ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΙΟΘΕΣΙΑΝ (Ἀρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ) 4 «Δὲν γνωρίζω τί νὰ εἴπω διὰ τὸν Ἄνθρωπον αὐτὸν ποὺ ἀναβαίνει ἐκεῖ µόνος, διὰ νὰ ἀναλάβη ὅλον τὸ βάρος τῆς κατάρας τῆς γῆς ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τῶν αἰώνων»
Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ)
ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΙΟΘΕΣΙΑΝ
Ἀπὸ τὸ περιοδ. «ΠΡΩΤΑΤΟΝ»,
(ἀρ. τ. 45, Ἰαν.-Φεβρ. 1994)
Στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»
[Δ´]
Ὁ τραγικὸς πόνος τοῦ ἀνθρώπου
. Μᾶς εἶναι πολὺ δύσκολον νὰ
ἐπιλέξωµεν ἕνα ἀφετηριακὸν σηµεῖον, διὰ νὰ ὀµιλήσωµεν περὶ τῆς µεγάλης
τραγωδίας ποὺ µᾶς καταπιέζει ὅλους: διὰ τὸν πόνον δηλαδὴ ὅλου τοῦ κόσµου
ἀπὸ χιλιετίας. Ἀδυνατοῦµεν νὰ κατανοήσωµεν πῶς ὁ Θεὸς ἔκτισε τὸν
κόσµον αὐτόν, ὅπου αἱ θλίψεις φθάνουν εἰς τοιοῦτον παροξυσµόν. Τί
συνέβη; Τί ἔκαµε ὁ Ἀδάµ; Θὰ ἤθελα νὰ ὀµιλήσω περὶ τῆς τεραστίας ἐκείνης
τραγωδίας, ἡ ὁποία µὲ συνέτριψε χιλιάδας φοράς. Πῶς δύναται νὰ ὑποµείνη
κανεὶς παροµοίας θλίψεις κατὰ τὴν διάρκειαν ὅλων αὐτῶν τῶν χιλιετιῶν,
ἀπὸ τότε ποὺ ἠκούσθη τὸ ρῆµα «Γενηθήτω φῶς» (Γεν. α´ 3).
. Εἰς τὴν χριστιανικὴν ἠθικὴν µᾶς προβάλλει ἐντυπωσιακῶς ἡ
εἰκὼν ἑνὸς ἀποµονωµένου ἀνθρώπου, ἑνὸς ἀνθρώπου ἐγκαταλελειµµένου ἀπὸ
ὅλους, ποὺ ἀναβαίνει τὸν Γολγοθά, διὰ νὰ ἀναλάβη εἰς τοὺς ὤµους Του τὸ
βάρος ὅλων τῶν θλίψεων τοῦ κόσµου τούτου. Ἐγώ, ὡς ἄνθρωπος, δὲν γνωρίζω
τί νὰ εἴπω διὰ τὸν Ἄνθρωπον αὐτὸν ποὺ ἀναβαίνει ἐκεῖ µόνος, διὰ νὰ
ἀναλάβη ὅλον τὸ βάρος τῆς κατάρας τῆς γῆς ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τῶν αἰώνων.
. Οὕτω λοιπόν, ἀπὸ ἠθικῆς ἀπόψεως, δὲν βλέποµεν καµµίαν
µεγαλυτέραν ἀποκάλυψιν, τίποτε ὑψηλότερον, τίποτε ἁγιώτερον, ὅσον ὁ
Χριστός. Καὶ ἐπιθυµῶ νὰ σᾶς ὀµιλήσω διὰ τὸ θέµα αὐτό, διότι ἐὰν καὶ ὁ
νοῦς µας ἠµπορῆ νὰ συλλάβη τὴν πραγµατικότητα τοῦ εἶναι τοῦ Θεοῦ, δὲν
ἠµπορεῖ ὅµως ἀκόµη νὰ γνωρίζη τὸν χαρακτηρισµὸν τοῦ µεγάλου αὐτοῦ
Πνεύµατος.
. Κατὰ τὴν νεότητά µου συνέβη νὰ διαβάσω τοὺς ἀκολούθους
στίχους ἑνὸς µεγάλου ποιητοῦ «Τίς ἐκ τοῦ µηδενὸς δι᾽ ἐχθρικῆς ἐξουσίας
ἐκάλεσεν ἐµέ;» (Πούσκιν)
. Διαπιστώνοντας ὅτι ὑποφέροµεν, ὅτι ὁ κόσµος ὅλος ὑποφέρει,
ὁ ποιητὴς διερωτᾶται, ποίου πνεύµατος δύναται νὰ εἶναι ὁ Δηµιουργὸς τοῦ
κόσµου αὐτοῦ; Καὶ ἰδοὺ ἔρχεται ὁ Υἱός Του, διὰ νὰ συνοµιλήση µὲ τὸν
κατ᾽ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὀµοίωσιν τοῦ Θεοῦ πλασθέντα ἄνθρωπον. Ἐν Αὐτῷ
θεωροῦµεν τὴν αἰώνιον σκέψιν τοῦ Κτίστου µας Θεοῦ διὰ τὸν ἄνθρωπον.
Ἐπειδὴ ὁ ἐπιφανεὶς ἐπὶ τῆς γῆς Θεάνθρωπος εἶναι ἀγαθός, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ
Θεός, καὶ ἐφ᾽ ὅσον, βεβαίως, µᾶς τὸ δείχνει καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦµα, δὲν
δυνάµεθα, πλέον, νὰ ἀποσπασθῶµεν ἀπὸ τὴν µεγίστην αὐτὴν πράξιν τοῦ Θείου
Εἶναι. Αὐτὸ σηµαίνει, ὅτι ὑπεύθυνος διὰ τὰς θλίψεις δὲν εἶναι ὁ
Δηµιουργός µας, ἀλλὰ ὁ κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ δηµιουργηθείς, καὶ δυνάµει Θεός,
ἄνθρωπος.
. Καὶ ἰδοὺ ἐπικαλούµεθα τὸ Ὄνοµα Αὐτοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ
Υἱός τοῦ Πατρός, ὁ αἴρων τὴν ἁµαρτίαν τοῦ κόσµου, ἐλέησον ἡµᾶς, ὁ αἴρων
τὰς ἁµαρτίας τοῦ κόσµου. Πρόσδεξαι τὴν δέησιν ἡµῶν, ὁ καθήµενος ἐν
δεξιᾷ τοῦ Πατρὸς καὶ ἐλέησον ἡµᾶς, ὅτι Σὺ ει µόνος Ἅγιος» (Μεγάλη
Δοξολογία). Ὁ θαυµασµός µας ἐνώπιον τοῦ Πρωτοτύπου, κατ᾽ εἰκόνα τοῦ
ὁποίου ἐδηµιουργήθη ὁ ἄνθρωπος, δὲν γνωρίζει ὅρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου