδο του προσώπου Του, όχι της ουσίας Του. Μιλώντας για τη γνώση του Θεού, ο γέροντας Σωφρόνιος μετέρχεται προσωπικών και εικονολογικών γλωσσικών μέσων: ο άνθρωπος έρχεται εις γνώσιν του Θεού «πρόσωπον προς Πρόσωπον»23
Το παραπάνω απόσπασμα, άκρως διασαφηστικό, περιγράφει τη γνώση του Θεού ως κάτι προσωπικό, είναι υποστατική. Για τον π. Σωφρόνιο, η γνώση είναι μια συνάντηση «πρόσωπο με πρόσωπο», εμπειρία και ό,τι αυτό συνεπάγεται24. Δεν πρόκειται για τη συλλογή στοιχείων ούτε για διανοητική αξιολόγηση ενός αντικειμένου, που ακολουθείται από τη συστηματική καταγραφή του και αφομοίωση αυτών που έχουμε προσεγγίσει. Πρόκειται για μια συνάντηση που αφορά τον όλο άνθρωπο, το νου, το πνεύμα, την καρδιά, την ψυχή και το σώμα25. Πρόκειται για μια διαδικασία που εδράζεται στη συναίνεση και την ελεύθερη βούληση κάθε υπόστασης-προσώπου: Ο άνθρωπος δεν μπορεί να υποχρεώσει26 τον Θεό σ' αυτή τη συνάντηση. Ο Θεός δεν υποχρεώνει τον άνθρωπο να συμμετάσχει σ' αυτή τη διαδικασία. Αναμένει την ελεύθερη ανταπόκριση του λογικού δημιουργήματος. Ο π. Σωφρόνιος γράφει: «Το άναρχον απόλυτον οο Θεός εφανερώθη εις ημάς ως Υποστατικόν Ον. Η γνώσις του Θεού υφ' ημών των κτιστών υποστάσεων είναι διμερής πράξις: του Παρέχοντος και του αποδεχομένου. Η γνώσις αυτή φέρει πάντοτε προσωπικόν και ουχί αντικειμενικόν χαρακτήρα»27.
Ο π. Σωφρόνιος διευκρινίζει περαιτέρω την αναγκαιότητα αυτής της προσωπικής συνάντησης Θεού και ανθρώπου βασιζόμενος στην υποστατική αρχή του κατ' εικόνα: «Η Υποστατική Αλήθεια γνωρίζεται δια της αυτής υποστατικής αρχής, ήτις κατετέθη εν ημίν εν τη πράξει της κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν Θεού δημιουργίας ημών»[28]. Και αλλού ακόμα πιο ευκρινώς: «Η αιωνία Αλήθεια μεταδίδεται εις την εν ημίν υποστατικήν αρχήν. Και καθώς η υπόστασις γεννάται κατάρχάς εν τω ανθρώπω μόνον δυνάμει, ούτω και το εν ημίν σπέρμα της Αληθείας οφείλει να αναπτυχθή εκ της εν δυνάμει καταστάσεως αυτού»[29]. Το πέρασμα «εκ της εν δυνάμει» καταστάσεως του σπέρματος της Αληθείας στο «να αναπτυχθή», αποτελεί τη δεύτερη πτυχή της προσωπικής γνώσης: την κοινωνία της ζωής και την κοινωνία στο Είναι.
Πριν προχωρήσουμε πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο π. Σωφρόνιος όταν μιλά για την κοινωνία στο Είναι δηλαδή, με τον Θεό δεν εννοεί μετοχή στην ουσία του Θεού. Περιγράφοντας την κοινωνία στο Είναι, ο π. Σωφρόνιος χρησιμοποιεί μια ποικιλία όρων: «στο Είναι»[30], «μεταδίδει… Του Είναι»[31], «εν τω Είναι αυτού»[32], «υπαρκτικής κοινωνίας»[33], «υπαρκτική ενώσει»[34], «μετέχ[ει]… ολόκληρη η ύπαρξη [μας]»[35], κ.λπ. Ωστόσο, ο ίδιος ποτέ δεν χρησιμοποιεί τη λέξη «ουσία» όταν μιλάει για το ζήτημα αυτό. Ο π. Σωφρόνιος δίνει έμφαση στο περιεχόμενο αυτής της ένωσης. Η κοινωνία, που λαμβάνει χώρα, αναφέρεται στην όλη υπόσταση πρόσωπο, σύμφωνα με την οποία γινόμαστε «θείας κοινωνοί φύσεως» (Β Πέτρ. 1, 4) ώστε «ημείς θεοποιηθώμεν»[36]. Απορρίπτεται κατηγορηματικά οποιουδήποτε είδους μίξη με τη θεϊκή και υπερβατική ουσία.
 
3. Γνώσις ως κοινωνία και ένωση
Στη συνέχεια θα παραθέσουμε ορισμένα επεξηγηματικά αποσπάσματα από τον π. Σωφρόνιο σχετικά με την κοινωνία της ζωής και ύπαρξης. Διαβάζουμε: «Η γνώσις του Ζώντος Θεού μεταδίδεται εις ημάς εν τη πράξει της ενώσεως ημών μετ' αυτού εν τω ιδίω αυτού Είναι»[37]. Δεν είναι μόνο η κοινωνία στο Είναι που απαιτείται για την γνώση του Θεού. Ο π. Σωφρόνιος θα φθάσει στο σημείο να επισημάνει ότι η ένωση με τον Θεό μεταδίδει στον άνθρωπο τη θεία μορφή του Είναι: «Η Αλήθεια είναι το όντως Ον, "καθώς (Τούτο) εστιν". Απεκαλύφθη εις ημάς ως το Προσωπικόν Απόλυτον Τριάς Προσώπων εν πλήρει ενότητι και ταυτότητι του Είναι. Η ένωσις μετ' αυτού μεταδίδει και εις ημάς την Θείαν μορφήν του Είναι, αμετάθετον εις τους αιώνας»[38]. Σε άλλο σημείο σημειώνει: «αποκαλύπτει εις ημάς τα μυστήρια, ουχί δι' αφηρημένης φιλοσοφίας, αλλ' υπαρκτικώς, τουτέστι συμπεριλαμβάνων ημάς εν τω Είναι αυτού ούτως, ώστε να γίνηται τούτο ημέτερον. Ούτως ακριβώς ζώμεν την δωρεάν ταύτην»[39]. Αυτό που παρατηρούμε σε αυτά τα δύο αποσπάσματα είναι ότι όχι μόνο έχουμε κοινωνία στο Είναι, αλλά αυτή η κοινωνία αφορά στη γνώση της μετάδοσης της θείας μορφής ως το δώρο της μέθεξης στη ζωή του Θεού[40]· Μέσω αυτής της διαρκούς εμπειρίας ο θεοφόρος άνθρωπος οδηγείται στη γνώση: «την γνώσιν ηννόει ως κοινωνίαν εις το είναι, τουτέστιν ως την πείραν της ζώσης μετοχής εις το Θείον Φως και ουχί ως "γνωστικάς" θεολογικάς επινοήσεις»[41].
 
4. Γνώσις υπαρξιακή
Ποια είναι ωστόσο η τελική πτυχή της απόκτησης της γνώσης για τον π. Σωφρόνιο; Είναι παρόμοια με όσα περιγράψαμε παραπάνω αλλά προσδίδει μια ελαφρώς διαφορετική έμφαση. Δεν είναι μόνο η γνώση που αποκτήθηκε μέσα από μια «προσωπική κοινωνία στο Είναι», αλλά αυτή η κοινωνία είναι «υπαρξιακή», δηλαδή εμπειρική[42]. Θα λέγαμε είναι απλά η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Η γνώση για να έχει τα γνωρίσματα του υποστατικού-προσωπικού και του δυναμικού, θα πρέπει την ίδια στιγμή να είναι εμπειρία που μοιράζεται (ή μετέχεται στην περίπτωση με τον Θεό) ανάμεσα σε δύο ξεχωριστές υποστάσεις-πρόσωπα Με άλλα λόγια, είναι υπαρξιακή. Διαφαίνεται επίσης μια οξύτερη αντίθεση μεταξύ της διανοητικής, θεωρητικής γνώσης και της υπαρξιακής ή βιωματικής.
Θα επανέλθουμε στον π. Νικόλαο (Σαχάρωφ) και ποιο συγκεκριμένα σε μία του τοποθέτηση:
Η βασική αυτή αντίθεση που επισημαίνει ο υπαρξισμός (προσωπική υποκειμενικότητα σε αντιδιαστολή προς την απρόσωπη αντικειμενικότητα) μοιάζει να αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο ο γέροντας Σωφρόνιος έβλεπε τη γνώση. Στο επίπεδο της θεολογίας, ο υπαρξισμός τονίζει την αντίθεση ανάμεσα στα "αντικείμενα" της επιστήμης και της θεολογίας. Η γνωσιολογική αντίθεση επιστήμης και θρησκείας περιγράφεται από τον υπαρξισμό ως η διαφορά ανάμεσα στην υποκειμενική συμμετοχή και την αντικειμενική αποστασιοποίηση η ανάμεσα στη σφαίρα της προσωπικής αυτοσυνειδησίας και τη σφαίρα των απρόσωπων αντικειμένων. 42
Η σύνδεση μεταξύ «προσωπικής κοινωνίας» και του υπαρξιακού ή εμπειρικού χαρακτήρα της είναι προφανής όταν έρχεται σε αντίθεση με τις «αντικειμενικές», «απρόσωπες», και θεωρητικές γνώσεις των επιστημών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν εφαρμόζεται στον Θεό ο οποίος είναι ακατάληπτος. Το πρόβλημα που διαβλέπει ο π. Σωφρόνιος στην προσπάθεια του να γνωσθεί ο Θεός ως «αντικείμενο» σχετίζεται με την απρόσωπη σύλληψη Αυτού. Καταγίνεται με το ζήτημα αυτό σε διάφορα σημεία των γραπτών του43. Ωστόσο ο ίδιος δεν ισχυρίζεται ότι η γνώση των φιλοσόφων και των επιστημόνων είναι ψευδής γνώση, αλλά ότι είναι ελλιπής, αποσπασματική, αφού είναι μονόπλευρη, αποκλειστικά αφορά τα του ανθρώπου44. Τα οποία σοβαρά προβλήματα προκύπτουν είναι αποτέλεσμα αποκλειστικά της θεοποίησης της αποσπασματικής γνώσης που επιδιώκει την υποταγή ή την απόρριψη της υπαρξιακής45. [46]
Η υπαρξιακή γνώση ως βιωματική περιλαμβάνει επίσης και αποσπά ενέργεια από την πλευρά του ανθρώπου. Ο άνθρωπος ενώνεται με τον Θεό οντολογικά[47] και αποκτά γνώση και εμπειρία:
Ούτος ο Θεός, εν τω απ' αιώνος Είναι αυτού, είναι η αναζητουμένη υφ' ημών απόλυτος Αλήθεια. Η γνώσις της Αληθείας ταύτης είναι δυνατή ουχί άλλως, ει μη δια της ελεύσεως εν ημίν της δυνάμεως αυτής, δια της υπαρκτικής ενώσεως μετ' αυτής… Η υπαρκτική γνώσις της Αληθείας δίδεται εις ημάς ως δώρον αγάπης του Δημιουργού προς την λογικήν κτίστιν. [48]
Αυτό το δώρο της αγάπης με τη σειρά του επιτρέπει και ενθαρρύνει τον άνθρωπο να ζήσει τη ζωή του Θεού την κοινωνία στο Είναι. Η οδός «προς την υπαρκτικήν κατανόησιν του Προαιωνίου Όντος» ταυτίζεται με την τήρηση των εντολών του Θεού: «Η διαλεκτική ημών διανόησις δεν συμπίπτει προς τα δεδομένα της Αποκαλύψεως. Και ο Κύριος δεν προσεπάθησε καθ' υπερβολήν να εξηγήση το Μυστήριον τούτο, αλλ' υπέδειξεν εις ημάς την οδόν προς την υπαρκτικήν κατανόησιν του Προαιωνίου Όντος: την οδόν των εντολών»[49].
Είναι σημαντικό πριν στραφούμε στις θέσεις του γέροντα Σωφρονίου περί των φιλοσοφικών και επιστημονικών μεθόδων για την απόκτηση της γνώσης, να κάνουμε μία διευκρινιστική παρέμβαση. Ενώ ο π. Σωφρόνιος ήταν γνώστης του φιλοσοφικού και θεολογικού υπαρξισμού των αρχών του 20ου αιώνα, οι ομοιότητες που έχει με αυτά τα ρεύματα σκέψης είναι μόνο εξωτερικές:
Ωστόσο παρά τα κοινά στοιχεία και τις πιθανές επιρροές σε φιλοσοφικό επίπεδο είναι παρακινδυνευμένο και λάθος να θεωρήσουμε ότι η γνωσιολογία του εν λόγω συγγραφέα πηγάζει από τον υπαρξισμό, ή έστω στηρίζεται σε αυτόν κατά ένα μέρος της. Η γνώση στην οποία στοχεύει ο υπαρξισμός είναι κατεξοχήν υποκειμενική και ανεπιβεβαίωτη. Ο Γέρων Σωφρόνιος όμως, όλη του η θεολογία, εννοούμενη ως αποκρυσταλλωμένη δογματική συνείδηση, εκφράζεται με βεβαιότητα και παρρησία. [50]
Ο π. Σωφρόνιος αντικρίζει την φιλοσοφική κουλτούρα της εποχής του και την χρησιμοποιεί ως μέσο για να εκφράσει με ακρίβεια τη δική του «προσωπική κοινωνία στη ζωή και στο Είναι του Θεού» σε μια κατ' ουσίαν υπαρξιακή, και όχι διανοητική, συνάντηση.
Στην Γνωσιολογία του π. Σωφρόνιου συναντούμε περιγραφές του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι προσπαθούν να αποκτήσουν τη γνώση καθώς και τις διακριτές ομάδες στις οποίες οι άνθρωποι τελικά εντάσσονται. Με βάση την προαναφερθείσα ανάλυση της υποστατικής αρχής για την απόκτηση της γνώσης και ιδιαίτερα της γνώσης του Θεού, ως προσωπικής, ζωντανής και υπαρξιακής, θα προσεγγίσουμε τις αντιλήψεις του π. Σωφρονίου περί της φιλοσοφικής και επιστημονικής γνώσης. [51]
 
Σημειώσεις:

10.  Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 19(13).
11.  Μητρ. Ιεροθέου (Βλάχου), σελ. 34-35: «η ορολογία της θεολογίας του [π. Σωφρονίου] επηρεάσθηκε εξωτερικά από τα φιλοσοφικά ρεύματα που συνάντησε στην εποχή του, στους τόπους όπου έζησε. »
12. βλέπε Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ ), I Love Therefore I Am, σελ. 11: "Fr. Sophrony enriches his theological language with ideas that go beyond the traditional means of expression of 'classical' theology. He absorbs the riches of world philosophy, literature, poetry, art. Through his own mystical experience he integrates these different layers of thought into one single vasion. This latter makes up what we may call the 'teaching of Archimandrite Sophrony'".
13. Βλέπε Περί προσευχής, σελ. 99(62). Για μια παρόμοια διάκριση, αλλά με βάση τις "εγγενείς" ικανότητες, βλέπε Π. Ιωάννου Ρωμανίδη, "Jesus Christthe Life of the World", ένα άρθρο που παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια Συνεδρίας του ΠΣΕ, στη Δαμασκό, 5-9 Φεβρουαρίου 1982, και δημοσιεύθηκε στα Αγγλικά στο Xenia Oecumenica, τομ. 39, σελ. 232-278, http://www.romanity.org/htm/rom.19.en.jesus-christ-the-life-of-the-world.01.htm. Και βλέπε Μητρ. Ιεροθέου (Βλάχου), σελ. 29-30.
14. Βλέπε Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 326(209).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου