Ο υπερήφανος δεν αναζητεί το θέλημα του Θεού, αλλά προτιμά να κατευθύνει ο ίδιος τη ζωή του. Και δεν καταλαβαίνει πως, χωρίς τον Θεό, δεν επαρκεί το λογικό του ανθρώπου για να τον καθοδηγεί. Κι εγώ, όταν εζούσα στον κόσμο προτού να γνωρίσω τον Κύριο και το Άγιο Πνεύμα, εστηριζόμουν στο λογικό μου. Όταν όμως εγνώρισα με το Άγιο Πνεύμα τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού, τότε παραδόθηκε η ψυχή μου στον Θεό και δέχομαι οτιδήποτε θλιβερό μου συμβεί και λέω: «Ο Κύριος με βλέπει... Τι να φοβηθώ;» Προηγουμένως όμως δεν μπορούσα να ζω κατ' αυτό τον τρόπο.
Για όποιον παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού η ζωή γίνεται πολύ ευκολότερη, γιατί στις αρρώστιες, στη φτώχεια και στο διωγμό σκέφτεται: «Έτσι ευδόκησε ο Θεός και πρέπει να υπομείνω για τις αμαρτίες μου».
Να, εδώ και πολλά χρόνια πάσχω από πονοκέφαλο και δύσκολα τον υποφέρω, αλλά με ωφελεί, γιατί με την ασθένεια ταπεινώνεται η ψυχή. Η ψυχή μου επιθυμεί διακαώς να προσεύχεται και να αγρυπνεί αλλά η ασθένεια με εμποδίζει, διότι το άρρωστο σώμα απαιτεί ανάπαυση. Και παρακάλεσα πολύ τον Κύριο να με θεραπεύσει, αλλά δεν με άκουσε. Κι αυτό σημαίνει πως αυτό δεν θα ήταν προς όφελός μου.
Να όμως και μια άλλη περίπτωση, που ο Κύριος με άκουσε και με έσωσε. Σε μια γιορτή πρόσφεραν στην τράπεζα ψάρι. Ενώ λοιπόν έτρωγα, ένα κόκκαλο μπήκε πολύ βαθιά στο λαιμό μου. Επικαλέστηκα τον Άγιο Παντελεήμονα, παρακαλώντας να με θεραπεύσει, γιατί ο γιατρός του Μοναστηριού δεν θα μπορούσε να μου βγάλει το κόκκαλο από το φάρυγγα. Και μόλις είπα: «γιάτρεψέ με», η ψυχή μου πήρε απάντηση: «Βγες έξω από την τράπεζα, κάνε μια βαθιά εισπνοή και μια απότομη εκπνοή και το κόκκαλο θα βγει με αίμα». Έτσι κι έκαμα και βγήκε ένα μεγάλο κόκκαλο με αίμα. Και κατάλαβα πως, αν ο Κύριος δεν με θεραπεύει από τον κεφαλόπονο, αυτό σημαίνει ότι είναι ωφέλιμο για την ψυχή μου να υποφέρω τον πόνο. [...]
Όταν η χάρη είναι μαζί μας, είμαστε δυνατοί στο πνεύμα. Όταν όμως την χάσομε, βλέπομε την αδυναμία μας, βλέπομε πως χωρίς τον Θεό δεν μπορούμε ούτε να σκεφτούμε το καλό. Πώς μπορείς να ξέρεις αν ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού; Να η ένδειξη: Αν στενοχωριέσαι για κάτι, αυτό σημαίνει πως δεν παραδόθηκες τελείως στο θέλημα του Θεού, έστω κι αν σου φαίνεται πως ζεις σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Όποιος ζει κατά το θέλημα του Θεού, αυτός δεν μεριμνά για τίποτε. Κι αν κάτι του χρειάζεται, παραδίνει τον εαυτό του και την ανάγκη του στον Θεό. Κι αν πάρει ό,τι θέλει, μένει ήρεμος, σαν να το είχε. Ψυχή που παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού δεν φοβάται τίποτε: ούτε θύελλες ούτε ληστές ούτε τίποτα άλλο. Ό,τι κι αν έλθει, λέγει: «Έτσι ευδοκεί ο Θεός», κι έτσι διατηρείται η ειρήνη στην ψυχή και στο σώμα. Το καλύτερο έργο είναι να παραδοθούμε στο θέλημα του Θεού και να βαστάζομε τις θλίψεις με ελπίδα. Ο Κύριος βλέποντας τις θλίψεις μας δεν θα επιτρέψει ποτέ κάτι που να ξεπερνά τις δυνάμεις μας. Αν οι θλίψεις μας φαίνονται υπερβολικές, αυτό σημαίνει πως δεν έχομε παραδοθεί στο θέλημα του Θεού. [...]
Όποιος κάνει το θέλημα του Θεού, είναι ευχαριστημένος με όλα, έστω κι αν είναι φτωχός και ίσως ασθενής και πάσχει, γιατί τον ευφραίνει η χάρη του Θεού. Όποιος όμως δεν είναι ικανοποιημένος με την μοίρα του και γογγύζει για την αρρώστια του ή εναντίον εκείνου που τον προσέβαλε, αυτός να ξέρει πως κατέχεται από υπερήφανο πνεύμα και έχασε την ευγνωμοσύνη για τον Θεό. Αλλ' ακόμα και σε μια τέτοια περίπτωση μη στενοχωριέσαι, αλλά ζήτησε μ' επιμονή από τον Κύριο πνεύμα ταπεινό. Κι όταν έλθει σε σε το ταπεινό Πνεύμα του Θεού που αναζητάς, τότε θα Τον αγαπήσεις και θα έχεις βρει ανάπαυση, παρ' όλες τις θλίψεις σου. Ψυχή που απέκτησε την ταπείνωση θυμάται πάντα τον Θεό και αναλογίζεται: «Ο Θεός με έκτισε, έπαθε για μένα, συγχωρεί τις αμαρτίες μου και με παρηγορεί, με τρέφει και φροντίζει για μένα. Γιατί λοιπόν να μεριμνώ εγώ για τον εαυτό μου ή τι έχω να φοβηθώ, έστω κι αν με απειλεί ο θάνατος;» [...]
Κάθε ψυχή που ταράζεται από οποιαδήποτε αιτία πρέπει να καταφεύγει στον Κύριο και ο Κύριος θα την καθοδηγήσει. Αυτό όμως γίνεται κυρίως σε καιρό συμφοράς και απροσδόκητου συγχύσεως – κανονικά πρέπει να ρωτάμε τον πνευματικό, γιατί αυτό είναι ταπεινότερο. [...]
Και όλα, όλα δίνουν τότε αγάπη στην καρδιά, διότι όλα είναι του Θεού. Ο Κύριος νουθετεί με το έλεος Του τον άνθρωπο, για να δέχεται μ' ευγνωμοσύνη τις θλίψεις. Ποτέ σ' όλη μου τη ζωή, ούτε μια φορά δεν εγόγγυσα για τις θλίψεις, αλλά τα δεχόμουν όλα σαν φάρμακο από τα χέρια του Θεού και πάντα Τον ευχαριστούσα και γι' αυτό ο Κύριος μου έδωσε να υπομένω ελαφρά τον αγαθό ζυγό Του. Όλοι οι κάτοικοι της γης υφίστανται αναπόφευκτα θλίψεις. Και παρόλο που δεν είναι μεγάλες οι θλίψεις που παραχωρεί ο Κύριος, όμως φαίνονται στους ανθρώπους αφόρητες και συντριπτικές. Κι αυτό γίνεται, διότι οι άνθρωποι δεν θέλουν να ταπεινωθούν ενώπιον του Θεού και να παραδοθούν στο θέλημά Του. Όσοι όμως άφησαν τον εαυτό τους στο θέλημα του Θεού , αυτούς τους καθοδηγεί ο Ίδιος ο Κύριος με τη χάρη Του και υπομένουν με ανδρεία τα πάντα για χάρη του Θεού, τον Οποίο αγάπησαν και με τον Οποίο θα δοξάζονται αιώνια. Όταν η Παναγία βρισκόταν κοντά στον Σταυρό, η θλίψη Της ήταν ακατάληπτα μεγάλη, επειδή Αυτή αγαπούσε τον Υιό της περισσότερο απ' ό,τι μπορεί κανείς να φαντασθεί. Κι εμείς ξέρομε πως όσο μεγαλύτερη είναι η αγάπη, τόσο μεγαλύτερη είναι και η λύπη. Κατά την ανθρώπινη φύση η Θεοτόκος δεν θα μπορούσε με κανένα τρόπο να μην υποκύψει στις θλίψεις Της. Παραδόθηκε όμως στο θέλημα του Θεού και το Άγιο Πνεύμα Την ενίσχυσε ν' αντέξει στον πόνο της. Μετά την Ανάληψη του Κυρίου η Παναγία έγινε η μεγάλη παρηγοριά στις θλίψεις για όλο τον λαό του Θεού. Ο Κύριος έδωσε επί γης το Άγιο Πνεύμα και όσοι Το έλαβαν αισθάνονται τον παράδεισο μέσα τους. Ίσως πεις: Γιατί λοιπόν δεν έχω κι εγώ μια τέτοια χάρη; Διότι συ δεν παραδόθηκες στο θέλημα του Θεού, αλλά ζεις κατά δικό σου θέλημα. Παρατηρήστε εκείνον που αγαπά το θέλημά του. Αυτός δεν έχει ποτέ ειρήνη στην ψυχή και δεν ευχαριστιέται με τίποτε. Γι' αυτόν όλα γίνονται όπως δεν έπρεπε. Όποιος όμως δόθηκε ολοκληρωτικά στο θέλημα του Θεού, έχει την καθαρή προσευχή και η ψυχή του αγαπά τον Κύριο.
Έτσι δόθηκε στον Θεό η Υπεραγία Παρθένος: «Ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου». Αν λέμε κι εμείς το ίδιο: «Ιδού ο δούλος Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου», τότε τα Ευαγγελικά λόγια του Κυρίου, που εγράφτηκαν με το Άγιο Πνεύμα, θα ζούσαν μέσα στις ψυχές μας, η αγάπη του Θεού θα βασίλευε σ' όλο τον κόσμο και η ζωή στη γη θα ήταν απερίγραπτα ωραία. Αλλά παρόλο που τα λόγια του Κυρίου ακούγονται τόσους αιώνες σ' όλη την οικουμένη, οι άνθρωποι όμως δεν τα καταλαβαίνουν και δεν θέλουν να τα παραδεχθούν. Όποιος όμως ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, αυτός θα δοξασθεί και στον ουρανό και στη γη. Όποιος παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού, απασχολείται μόνο με τον Θεό. Η χάρη του Θεού τον βοηθά να παραμένει στην αδιάλειπτη προσευχή. Κι όταν ακόμα εργάζεται ή μιλάει, η ψυχή του είναι απορροφημένη από τον Θεό και γι' αυτό ο Κύριος την πήρε υπό την προστασία Του. Η Παράδοση λέει πως κατά τη φυγή στην Αίγυπτο η Αγία Οικογένεια συνάντησε στο δρόμο ένα ληστή, αλλά δεν Τους έκαμε κανένα κακό. Όταν μάλιστα ο ληστής είδε το Νήπιο, είπε πως αν γινόταν ο Θεός άνθρωπος, δεν θα ήταν ωραιότερος από αυτό το Νήπιο, και τους άφησε να φύγουν ανενόχλητοι. Αξιοθαύμαστο πράγμα: Ληστής που δεν σπλαχνίζεται κανένα σαν θηρίο, ούτε προσέλαβε ούτε λύπησε την Αγία Οικογένεια. Η ψυχή του ληστή σαν είδε το Νήπιο και την ταπεινή Μητέρα Του συγκινήθηκε και την άγγιξε η χάρη του Θεού. Το ίδιο συνέβαινε και στα άγρια θηρία, που μόλις αντίκριζαν τους άγιους μάρτυρες ή τους όσιους καταπραΰνονταν και δεν τους έκαναν κακό.
Αλλά κι οι δαίμονες ακόμα φοβούνται την πράα και ταπεινή ψυχή, που τους νικά με την υπακοή, την εγκράτεια και την προσευχή. Και πάλι πράγμα παράδοξο: ο ληστής λυπήθηκε το Νήπιο – Κύριο, ενώ οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι Τον παρέδωσαν στον Πιλάτο για να σταυρωθεί. Κι αυτό γιατί δεν προσεύχονταν και δεν ζητούσαν από τον Θεό σύνεση, πώς και τι να κάνουν. Έτσι, πολλές φορές οι κυβερνήτες και γενικά οι άνθρωποι ζητούν μεν το αγαθό, αλλά δεν ξέρουν που είναι αυτό το αγαθό. Δεν ξέρουν πώς το αγαθό βρίσκεται στον Θεό και μας δίνεται από τον Θεό. Είναι ανάγκη να προσευχόμαστε πάντοτε, για να μας νουθετεί ο Κύριος τι και πώς πρέπει να κάνομε, και ο Κύριος δεν θα επιτρέψει να παραπλανηθούμε. Ο Αδάμ δεν είχε τη σύνεση να ρωτήσει τον Κύριο για τον καρπό που του έδωσε η Εύα και γι ‘ αυτό έχασε τον Παράδεισο. Ο Δαβίδ δεν ερώτησε τον Κύριο: «Θα ήταν άραγε καλό για μένα να πάρω τη γυναίκα του Ουρία;» κι έπεσε στα αμαρτήματα του φόνου και της μοιχείας. Έτσι κι όλοι οι άγιοι που αμάρτησαν, αμάρτησαν γιατί δεν επεκαλούντο τη βοήθεια του Θεού για να τους φωτίσει. Ο Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ είπε: «Όταν μιλούσα από το νου μου, συνέβαιναν λάθη». Υπάρχουν όμως και αναμάρτητα λάθη που οφείλονται στην ατέλεια του ανθρώπου. Τέτοια βλέπομε ακόμη και στην Παναγία. Λέγεται στο Ευαγγέλιο πως όταν επέστρεφε η Παναγία με τον Ιωσήφ από την Ιερουσαλήμ, ενόμισε πως ο Υιός της βάδιζε μαζί με τους συγγενείς ή τους γνωστούς... Και μόνο μετά τριών ημερών αναζήτηση Τον βρήκαν στο Ιερό των Ιεροσολύμων να συνομιλεί με τους πρεσβυτέρους. Συνεπώς μόνον ο Κύριος είναι παντογνώστης, ενώ όλοι εμείς, όποιοι κι αν είμαστε, πρέπει να προσευχόμαστε στον Θεό ζητώντας σύνεση και να ρωτάμε τον πνευματικό μας, για ν' αποφύγομε τα λάθη. [...]
Πόσο φανερό είναι για μένα πως ο Κύριος μας κατευθύνει. Χωρίς Αυτόν δεν μπορούμε ούτε να σκεφθούμε το αγαθό. [...]
Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
You might also like:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου