Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

Ἡ καθημερινότητα ὡς μοχλός σωτηρίας (Ἀρχ. Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσσεξ)


Η πνευματική μας πρόοδος εξαρτάται κυρίως από τη στάση μας
204. Ο σκοπός που θέτουμε στη ζωή μας εμποτίζει όλες τις πράξεις μας. Αν π.χ. επιδιώκουμε πρώτα απ’ όλα να κερδίσουμε χρήματα, όλα όσα θα κάνουμε θα απορρέουν από εκεί.
205. Η εργασία, η κοινωνική θέση δεν έπρεπε να έχουν καμιά σημασία στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Η υπεροχή δεν είναι εξωτερική, αλλά εσωτερική: Όποιος αγαπά περισσότερο τον Θεό, όποιος προσεύχεται περισσότερο, όποιος προσπαθεί περισσότερο να φυλάξει τις εντολές, θα είναι πιο κοντά στον Κύριο. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ελευθερώστε το πνεύμα σας από κάθε σκέψη «καριέρας». Δεν υπάρχει καριέρα στην πνευματική ζωή.
206. Αν η εν Χριστώ σωτηρία είναι ο μοναδικός σκοπός της ζωής μας, ό,τι κάνουμε γίνεται πράξη προσευχής, πράξη λειτουργική.
207. Καθετί που κάνετε, η εργασία σας, μπορεί να είναι για τη σωτηρία σας. Αυτό εξαρτάται από σας, από τον τρόπο που το κάνετε. Η ιστορία γνωρίζει πλήθος μοναχών που διακονούσαν στο μαγειρείο, στον ξενώνα και έγιναν μεγάλοι Άγιοι. Η οδός της σωτηρίας συνίσταται στο να εργάζεται κάποιος χωρίς πάθος, προσευχόμενος.
208. Γνωρίζετε ίσως τον μοναχό εκείνο που ήταν μάγειρας σε όλη του τη ζωή σε κάποιο μοναστήρι του Κιέβου. Κοιτάζοντας τη φωτιά κάτω από το τηγάνι του, έβλεπε τον εαυτό του συνεχώς στις φλόγες του Άδη. Έγινε άγιος. Το διακόνημα του δεν τον εμπόδισε να είναι πάντοτε μαζί με τον Θεό.
209. Μην χάνετε τον καιρό σας ζώντας χωρίς προσευχή, χωρίς σκέψη.
210. Το καθετί στη ζωή μας έχει κάποιο πνευματικό νόημα. Ας αναζητήσουμε πρώτα, πώς μπορούμε να εργαζόμαστε κρατώντας την καρδιά, το νου και την προσοχή μας στον Θεό.
211. Είθε ο Θεός να σας δώσει τη δύναμη να κρατήσετε το πνεύμα, το νου και την καρδιά σας στο Πνεύμα του Χριστού. Τότε ο,τιδήποτε και αν συμβεί θα μπορεί πολύ γρήγορα βαθιά να μεταμορφωθεί. Αυτό που ήταν ανιαρό και αποθαρρυντικό θα εξαφανισθεί, μεταμορφωμένο από τον πόθο σας να είστε εκεί όπου είναι ο Χριστός, ο Θεός σας.
212. Για να διατηρούμε το πνεύμα και την καρδιά μας εν ειρήνη ενώπιον της κρίσεως του Θεού, δεν πρέπει να κάνουμε τίποτε που να μπορεί να ενοχλήσει τον πλησίον. Οφείλουμε να κερδίζουμε οι ίδιοι τα προς το ζην με την εργασία μας.
213. Πρέπει πάση θυσία να μην αφήσουμε να μας εμποδίσουν οι μέριμνες της καθημερινής ζωής να παραμείνουμε εν Πνεύματι με τον Χριστό, που βρίσκεται στα δεξιά του Πατρός και με το Πνεύμα το Άγιο.
214. Μερικές φορές οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποιούν την ακόλουθη μεταφορά: Αν βρισκόμαστε κάπου με έναν αυτοκράτορα, η παρουσία του επηρεάζει καθετί που κάνουμε. Γιατί να μη συμβαίνει το ίδιο και με τον αιώνιο Βασιλιά μας; Αφού είναι παρών, ας κάνουμε το καθετί κάτω από το βλέμμα Του. Πάντοτε.
215. Κάθε μέρα, κάθε νύκτα, ας σκεπτόμαστε ότι ο Θεός μας κοιτάζει, ακούει τις προσευχές μας, βλέπει τα βάθη του πνεύματός μας. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι βλέπουμε τον Θεό «καθώς εστι», αλλ’ όμως δημιουργεί κάποια «ατμόσφαιρα» που μας επιτρέπει να διακρίνουμε τις ατέλειες μας, τη διάχυση του πνεύματος μας, τα λάθη μας στις σχέσεις μας με τους άλλους κατά τη διάρκεια της ημέρας.
216. Ζώντας με άλλους ανθρώπους, υποβαλλόμαστε σε ορισμένους περιορισμούς, εξωτερικούς κανόνες, εξαναγκασμούς κ.τ.λ. Αλλά το πνεύμα που εκπορεύεται από τον Θεό υπερβαίνει όλους αυτούς τους τύπους.
217. Η σκέψη μας ας είναι εκεί όπου είναι ο Χριστός. Τότε η προσευχή μας θα είναι μαζί Του και δε θα μένει πολύς χώρος για τα πάθη. Θα συνηθίσουμε να ζούμε με αυτόν τον τρόπο, και με αυτή την ειρηνική ζωή θα ανοικοδομήσουμε όλο το είναι μας.
218. Στη ζωή δεν υπάρχει τίποτε τετριμμένο, μικρό, ασήμαντο.
219. Κρατώντας το πνεύμα στον Θεό, είναι εύκολο να τηρούμε όλους τους νόμους, τους κανόνες και τους εξωτερικούς περιορισμούς, χωρίς να γινόμαστε δούλοι τους. Οι εξωτερικοί τύποι της ζωής συνδυάζονται εύκολα με την πνευματική συνείδηση. Η φαινομενική τάξη της ζωής παραμένει η ίδια, αλλά το περιεχόμενο της αλλάζει.
220. Η πνευματική μας πρόοδος εξαρτάται κυρίως από τη στάση μας.


(Απόσπασμα από το βιβλίο "Περί Πνεύματος και ζωής", Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας)


(Πηγή ηλ. κειμένου: oodegr.co)
http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=3669

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Γέροντας Σωφρόνιος: Να γίνει ο Θεός η ζωή μας.


Κράτησε πριν απ’ όλα τη μνήμη του Θεού και την ειρήνη της καρδιάς. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό για σένα, εφόσον δεν το κατέχεις ισχυρά. Πρόσεχε, μη δαπανάς χωρίς όφελος τις λίγες σωματικές σου δυνάμεις.
Για να βρεις τον σωστό δρόμο, είναι καλύτερο απ’ όλα να το ζητήσεις από τον ίδιο τον Θεό στην προσευχή:
«Κύριε, Συ ο ίδιος δίδαξε με τα πάντα. Δώσε μου τη χαρά της γνώσεως του θελήματός Σου και των οδών Σου. Δίδαξέ με να Σε αγαπώ αληθινά με όλο μου το είναι, όπως μας παρήγγειλες.

Οικοδόμησε τη ζωή μου έτσι, όπως Εσύ ο Ίδιος την συνέλαβες στην προαιώνια βουλή Σου. Ναι, ακόμη και για μένα, γιατί Εσύ κανέναν δεν ξέχασες και κανέναν δεν έπλασες για απώλεια. Εγώ με αφροσύνη εκδαπάνησα τις δυνάμεις που μου έδωσες, αλλά τώρα, στο τέλος της ζωής μου, διόρθωσέ τα όλα Εσύ ο ίδιος, και ο ίδιος δίδαξε με τα πάντα. Αλλά έτσι, ώστε πραγματικά το θέλημά Σου να πραγματοποιηθεί στη ζωή μου, είτε εγώ το καταλαβαίνω είτε δεν το καταλαβαίνω μέχρι καιρού. Μην επιτρέπεις να πορευθώ σε ξένους δρόμους, που οδηγούν στο σκοτάδι. αλλά πριν παραδοθώ στον ύπνο του θανάτου, δώσε σε μένα την ανάξια να δω το Φως Σου, ω Φως του κόσμου».
Κι έτσι, με δικά σου λόγια, να προσεύχεσαι για όλα με τον ίδιο τρόπο. Θα περάσει κάποιος χρόνος και η δύναμη των λόγων αυτών θα εισχωρήσει στο εσωτερικό της υπάρξεώς σου, και τότε θα ρεύσει αυτομάτως ζωή, όπως ακριβώς θέλει ο Κύριος. Κρίνοντας όμως εξωτερικά δεν μπορούμε να αποφασίσουμε τίποτε.
Αλήθεια, όλο το νόημα της ζωής βρίσκεται στο να ζει ο νους και η καρδιά μας με τον Θεό· να γίνει ο Θεός η ζωή μας. Αυτό και μόνο ο ίδιος ζητά. Γι’ αυτό και δημιουργηθήκαμε, για να ζήσουμε τη ζωή Του, και μάλιστα σε όλη την απειρότητά της. Ο λόγος αυτός μπορεί να μας τρομάζει όταν βλέπουμε την τωρινή οικτρή κατάστασή μας, αλλά έτσι είναι, και δεν πρέπει να χάσουμε την πίστη αυτή. Ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους είναι να υποβιβάσουμε και να μειώσουμε την ιδέα του Θεού για τον άνθρωπο. Το κάθε πάθημά μας, ακόμη και το άδικο, το γνωρίζει ο Θεός. Γνωρίζει και συμπάσχει μαζί μας. Είναι απαραίτητο να δημιουργήσουμε “προσωπικές” σχέσεις μαζί Του, σχεδόν “ανθρώπινες”.Ελπίζω ότι με αντιλαμβάνεσαι. Καταλαβαίνεις ότι με τον όρο αυτό εννοώ τον εσωτερικό, ενδόμυχο σύνδεσμο με τον Θεό.
Γιατί ο όλος άνθρωπος κλήθηκε για τη ζωή εν Αυτώ, δηλαδή όχι μόνο η ανώτερη ικανότητά του για θεωρία, το “πνεύμα”, αλλά και τα αισθήματα, η ψυχή, ακόμη και το σώμα. Να ακόμη μία προσευχή:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, Μονογενές Υιέ του Ανάρχου Σου Πατρός, διάνοιξε τους οφθαλμούς της εσκοτισμένης ψυχής μου, για να δω συνετά Εσένα, τον Δημιουργό και Θεό μου.
»Σε παρακαλώ: Μη με απορρίψεις από το Πρόσωπό Σου, αλλά, παραβλέποντας όλη την αθλιότητά μου, όλην την ταπεινότητά μου, φανέρωσε μου το Φως Σου, ω Φως του κόσμου, και δος μου να γνωρίσω την αγάπη Σου προς τον άνθρωπο.
»Ω, γλυκύτατε Χριστέ, που εξαπέστειλες από τον Πατέρα στους αγίους μαθητές και Αποστόλους Σου το Πνεύμα το Άγιο, αυτό, Αγαθέ, κατάπεμψε και σε μας τους αναξίους και έτσι δίδαξέ μας τη γνώση Σου και φανέρωσέ μας τις οδούς της σωτηρίας Σου.
»Λάμψε σε μένα, ο Θεός, ο Θεός μου, το Φως Σου το αληθινό, για να δω και εγώ στο Φως Σου τη Δόξα Σου ως Μονογενούς παρά Πατρός, και να μορφωθεί μέσα μου η Εικόνα Σου η ακατάληπτη, σύμφωνα με την οποία δημιούργησες κατ’ αρχάς τον άνθρωπο.
»Ω, ο Θεός, ο Σωτήρας μου, το Φως του νου μου και το κραταίωμα της ψυχής μου, ας σκηνώσει σε μένα η αγαθό­τητά Σου, για να παραμένω και εγώ αδιάλειπτα σε Σένα, φέροντας παντοτινά μέσα μου το Πνεύμα Σου το Άγιο, ώστε να δώσει σε μένα να ομοιωθώ μαζί Σου, τον μόνο Κύριο μου, όπως ομοιώθηκαν μαζί Σου όλοι οι ανά τους αιώνες άγιοί Σου.
»Ναι, Κύριε Ιησού Χριστέ, κατά την αμετάθετη επαγγελία Σου, έλα μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα το Άγιο και σκήνωσε μέσα μου».
 
Αρχιμ. Σωφρονίου
«Γράμματα στη Ρωσία». Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ-Αγγλίας, 2009

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2015

ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΝΕΟΗΣΥΧΑΣΤΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ (3)


askites

Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου
Ο Γέροντας Γαβριήλ Καρουλιώτης (+1968) υπήρξε αυστηρός ασκητής τών Καρουλίων, άνθρωπος βαθειάς μετάνοιας, βίας κι αγωνιστικότητος. Φίλος θερμός τής μελέτης τών ασκητικών πατέρων, εχθρός τής οκνηρίας, αετός υψιπέτης, κατά τον άγιο Εφραίμ τον Σύρο, ώς ακτήμων, εραστής τής ησυχίας, ευφρόσυνος ησυχαστής, ένδοξος άδοξος, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο. Σκληρός στον εαυτό του, νηστευτής, φυγόκοσμος, ως στρουθίον. Δεν περπατούσε, όταν περπατούσε, στα κακοτράχαλα μονοπάτια, αλλ’ ήταν σαν να πετούσε, λιπόσαρκος, προσευχόμενος, σκυμμένος πάντα στον εαυτό του, απερίεργος, προσέχοντας την εσωτερική νηνεμία και καθαρότητα στην ωραία ησυχία τής αγιότεκνης κι αγιότροφης ερήμου. Ερημίτης τών βράχων, μεταξύ ουρανού και γης, καθώς έλεγε. Στους επισκέπτες του αντί να τους μιλά, τους διάβαζε κάτι από τή Φιλοκαλία. Τον θάνατο περίμενε με χαρά. Μετάλαβε και ανεπαύθη ειρηνικά. Επρόκειτο περί ηρωικού μοναχού.
Λίγο πιο κάτω από την ασκητική παλαίστρα τού Γερο Γαβριήλ έμενε ένας άλλος γενναίος αθλητής τού Χριστού, ο Κωνσταντινουπολίτης και πρώην Σταυρονικητιανός προϊστάμενος Γέροντας Φιλάρετος (+1962), ο οποίος προσεποιείτο και τον διά Χριστον σαλό για να ταπεινώνεται. Το άσημο και φτωχό ασκητήριό του θεωρούσε ανάκτορο. Το κελλί του θύμιζε πιο πολύ μνήμα. Είχε αφεθεί πλήρως στα χέρια τού Θεού, μη φροντίζοντας για τα γήινα. Την περιφρόνηση θεωρούσε έπαινο. Για την καθαρότητα τού νου του μόνο νοιαζόταν. Ήταν, κατά τ΄ όνομα του, αληθινός φίλος τής αρετής. Αγαπούσε κι αυτός τή Θεοτόκο πολύ. Δάκρυζε στίς ψαλμωδίες και τους ψάλτες θεωρούσε αγγέλους. Όλη του η ζωή ήταν μια δέηση. Η ευχή είχε γίνει ένα με την αναπνοή του. Εκοιμήθη χαρούμενος, αφού άκουσε από τους Δανιηλαίους το Άξιον Έστι.
Ο Γέροντας Παΐσιος (+1994) στό ωραίο βιβλίο του «Αγιορείτες πατέρες και αγιορείτικα» αναφέρει αρκετές μορφές ησυχαστών, όπως τον παπα Τύχωνα (+1968), πού για «εργόχειρο» του είχε τις μετάνοιες και την ευχή, συγκάτοικους αγγέλους και αγίους και τή δοξολογία αέναη, έως τή μακαρία τελευτή του- τον Γέροντα Ευλόγιο (+1948), μαθητή τού Χατζηγιώργη, πού τηρούσε το αυστηρό τυπικό τής συνεχούς νηστείας και τής αέναης προσευχής κι είχε συχνές δαιμονικές επιθέσεις· τον Γέροντα Κοσμά τον Παντοκρατορινό (+1970), πού συνδύαζε πάντοτε την εργασία με την ευχή, με δάκρυα πότιζε τον κήπο τής μονής και τής ψυχής του- τον Γέροντα Πέτρο (+1958), πού διακρινόταν για την απλότητα και την ευλάβεια του, την αδιάλειπτη προσευχή, πού τού ήταν αυτενέργητη, και πού συχνά άκουγε γλυκιές ψαλμωδίες αγγέλων και τον έλουζε το άκτιστο φως· τον Γέροντα Αυγουστίνο (+1965), πού στα τέλη του η ζωή του ήταν πλημμυρισμένη θεία οράματα, προσευχές κι αέναα δάκρυα και κατά την εκδημία του έλαμψε το πρόσωπο του- και αρκετούς άλλους.
Ο ίδιος ο Γέροντας Παΐσιος ζούσε και χαιρόταν τή συνεχή ευλογία τής προσευχής, ασκούμενος ταπεινά και προσευχόμενος πολύωρα και καθημερινά για τις ανάγκες του πονεμένου κόσμου με μεγάλη αγάπη. Έλεγε: «Όταν ο άνθρωπος έχει την πνευματική του υγεία και απομακρύνεται άπό τους ανθρώπους, για να βοηθήσει περισσότερο και τους ανθρώπους με την προσευχή του, τότε όλους τους ανθρώπους τους θεωρεί αγίους και μόνο τον εαυτό του θεωρεί αμαρτωλό». Άλλοτε πάλι έλεγε: «Αν θέλεις να πιάσεις τον Θεό, για να σε ακούσει όταν προσευχηθείς, γύρισε το κουμπί στην ταπείνωσι, γιατί σ’ αυτή τή συχνότητα πάντα εργάζεται ο Θεός και ζήτησε ταπεινά το έλεός του».
Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής (+1959) αγωνίσθηκε κι έφθασε σε υψηλά μέτρα θεωρίας, μετά μακρά και πολύμοχθη άσκηση. Οι πολύτιμες επιστολές του διασώζουν εύγεστο μέλι τής πνευματικής του κυψέλης: «Αρχή τής πορείας πρός την καθαρά προσευχή, είναι η μάχη πρός τα πάθη. Είναι αδύνατο να γίνει πρόοδος στην ευχή Οσο ενεργούν τα πάθη. Παρ’ όλα αυτά δεν εμποδίζεται η παρουσία τής χάρης τής προσευχής, αρκεί να μήν υπάρχει αμέλεια και κενοδοξία». Άλλου έγραφε: «Όλη τή νύχτα προσεύχομαι και φωνάζω: Κύριε, η σώσε όλους τους αδελφούς, η σβήσε και εμένα. Δέν θέλω τον παράδεισο μόνος»! Αυτή είναι η αληθινή αγάπη τών μοναχών και η μεγαλύτερη ιεραποστολή, κοινωνική προσφορά και φιλανθρωπία.
Ο Γέροντας Σωφρόνιος (+1993) είναι ο θεολόγος τής προσευχής και ο προσευχόμενος θεολόγος, νηπτικός πατήρ, εξαίσιος άνθρωπος. Μας λέγει- η προσευχή είναι κοινωνία Θεού, διάλογος με τον Θεό, ομολογία τής αδυναμίας μας, επίσκεψη Θεού- η θεοεγκατάλειψη μας ωριμάζει- η σιωπή του Θεού μας φρονηματίζει
και μας κάνει να υπομένουμε και να επιμένουμε, μας μαθαίνει να προσευχόμαστε- συνάντηση Θεού, γνώση Θεού, η αληθινή μετάνοια. Στό περίφημο βιβλίο του «Περί προσευχής» γράφει: «Κατά την επίκλησιν του Ονόματος του Ιησού Χριστού. Κατ΄ εκείνην την ώραν ηναγκάσθην να διακόψω την επίκλησιν του Ονόματος: Η ενέργεια αυτού ήτο καθ’ υπερβολήν ισχυρά. Η ψυχή άνευ λόγων, άνευ σκέψεων, εν τέλει εν τρόμω εκ τής εγγύτητος του Θεού. Τότε διηνοίχθη εις εμέ εν μέρει το μυστήριον τής ιερουργίας».
Ο Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης (+1991) παντού όπου κι αν πήγε ήταν με το κομποσχοίνι. Οι πολλοί του λόγοι ήταν μέσα άπό την προσευχή και για την προσευχή: «Όταν είμαστε στη Χάρη τού Θεού, τότε η προσευχή μας γίνεται καθαρή». Άλλοτε έλεγε σ΄ ένα πνευματικοπαίδι του: «Ξέρεις πόσο μεγάλη δωρεά είναι το ότι μας έδωσε ο Θεός το δικαίωμα να του μιλάμε κάθε ώρα και στιγμή και σε οποιαδήποτε θέση κι αν βρισκόμαστε; Εκείνος μας ακούει πάντα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη τιμή πού έχουμε». Να, πού μερικές φορές ησυχαστές συναντούμε και στην Αθήνα. Αλλά αυτό είναι το εξαιρετικά σπάνιο.
Ο Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης (+1998) είναι ο τελευταίος τών γνωστών κοιμηθέντων νεοησυχαστών Αγιορειτών πατέρων. Ασφαλώς και δεν εξαντλήσαμε διόλου τον ιερό αυτό κατάλογο με το παρόν άρθρο. Ο Θεός να βοηθήσει να επανέλθουμε. Ο παπα Εφραίμ με τή βιβλική μορφή του δίδασκε και δίχως να θέλει φανέρωνε τή μυστική του εργασία, τή μεγάλη του αγάπη στον αενάως επικαλούμενο Ιησού. Τα προσφιλή του θέματα ήταν κυρίως περί υπακοής και περί προσευχής. Η μεγαλύτερη μορφή αγάπης πρός τον Θεό και πρός τον πλησίον είναι διά τής προσευχής, έλεγε. Αγωνίσθηκε πολύ κι αξιώθηκε μεγάλων χαρισμάτων. Η ευχή του ας μας συνοδεύει, ώς και όλων τών μνημονευθέντων παραπάνω.
Ο ησυχασμός είναι ανάγκη να μελετηθεί βαθειά σήμερα, πού τάσεις εκκοσμικεύσεως και κοινωνικής υπερδραστηριότητος, άκρατου και απροετοίμαστου ιεραποστολισμού και πληθώρας πρόχειρων παρεμβάσεων στον κόσμο, επηρεάζουν όχι μόνο το σώμα τής αγίας μητέρας μας Ορθοδόξου Εκκλησίας, αλλά και τον Ανατολικό Ορθόδοξο Μοναχισμό και μάλιστα τον αγιορείτικο. Η παράδοση τών σπλάχνων τού Αγίου Όρους πάντως παραμένει πιστεύουμε, ελπίζουμε και προσευχόμαστε, ανέπαφη και στα κοινόβια και στην έρημο. Καλούμεθα με κάθε κόστος και πολλές θυσίες να διατηρήσουμε τον ησυχαστικό χαρακτήρα τού Αγίου “Ορους, τον οποίο κυρίως έχει ανάγκη ο σύγχρονος κόσμος, παρά άπό οτιδήποτε άλλο, και πού θα τον έχει, θεωρούμε, μεγάλη ανάγκη και τον επόμενο αιώνα πού ανατέλει σε λίγο…
VatopaidiFriend: Έχουμε πληροφορηθεί ότι ο π. Μωϋσής σύντομα θα εκδόσει άν Γεροντικό του Αγίου Όρους στο οποίο θα περιλαμβάνονται περισσότερες πληφορίες τόσο για αυτούς όσο και πολλούς άλλους Γέροντες οι οποίοι έζησαν και κοιμήθηκαν στο Άγιον Όρος κατά τον 20ο αιώνα. Το περιμένουμε
Πηγή: Περιοδικόν «Ο Όσιος Γρηγόριος», Τεύχος 24, σελ. 57-71
Έκδοσις Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου, Αγίου Όρους
Άγιον Όρος, 1999

Η καλλιέργεια της καρδιάς με τη νήψη και την προσευχή Γέροντας Ζαχαρίας Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ

Η καλλιέργεια της καρδιάς με τη νήψη και την προσευχή



Γέροντας Ζαχαρίας

Βασικός παράγοντας για την καλλιέργεια της καρδιάς και την άσκηση της προσευχής είναι η προσοχή. Για να στρέψει ο άνθρωπος τον νου στην καρδιά του και ακολούθως στον Θεό, χρειάζεται να ενεργοποιήσει ιδιαίτερα την προσοχή του. Με την προσοχή συγκεντρώνεται ο όλος άνθρωπος στην προσπάθεια να σταθεί στην παρουσία του Θεού και να εκπληρώσει τις εντολές Του.

Η προσπάθεια αυτή στην ασκητική παράδοση ονομάζεται νήψη ή τήρηση του νου. Η νήψη είναι απαραίτητη στην προσευχή για την εκπλήρωση της πρώτης και μεγάλης εντολής, της αγάπης προς τον Θεό. Ελέγχει κάθε κίνηση του νου και της καρδιάς, ώστε η στροφή του ανθρώπου προς τον Θεό να είναι καθολική και σύμφωνη με το Πνεύμα Του. Ο Θεός είναι ζηλωτής και επιθυμεί ολόκληρη την καρδιά του ανθρώπου. Γι’ αυτό και ο χριστιανός από την αρχή της ημέρας ρυθμίζει τη στάση του ενώπιον του Θεού. Τοποθετεί τον νου στην καρδιά του και διατηρεί τα νοήματα και τις αισθήσεις του στην παρουσία τού Κυρίου.
Οι «σκληροί λόγοι» των αγίων Γραφών προκαλούν στην καρδιά προφητικό «συσσεισμό». Όπως κατά την ήμερα της Πεντηκοστής έπνευσε πρώτα η βίαιη πνοή και ύστερα ξεχύθηκε το Άγιο Πνεύμα «επί πάσαν σάρκα», έτσι και τώρα ο πνευματικός συσσεισμός κάνει να αναφανεί η καινή καρδιά· όχι η λίθινη, αλλά η ευαίσθητη που είναι ικανή να προσλάβει το χάρισμα της Πεντηκοστής. Η καρδιά αυτή είναι τόσο πολύτιμη ενώπιον του Κυρίου, ώστε κάθε κραυγή ή επίκληση της συγκεντρώνει όλη την προσοχή Του και ελκύει τη χάρη Του.
Στην ίδια προοπτική εντάσσεται και η εκούσια άσκηση της αυτομεμψίας. Κρίνοντας αυστηρά τον εαυτό του ο άνθρωπος συντρίβεται και συνάγει όλο τον νου στην καρδιά. Τότε μπορεί να βοά «εν όλη καρδία» προς τον Θεό και να δέχεται από Αυτόν τη δικαίωση. Έτσι επιτελείται η νήψη και δυσχεραίνεται η διείσδυση του εχθρού με δόλιο τρόπο στην καρδιά του πιστού.

Η προσοχή του πιστού κατά την προσευχή, που ονομάζεται και ευκτική προσοχή, πρέπει να συνοδεύεται με αυτοπεριορισμό και υπομονή. Αυτά παρεμποδίζουν τη διάχυση του νου και τον διατηρούν απερίσπαστο στο έργο της προσευχής. Αλλά και η ίδια η προσευχή, όπως έχει διαμορφωθεί στην ορθόδοξη παράδοση ως μονολόγιστη επίκληση του Ονόματος του Κυρίου, συντελεί προς τον σκοπό αυτό: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με».
Στο πρώτο μέρος της ευχής αυτής περικλείεται ομολογία πίστεως στη θεότητα του Χριστού αλλά και σε όλη την Αγία Τριάδα. Στο δεύτερο μέρος, «ελέησόν με», γίνεται η εξομολόγηση του προσευχομένου· αναγνωρίζεται η πτώση (παγκόσμια και προσωπική), η αμαρτωλότητα και η ανάγκη για τη λύτρωση. Και τα δύο μέρη της ευχής, η ομολογία πίστεως και η μετάνοια του προσευχομένου, δίνουν πληρότητα και περιεχόμενο στην προσευχή.
Η μονολόγιστη αυτή προσευχή γίνεται κατ’ αρχάς προφορικά. Ακολούθως τελείται με τον νου και τελικά, με τη συνεργεία της χάριτος, ο νους κατεβαίνει στη βαθειά καρδιά του ανθρώπου. Για τον λόγο αυτό, η προσευχή αυτή ονομάζεται νοερά ή καρδιακή.
Με τη διαρκή επίκληση του Ονόματος του Χριστού και την προσήλωση του νου στις λέξεις της προσευχής καλλιεργείται μια μόνιμη ευχητική διάθεση. Έτσι η προσευχή γίνεται ο φυσικός τρόπος υπάρξεως του ανθρώπου, το ένδυμα της ψυχής του και η αυτενέργητη αντίδραση της καρδιάς του σε κάθε φαινόμενο του πνευματικού κόσμου. Η πνευματική αυτή κατάσταση έχει μεγάλη σπουδαιότητα κατά την ώρα του θανάτου. Η ασκητική εργασία της νοεράς προσευχής αποβαίνει εξάσκηση και προετοιμασία για το τέλος της επίγειας ζωής, ώστε η γέννηση του πιστού στην ουράνια ζωή να συντελεσθεί όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα και ακίνδυνα.
Η κάθοδος του νου στην καρδιά του ανθρώπου δεν πραγματοποιείται με τεχνητά μέσα, Όπως είναι η στάση του σώματος ή η ελεγχόμενη αναπνοή. Βέβαια και τα μέσα αυτά δεν είναι τελείως άχρηστα, αλλά μπορούν να χρησιμοποιούνται βοηθητικά κατά τα πρώτα στάδια της πνευματικής ζωής, πάντοτε με την επίβλεψη του πνευματικού οδηγού και την ταπεινή στάση του αρχάριου μαθητή. Ο κυριότερος παράγοντας για την κατάβαση τού νου και την ένωσή του με την καρδιά είναι η χάρη του Θεού.
Πολλές φορές επικρατεί σύγχυση και πλάνη μεταξύ των αμαθών ανθρώπων των ήμερων μας, που έχει ως αποτέλεσμα την ανάμειξη της ευχής του Ιησού με τη γιόγκα του Βουδισμού, τον «υπερβατικό διαλογισμό» και τα όμοια απότοκα της Ανατολής. Η ομοιότητα όμως που υπάρχει ανάμεσά τους είναι εξωτερική και σε πολύ κατώτερο επίπεδο. Η ριζική διαφορά του Χριστιανισμού από τις άλλες δοξασίες έγκειται στο ότι η προσευχή του Ιησού είναι θεμελιωμένη στην Αποκάλυψη του Ζώντος και Προσωπικού Θεού της Αγίας Τριάδος. Στους άλλους δρόμους δεν είναι δυνατή η καλλιέργεια προσωπικής σχέσεως μεταξύ του Θεού και του προσευχομένου.
Στον ασκητισμό της μη χριστιανικής ανατολής προβάλλεται η άσκηση της νοεράς απεκδύσεως από κάθε σχετικό και παρερχόμενο, για να ταυτισθεί ο άνθρωπος με κάποιο απρόσωπο Απόλυτο, με το οποίο πιστεύεται ότι είναι του ιδίου γένους, αλλά υπέστη υποβάθμιση και φθορά με τον ερχομό του στην πολύμορφη και μεταβαλλόμενη ζωή του παρόντος αιώνος. Η άσκηση αυτή είναι εγωκεντρική και βασίζεται στη θέληση του ανθρώπου. Έχει χαρακτήρα περισσότερο διανοητικό και δεν συνδέεται καθόλου με την καρδιά. Στην ασκητική αυτή παράδοση ο άνθρωπος αγωνίζεται να επιστρέψει στο ανώνυμο υπερπροσωπικό Απόλυτο και να ανακραθεί με αυτό. Επιθυμεί να σβήσει την ψυχή (atman) στον ανώνυμο ωκεανό του Υπερπροσωπικού Απολύτου.
Για να φθάσει στο τέλος αυτό, ο ασκητής των ανατολικών θρησκειών αγωνίζεται να απεκδυθεί κάθε πάθος και μορφή αστάθειας της παροδικής υπάρξεως και να βυ¬θισθεί σε κάποια αφηρημένη νοητή σφαίρα της καθαράς Υπάρξεως. Η άσκηση αυτή είναι αρνητική και απρόσωπη. Δεν έχει θεωρία Θεού αλλά αυτοθεωρία ανθρώπου. Η καρδιά δεν μετέχει. Πουθενά στις Ουπανισάδες δεν αναφέρεται η υπερηφάνεια ως εμπόδιο για την άσκηση ή η ταπείνωση ως αρετή. Η πρόοδος στη μορφή αυτή του ασκητισμού εξαρτάται από τη θέληση του ιδίου του ανθρώπου που την προκαθορίζει. Απουσιάζει επίσης η θετική διάσταση της ασκήσεως ως πρόσληψη υπερφυσικής ζωής, που έχει πηγή μόνο τον Θεό της αποκαλύψεως. Η τεχνική απέκδυση που εφαρμόζεται στον Βουδισμό, και στην πιο εξευγενισμένη εκδήλωσή του, δεν αποτελεί παρά μόνο το ασήμαντο ήμισυ της υποθέσεως. Υπάρχει ο κίνδυνος, όταν ο νους βρίσκεται γυμνός στον «γνόφο της απεκδύσεως», να στραφεί προς τον εαυτό του, να θαυμάσει το φωτεινό αλλά κτιστό του κάλλος και να «λατρεύσει τη κτίσει παρά τον κτίσαντα». Και τότε, κατά τον λύγο του Κυρίου, «γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου… χείρονα των πρώτων».
Η θεωρία λοιπόν αυτή της Ανατολής δεν είναι θεωρία Θεού αλλά αυτοθεωρία ανθρώπου. Δεν ξεπερνά τα όρια του κτιστού ούτε εγγίζει το πρωταρχικό Είναι του Ζώντος Θεού της αποκαλύψεως. Μπορεί ενδεχομένως η άσκηση αυτή να επιφέρει κάποια ανάπαυση και να οξύνει τις ψυχικές και διανοητικές λειτουργίες του ανθρώπου, αλλά «το γεγεννημένον εκ της σαρκός σαρξ έστι» και «Θεώ αρέσαι ου δύναται».
Η πλέον αυθεντική απέκδυση του νου από κάθε εμπαθή προσκόλληση στα ορατά και παρερχόμενα στοιχεία αυτού του κόσμου κατορθώνεται με φυσιολογικό τρόπο στη ζέση της μετανοίας. Ο καρδιακός πόνος που γεννάται από τη χάρη της μετανοίας, όχι μόνο αποδε¬σμεύει τον νου από τα φθαρτά, αλλά και τον συνάπτει στα αόρατα και αιώνια. Δηλαδή, η απέκδυση είναι, όπως μόλις είπαμε, μόνο το ήμισυ της υποθέσεως και αφορά τον ανθρώπινο παράγοντα στο κτιστό επίπεδο της υπάρξεως. Στον Χριστιανισμό, όμως, υπάρχει και η επένδυση της ψυχής με τη συνακόλουθη χάρη του Θεού και είναι πλήρωμα ζωής αθανάτου.
Πολλοί θαυμάζουν τον Βούδα και τον παραβάλλουν με τον Χριστό. Λέγεται ότι ό Βούδας σπλαχνίσθηκε τήν ανθρώπινη δυστυχία και με ωραία λόγια δίδαξε τη δυνατότητα και τον τρόπο να αποσπάται ο άνθρωπος από τα παθήματα και να μην τα αισθάνεται. Ωστόσο, ο Μονογενής Υιός του Θεού, ο Χριστός, με τα Πάθη, τον Σταυρό, τον θάνατο και την Ανάστασή Του προσέλαβε τον πόνο εκούσια και αναμάρτητα και τον μετέβαλε σε μέσο εκφράσεως της τέλειας αγάπης Του. Με αυτήν θεράπευσε το πλάσμα Του από το μέγα τραύμα της προπατορικής αμαρτίας και το απεργάσθηκε «καινήν κτίσιν». Γι’ αυτό ο πόνος είναι τόσο πολύτιμος στην άσκηση της ευχής, και η παρουσία του είναι ένδειξη ότι ο ασκητής δεν είναι μακριά από την αληθινή και άγια οδό της αγάπης προς τον Θεό. Την αγάπη αυτή εκφράζει ο άνθρωπος με την προσευχή του.
Κατά συνέπεια, η προσευχή είναι θέμα αγάπης. Αν προσευχόμαστε, σημαίνει ότι αγαπάμε τον Θεό. Αν αγαπάμε τον Θεό, προσευχόμαστε. Το μέτρο της προσευχής φανερώνει το μέτρο της αγάπης που έχουμε για τον Θεό. Έτσι, ο άγιος Σιλουανός ταυτίζει τη μνήμη του Θεού με την προσευχή, ενώ οι άγιοι Πατέρες λένε ότι η λήθη του Θεού συνιστά το μεγαλύτερο πάθος. Όταν μας πολεμεί ένα πάθος, μπορούμε και εμείς να του αντιταχθούμε με το Όνομα του Θεού. Όσο πιο πολύ ταπεινώνουμε τον εαυτό μας και καλούμε τον Θεό σε βοήθεια μας, τόσο πιο δυνατοί γινόμαστε και νικούμε το πάθος. Όταν όμως λησμονούμε τον Θεό, ο εχθρός μας φονεύει ολοσχερώς. Γι’ αυτό και οι Πατέρες επισημαίνουν ότι η λήθη του Θεού είναι το μεγαλύτερο πάθος.
Αρχιμ. Ζαχαρία Ζάχαρου, «Ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος», εκδ. Ι. Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ, Αγγλίας. 2012, σ. 110-116

Συνέντευξη με τον Γέροντα Σωφρόνιο για τον άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη Ο μακάριος Γέροντας Σωφρόνιος (†1993)

Ο μακάριος Γέροντας Σωφρόνιος (†1993)

Συνέντευξη με τον Γέροντα Σωφρόνιο 
για τον άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη

Πεμπτουσία
Ο μακάριος Γέροντας Σωφρόνιος (†1993) θεωρούσε ότι η μεγαλύτερη ευλογία του Θεού προς αυτόν, ήταν η συνάντηση και η γνωριμία του με τον άγιο Σιλουανό (†1938). Στην συνέντευξη που ακολουθεί ο θεολόγος του ακτίστου φωτός, ο άνθρωπος του Λόγου, ο Γέροντας Σωφρόνιος αναλύει με μοναδική βαθύτητα και ενάργεια τα κεντρικά σημεία της διδασκαλίας του αγίου Σιλουανού.

Γέροντας Σωφρόνιος: Όπως γράφει ένας Ελ­­ληνας θεολόγος, είμαστε συνηθισμένοι να προσευχόμαστε στον Γέροντα Σιλουανό σαν σε άγιο, αλλά αυτή η επίσημη πράξη της Εκκλησίας, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μας δίνει τώρα την δυνατότητα να το κάνουμε όχι μόνο με την καρδιά μας και μυστικά αλλά ανοικτά, δημόσια.

Και ο ναός της Μονής σας είναι αφιερωμένος στον άγιο Σιλουανό;


Γέροντας Σωφρόνιος: Ο πρώτος ναι! (γελάει χαρούμενος). Δεν έχει τελειώσει, αλλά το μεγαλύτερο μέρος έχει ήδη γίνει. Περιμένουμε να στείλει ο Πατριάρχης έναν Μητροπολίτη του Θρόνου για τα εγκαίνια, η ακόμη να έρθει και ο ίδιος ο Πατριάρχης αν θέλει, γιατί αγαπούν πολύ τον Σιλουανό· σε τέτοιο βαθμό, που στο πασχάλιο μήνυμά του ο Πατριάρχης ανέφερε τα λόγια του Γέροντος: «Κράτει τον νουν σου εις τον Άδην, και μη απελπίζου»!

Τώρα είναι πολύ γνωστός. Αλλά αν αυτός ο ίδιος δεν είχε απαντήσει σε έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων που προ­­σεύχονταν σε αυτόν, τότε αυτή η συγκαταρίθμηση με τους αγίους δεν θα μπορούσε να είχε γίνει. Συχνά φανερωνόταν ως μεσίτης και πάντα οι άνθρωποι έμεναν έκπληκτοι από την ταχύτητα που εκείνος απαντούσε στις προσευχές τους.

Έχετε παραδείγματα;

Γέροντας Σωφρόνιος: Γνωρίζετε ότι έχουμε πολλά, αλλά με τέτοιον τρόπο που δεν ξέρω πως θα μπορούσαμε να τα καταγράψουμε τώρα. Πρέπει να ζητήσουμε από τους ανθρώπους αυτούς να μας γράψουν, διότι αν το κάνουμε εμείς, μπορεί να γράψουμε ιστορίες…

Εσείς όμως έχετε μαρτυρίες της μεσιτείας του αγίου Σιλουανού;

Γέροντας Σωφρόνιος: Εγώ είμαι ένα τίποτα! Ίσως με την έννοια ότι κάτι αδύνατο, όπως η δημιουργία ενός μοναστηριού, έγινε πραγματικότητα. Είναι δυνατόν σήμερα να ιδρύσεις μοναστήρι; Η γη δεν παράγει πια μοναχούς!

Οι άνθρωποι δεν είναι τόσο θετικά προδιατεθειμένοι προς αυτόν τον τρόπο ζωής. Δεν ξέρω… Ο αγώνας είναι πολύ μεγάλος… Ήταν δύσκολα… δεν είχαμε σχεδόν τίποτε. Τρώγαμε πατάτες και τσουκνίδες. Και τώρα είμαστε εξαντλημένοι… Δεν είναι παράπονο αυτό, αλλά αυτό το μοναστήρι δεν μας δόθηκε δίχως πολλές δοκιμασίες. Και η βάση του μοναστηριού αυτού ήταν εκείνος, ο Σιλουανός.

Ο άγιος Σιλουανός γεννήθηκε τό 1866 στό χωριό Σόβσκ 
τής επαρχίας Λεμπεντίασκ τής Ρωσίας. 
Πήγε στό Άγιον Όρος, στήν Ι. Μ. Αγίου Παντελεήμονος τό 1892, 
εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός τό 1911 καί κοιμήθηκε τό 1938.

Και ο Θεός επέτρεψε να ζείτε μέχρι τώρα, για να νιώσετε την χαρά για την αγιοκατάταξη του πνευματικού σας πατρός!

Γέροντας Σωφρόνιος: Σύμφωνα με τους γιατρούς δεν θα έπρεπε να ζω. Εδώ και καιρό το σώμα μου θα έπρεπε να είχε αποσυντεθεί μέσα στην γη… Ξέρετε, η πράξη της συγκαταριθμήσεως με τους αγίους υπογραμμίζει πολύ σημαντικά σημεία: μιλούν για την «αποστολική και προφητική διδασκαλία του»· και έδωσαν εντολή «εν Πνεύματι Αγίω» να του αποδώσουν αυτήν την ιερή τιμή –υπάρχει αυτή η έκφραση– «διακελευόμεθα εν Πνεύματι Αγίω»…

Να τιμούν την μνήμη του κάθε χρόνο;

Γέροντας Σωφρόνιος: Ναι, χρησιμοποιούν αυτήν την έκφραση στην επίσημη πράξη. Είναι μια πολύ σημαντική έκφραση. Ο πατήρ Μάξιμος Γκιμενέζ, από το Chevetogne, έγραψε στο «Ειρηνικόν» ότι ο λόγος που έδωσε ο Χριστός στον Σιλουανό ωφέλησε πολλούς άνθρώπους με έναν θετικό και σωτηριώδη τρόπο. Το σημειώνει αυτό στην κριτική του για το βιβλίο μου, «Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι». Σκανδαλιστήκατε η όχι;

Από αυτόν τον τίτλο; Όχι δα!

Γέροντας Σωφρόνιος: Αυτός ο τίτλος δόθηκε από τον π. Συμεών, όχι από μένα. Αλλά το θέμα είναι ότι όλοι μας έχουμε αυτήν την επιθυμία, όπως ο Μωυσής, να δούμε τον Θεόν καθώς εστι! Είναι απόλυτα φυσιολογικό, και σε αυτό το βιβλίο εκφράζω την άποψη ότι δεν μπορούμε να το κατορθώσουμε παρά μόνο ζώντας σύμφωνα με τις εντολές· γιατί οι εντολές του Χριστού δεν μπορούν να διαφέρουν από την ουσία του ίδιου του Θεού· καταλαβαίνετε;

Για παράδειγμα, στο πέμπτο κεφάλαιο του κατά Ματθαίον, γράφει ο Ευαγγελιστής: «Ηκούσατε ότι ερρέθη… εγώ δε λέγω υμίν… εγώ δε λέγω υμίν…». «Ηκούσατε… αγαπήσεις τον πλησίον σου και μισήσεις τον εχθρόν σου. Εγώ δε λέγω υμίν· αγαπάτε τους εχθρούς υμών και προσεύχεσθε υπέρ των διωκόντων υμάς». Και παρακάτω, «ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς κ.λπ…», «έσεσθε ουν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειός εστιν»1.

Πως είναι δυνατό;

Γέροντας Σωφρόνιος: Αν δεν ήταν δυνατό, δεν θα παρουσιαζόταν μέσα στην Αγία Γραφή. Αλλά σε αυτό το σημείο καλό είναι να κατανοήσουμε θεολογικά, ποιά είναι η διαφορά μεταξύ των θεωμένων ανθρώπων και του ίδιου του Θεού. Είναι σημαντικό! Μέσω της θεώσεως, ο άνθρωπος, το ανθρώπινο πρόσωπο, η ανθρώπινη υπόσταση προσλαμβάνει το περιεχόμενο της ζωής του Θεού, αλλά δια της χάριτος όχι δημιουργώντας την. Τι σημαίνει δημιουργώντας την; Λέμε στο Σύμβολο της Πίστεως, «Ποιητήν Ουρανού και γης» κ.λπ…. αλλά παρ’ όλα αυτά παραμένουμε δημιουργήματα. Δεν μπορούμε να είμαστε Θεός γιατί δεν είμαστε «δημιουργοί»…

Αλλά θεοί κατά χάριν!

Γέροντας Σωφρόνιος: Κατά χάριν! Δηλαδή ότι η θεία ζωή κοινωνείται και μας μεταδίδεται μέσω της χάριτος, αλλά παραμένουμε κτιστά όντα… δεν γινόμαστε δημιουργοί αυτού του κόσμου. Μετέχουμε της θείας ζωής κατά χάριν και μάλιστα μέχρι ομοιότητος, αλλά δεν την δημιουργούμε… Ο άγιος Σιλουανός μας άφησε ένα πολύ πλούσιο θεολογικό υλικό. Υπάρχουν θέματα στην θεολογία του Σιλουανού που κανείς δεν είχε διατυπώσει κατά το παρελθόν με τον ίδιο τρόπο.

Για παράδειγμα;

Γέροντας Σωφρόνιος: Λέει ότι υπάρχουν δύο μορφές ταπείνωσης: η μία είναι η ασκητική ταπείνωση, μέσω της μετανοίας, «είμαι χειρότερος από όλους», και η άλλη η θεία Ταπείνωση του Χριστού. Δηλαδή χαρακτηρίζει την φύση του Θεού που δεν μπορεί να περιγραφεί. Ποτέ δεν συνάντησα σε άλλους αυτή την διαφοροποίηση μεταξύ της ασκητικής ταπεινώσεως και της ταπεινώσεως που προσιδιάζει στον Θεό ως χαρακτηριστικό του.

Ένα άλλο σημείο: Κανείς δεν μπορεί να αγαπά ολόκληρη την κτίση κ.λπ. και να προσεύχεται για ολόκληρη την κτίση, αν αυτό δεν γίνεται εν Αγίω Πνεύματι. Και η προσευχή για τους εχθρούς είναι χαρακτηριστικό αυτών που είναι φορείς του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτόν τον λόγο λέει ότι αυτός που δεν αγαπά τους εχθρούς δεν έχει γνωρίσει ακόμη τον Θεό όπως πρέπει να τον γνωρίσουμε. Προσέξτε αυτό το σημείο. Γιατί το εκφράζει έτσι; Δεν υπάρχει τίποτε παρόμοιο σε κανένα πατερικό κείμενο…

Είναι σίγουρο ότι ο άγιος Σιλουανός είναι ένας άγιος που συγκαταχωρείται στην χορεία, στην παράδοση των μεγάλων πνευματικών Ορ­­θο­δόξων Πατέρων, αλλά έζησε και εξέφρασε αυτό που ζούσε με ένα τρόπο εντελώς πρωτότυπο. Επί πλέον γράφει για πράγματα εξαιρετικά βαθιά με λέξεις πολύ απλές. Αυτό που λέτε σχετικά με το θέμα αυτό είναι πολύ σημαντικό και πολύ διαφωτιστικό.

Οι νεοκαρέντες μοναχοί Βασίλειος Κριβοσέϊν, μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Βρυξελλών (όρθιος αριστερά), καί Σωφρόνιος Σαχάρωφ, μετέπειτα κτήτωρ τής Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου (όρθιος δεξιά). Φωτογραφία στήν Ι. Μονή αγίου Παντελεήμονος Αγίου Όρους, 1926.

Γέροντας Σωφρόνιος: Αυτό που είναι αξιοσημείωτο είναι ότι μιλάει γι’ αυτό με έναν εντελώς φυσικό τρόπο. Από που προέρχεται αυτό; Από την εμφάνιση του Χριστού στην αρχή της ζωής του!… στην αρχή της μοναστικής ζωής του, όταν μετά την δοκιμασία έβλεπε την αιώνια απώλειά του, για μια ώρα… πηγαίνει στον ναό και προφέρει αυτά τα λόγια: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»! Και ο Χριστός του εμφανίστηκε σαν να ήταν Ζων. Ε λοιπόν! Ποτέ δεν αμφισβήτησα στο μυαλό μου την αλήθεια αυτής της εμφάνισης του Χριστού στον Σιλουανό. Γιατί; Διότι ήταν απλός –ένας στρατιώτης– έτσι δεν είναι; Αμέσως μόλις τελείωσε την στρατιωτική του θητεία, πήγε στο Άγιον Όρος, και βλέπει αυτό! Αλλά που είναι η απόδειξη ότι αυτό είναι αλήθεια; Στο ότι άρχισε να προσεύχεται για τον κόσμο με όλο του το είναι!… Αν αυτός ο άνθρωπος, ο τόσο απλός, άρχισε να προσεύχεται με αυτόν τον τρόπο, τι σημαίνει αυτό; Ποιά είναι η μαρτυρία ότι προσευχόταν αληθινά; Με κλαυθμούς, με όλο του το είναι, προ­σευχόταν για την σωτηρία του κόσμου…

Αυτή η αγάπη, αυτή η συμπόνια για τον κόσμο μπορεί να είναι η πιστοποίηση της εμφάνισης του Ζώντος Χριστού;

Γέροντας Σωφρόνιος: Αυτό σημαίνει ότι ο Χριστός του εμφανίσθηκε πραγματικά και ότι τον γνώρισε δια του Αγίου Πνεύματος, όπως περιγράφει και ο ίδιος ότι το Πνεύμα ήταν μέσα σε όλο το είναι του: μέσα στο πνεύμα του, μέσα στον νου του, την διάνοια, …στην καρδιά και στο σώμα…

Γιατί μετά προσεύχεται έτσι: «Κύριε, ας σε γνωρίσει όλος ο κόσμος δια του Αγίου Πνεύματος»; Από που προέρχεται αυτή η προσευχή; Ήταν το αποτέλεσμα, ο καρπός αυτής της εμφάνισης… Μια στιγμή τόσο δυνατή που, όπως γράφει, αν αυτή παρατεινόταν δεν θα μπορούσε να παραμείνει στην ζωή. Αλλά το πυρ του Αγίου Πνεύματος τον γέμιζε ολοκληρωτικά.

Έτσι οι ιδέες του για την ταπείνωση του Χριστού, η προσευχή του για όλον τον κόσμο, ήταν συνέπεια της αυθεντικής εμφάνισης του Χριστού μπροστά του. Μπορούμε να κρίνουμε από το αποτέλεσμα. Θέλω να πω επίσης ότι είναι μια εξαιρετική περίπτωση το ότι έχει μιλήσει γι’ αυτά τα πράγματα όπως ένας αποστολικός θεολόγος· όπως μιλούσε ο άγιος Ιωάννης ο ΘεολόγοςΗ θεολογία ήταν η κατάσταση του είναι του. Όχι από ακαδημαϊκή γνώση.

Πάντως, αν αρχίσετε να διαβάζετε προσεκτικά τον «Γέροντα Σιλουανό», θα δείτε ότι είναι ένα θεολογικό βιβλίο με πολύ απλές εκφράσεις. Δεν είχα ποτέ καμμία αμφιβολία ότι είδε τον Χριστό εν Πνεύματι Αγίω, εν τη Θεότητί Του, γιατί λέει ότι, όταν εμφανίζεται ένα τέτοιο φως, δεν μπορούμε να μην Τον αναγνωρίσουμε ως Θεό…

 Όπως ο Απόστολος Παύλος στην οδό προς την Δαμασκό. Σας τα λέω αυτά, για να επιστήσω την προσοχή σας πάνω σε μερικά σημεία όντως ουσιαστικά, μιας πολύ βαθιάς σημασίας και μιας θεολογίας αληθινά ευαγγελικής· όπως ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, γράφει με εντελώς απλά λόγια. Είναι αυτό που ονομάζω: η θεολογία ως προσευχή, η ως περιεχόμενο της προσευχής και ως κατάσταση των καρδιών μας.

Το πιο εμφανές παράδειγμα αυτής της θεολογίας είναι οι επιστολές του Ιωάννου του Θεολόγου… Η θεολογία ως προσευχή είναι η Αναφορά της Λειτουργίας, ιδίως του Μεγάλου Βασιλείου· μια πολύ σύντομη αναφορά μιας σφαιρικής θεώρησης· και δεν είναι παρά θεολογία, αλλά την παρουσιάζουμε ως προσευχή· η προσευχή λαμβάνει αυτήν την μορφή, η θεολογία λαμβάνει αυτή την μορφή.

Ο Γ. Σωφρόνιος έφυγε γιά λόγους υγείας από τήν Βατοπαιδινή Σκήτη τού Αγίου Ανδρέα μέ άδεια τής κυρίαρχου Μονής Βατοπαιδίου τό 1947, αρχικά γιά τήν Γαλλία καί κατόπιν γιά τό Essex τής Αγγλίας όπου καί ίδρυσε τήν Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου.

Μέχρι τέλους, η απλότητα και η ταπείνωση του Σιλουανού απέκρυψαν την αγιότητά του από τα μάτια των περισσοτέρων. Αλλά μερικοί, όπως το κάνατε εσείς για μερικά χρόνια, είχαν επαφές μαζί του, πήγαιναν και τον επισκέπτονταν. Είχε κάποια φήμη από τον καιρό που ζούσε;

Γέροντας Σωφρόνιος: Όχι πολύ μεγάλη. Υπήρχαν πολλοί μοναχοί ανάμεσα στους Σέρβους στο Χιλανδάρι και άλλοι, θεολόγοι, ακόμη και επίσκοποι που τους άρεσε να μιλούν με αυτόν. Διατηρούσε αλληλογραφία, είχε αρκετά γράμματα. Περιγράφω μία-δύο περιπτώσεις στο βιβλίο μου. Και επίσης για την διορατικότητά του, για την οποία μιλούν στην πράξη της συγκαταριθμήσεώς του με τους αγίους. Παραθέτω ακόμη και αυτό που ο επίσκοπος Νικόλαος (Βελιμίροβιτς) ο Σέρβος έγραψε γι’ αυτόν στην νεκρολογία του.

Αυτός ο επίσκοπος ο Νικόλαος ήταν ο εισηγητής μιας μεγάλης κίνησης για την πνευματική αφύπνιση της Σερβικής Εκκλησίας, η οποία μέσω του π. Ιουστίνου συνεχίζεται ακόμη μέχρι σήμερα από ανθρώπους σαν τον επίσκοπο Αμφιλόχιο η τον πατέρα Αθανάσιο… Λοιπόν, ο άγιος Σιλουανός είχε τακτικές επαφές με τον επίσκοπο Νικόλαο;

Γέροντας Σωφρόνιος: Δεν ξέρω τι ακριβώς υπήρχε μεταξύ τους. Αλλά του άρεσε του επισκόπου να έρχεται αρκετά συχνά στο Άγιον Όρος και κάθε φορά πήγαινε να επισκεφθεί τον Γέροντα Σιλουανό. Ξέρετε, ο επίσκοπος Νικόλαος είναι αυτός που με χειροτόνησε διάκονο το 1930 στο Μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονος, και ο Γέροντας Σιλουανός ήταν παρών…

Όταν ήρθα στην Αγγλία, στο Λονδίνο, για πρώτη φορά το 1952, ο επίσκοπος Νικόλαος ήταν εκεί. Πήγα να πάρω την ευλογία του. Του είπα ότι ο αρχιμανδρίτης Ιουστίνος Πόποβιτς είχε γράψει σχετικά με το βιβλίο για τον Γέροντα Σιλουανό και τον συνέκρινε με τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο. Και η αντίδραση του επισκόπου Νικολάου ήταν πραγματικά εντυπωσιακή. Καθόταν σε μια πολυθρόνα, και καθώς του έλεγα ότι ο π. Ιουστίνος είχε κάνει αυτήν την σύγκριση, χτύπησε την γροθιά του στο γραφείο λέγοντας: «Όχι!…Όχι, όχι! Ο Σιλουανός είναι πιο μεγάλος από όλους στην αγάπη του! Όταν διαβάζετε τους άλλους, σας κυκλώνει μια απελπισία, και αυτό ποτέ δεν συμβαίνει με αυτά που έχει γράψει ο Σιλουανός».

Και εγώ παρέμενα σιωπηλός, ακούοντάς τον… Σήμερα ο Σιλουανός είναι πολύ γνωστός… και δεν έχω πια ανάγκη συστάσεων… Ο Φλωρόφσκυ είχε γράψει τον Πρόλογο της πρώτης έκδοσης του βιβλίου στα αγγλικά. Υπογράμμιζε ότι ο Σιλουανός λέει γνωστά πράγματα αλλά με έναν διαφορετικό τρόπο… Μου λένε: μιλήστε λοιπόν με μια καινούργια γλώσσα στον σύγχρονο κόσμο.

Λοιπόν είναι μια καινούργια γλώσσα! Πολλοί άνθρωποι έχουν εκφράσει την χαρά τους, και ακόμη ο αρχιεπίσκοπος του Canterbury έγραψε ότι αυτή η πράξη συγκαταριθμήσεως του Γέροντος Σιλουανού με τους αγίους είναι ένα χαρμόσυνο γεγονός όχι μόνο για την Ορθόδοξη Εκκλησία, όχι μόνο για το Μοναστήρι μας, αλλά γενικά για όλο τον χριστιανικό κόσμο.

Το ηγουμενείο τής Ιεράς Μονής τού Τιμίου Προδρόμου Essex. 
Βόρεια πρόσοψη μέ τά ψηφιδωτά.

Είναι αλήθεια, ότι χάρη στα βιβλία σας, αλλά αναμφίβολα και γιατί αυτό είναι το σχέδιο του Θεού, η ευλάβεια προς τον άγιο Σιλουανό έχει ήδη ξεπεράσει τα «όρια» της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η επιρροή του είναι πολύ μεγάλη. Συγκινεί πολλές καρδιές.

Γέροντας Σωφρόνιος: Να ένα παράδειγμα. Υπήρχε τον περασμένο αιώνα ένας διάσημος ζωγράφος στην Ρωσία, δημιουργός των τοιχογραφιών του καθεδρικού ναού του αγίου Βλαδίμηρου στο Κίεβο… Ο γιος του, ένας επιστήμονας μαθηματικός, είχε μεταναστεύσει στην Τσεχοσλοβακία. Όταν έγινε ιερέας, μου έγραψε να του στείλω, αν είναι δυνατόν, βιβλία. Αλλά είναι πολύ δύσκολο, εκτός αν μπορεί να τα πάει κάποιος.

Έτσι βρέθηκαν δύο η τρία αντίτυπα του βιβλίου μου για τον Γέροντα Σιλουανό στην Τσεχοσλοβακία. Και αυτός ο ιερέας μου γράφει: «Πάτερ Σωφρόνιε, πρέπει να σας εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου. Για πέντε χρόνια διάβαζα την Φιλοκαλία με πολλή προσοχή και δεν μπορούσα να κατανοήσω, πως αυτά εφαρμόζονται στην ζωή, αλλά το βιβλίο σας με έκανε να καταλάβω με έναν ξεχωριστό τρόπο. Σε αυτό το βιβλίο υπάρχει μόνο Φιλοκαλία, και είναι πραγματικά η ζωή».

Και στην Ρωσία, ο άγιος Σιλουανός είναι γνωστός; Πως τον έχουν δεχθεί;

Γέροντας Σωφρόνιος: Ποτέ δεν εκφράσθηκε κάποια αμφιβολία ως προς αυτόν. Η ευλάβεια προς τον Γέροντα Σιλουανό ήταν πολύ μεγάλη, σταθερή. Για χρόνια το βιβλίο μου το έδιναν ως βραβείο στους φοιτητές της Θεολογικής Ακαδημίας –δεν είχαμε πολλά βιβλία. Όταν πήγα στην Ρωσία για πρώτη φορά, το 1957, αναζητώντας τους συγγενείς μου, τους αδελφούς και τις αδελφές μου, βρήκα στην αδελφή μου ένα αντίγραφο του βιβλίου γραμμένο στην γραφομηχανή!

Και στην Θεολογική Ακαδημία, στο Λένινγκραντ, ένας από τους φοιτητές με πλησίασε και μου είπε: «Πάτερ Σωφρόνιε, έχω το πρωτότυπο του βιβλίου σας»! Τι ήθελε να πει με αυτό; Μετά κατάλαβα ότι μιλούσε για το βιβλίο που είχε εκδοθεί στο Παρίσι και όχι για το αντίτυπο το γραμμένο στην γραφομηχανή σαν αυτό της αδελφής μου. Μου είπαν ότι είχαν γράψει εκατοντάδες αντίτυπα στην γραφομηχανή. Το όνομα του Γέροντος ήταν ευρέως γνωστό στην Ρωσία το 1957. Γνωστός και αναγνωρισμένος ως Άγιος.

Η αίσθηση ήταν πολύ βαθιά παντού… Όπως στο Άγιον Όρος που είχαν υποδεχθεί το βιβλίο με πολλή εμπιστοσύνη… Αργότερα, το 1980, μίλησα στο τμήμα των εξωτερικών σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας, με τον Μητροπολίτη Φιλάρετο του Μινσκ και τον Αρχιεπίσκοπο Πιτιρίμ (υπεύθυνο των εκδόσεων, του Περιοδικού).

Είχαν προωθήσει την ιδέα της συγκαταριθμήσεως με τους αγίους του Γέροντος Σιλουανού. Απάντησα ότι ήταν πολύ σημαντικό για μας, αλλά ότι δεν θέλαμε να αναμειχθούμε, και ότι η θέση μας δεν μας επέτρεπε να ασκήσουμε επιρροή.

Κατά το τέλος της δεκαετίας του ’70 –το 1977 η το 1979– ο μητροπολίτης του Κάρκωβ κ. Νικόδημος είχε εκδώσει μία πλήρη ακολουθία για τον άγιο Σιλουανό καθώς και έναν Ακάθιστο Ύμνο· έκτοτε έγινε Μητροπολίτης του Λβοβ και με αυτόν τον τίτλο υποδέχθηκε τον Οικουμενικό Πατριάρχη στο Λβοβ την περασμένη χρονιά, του προσέφερε μια εικόνα του Γέροντος και πρότεινε να προβούν μαζί σε μια κοινή πράξη για την συγκαταρίθμηση με τους αγίους του Γέροντος.

Αλλά ο π. Σιλουανός, όντας μοναχός του Αγίου Όρους, ήταν υπό την δικαιοδοσία της Κωνσταντινουπόλεως, και άρα μόνο το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Ιερά Σύνοδος της Μεγάλης Εκκλησίας θα είχαν το δικαίωμα να προβούν σε αυτή την επίσημη πράξη.

Ψηφιδωτό «Κιβωτός τού Νώε». 
Ανατολική όψη τής Βιβλιοθήκης τής Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου, Essex.

Θέλετε να μας μιλήσετε λίγο για τις σχέσεις σας με τον άγιο Σιλουανό; Πότε και πως άρχισαν;

Γέροντας Σωφρόνιος: Είχα συστηματικές επαφές μαζί του για περίπου οκτώ χρόνια, ως τον θάνατό του, το 1938. Πριν, έτρεφα πάντοτε σεβασμό γι’ αυτόν, αλλά δεν τον πλησίαζα· η πρώτη αληθινή συνάντηση έγινε το Πάσχα του 1931. Την δεύτερη μέρα του Πάσχα είχα δεχθεί στο μικρό μου κελλί στην Μονή τον μοναχό Βλαδίμηρο, έναν μορφωμένο άνθρωπο, μηχανολόγο, που ζούσε στην έρημο. Η συζήτησή μας ήταν εντελώς εύθυμη και να τι μου είπε: «Πάτερ Σωφρόνιε, πείτε μου, πως μπορεί κάποιος να σωθεί»; Εκείνη την στιγμή είχα φέρει το ζεστό νερό μέσα στο κελλί μου και του πρόσφερνα τσάι σαν να περιποιόμουν έναν πρέσβυ, και του είπα: «Κρατηθείτε στο χείλος της απελπισίας και όταν αυτό σας ξεπερνάει, όταν δεν υπάρχουν πλέον δυνάμεις, αποτραβηχθείτε και πιείτε ένα φλυτζάνι τσάι».

 Το είχα πει αυτό χωρίς να το καταλάβω πραγματικά. Αλλά αυτός φεύγοντας από μένα πήγε να επισκεφθεί τον Γέροντα Σιλουανό. Δεν ξέρω τι είπαν. Την άλλη μέρα, την Τρίτη του Πάσχα, συνέβη ένα περιστατικό που ήταν η αρχή της σχέσης μου με τον Γέροντα. Κατέβαινα από το μεγάλο κτίριο προς την αυλή της Μονής όταν ο Γέροντας έμπαινε από την πόρτα. Πάντοτε είχα ένα αίσθημα ευλαβείας γι’ αυτόν, και από βαθύ σεβασμό προς αυτόν, του έκανα χώρο να περάσει, αλλά εκείνος ήρθε απ’ ευθείας να με συναντήσει και μου λέει:

«Μήπως ο π. Βλαδίμηρος ήρθε σε σας χθες»;

«Μήπως έσφαλλα σε κάτι»;

«Όχι, αλλά δεν είναι αυτό το επίπεδό του. Ελάτε θα μιλήσουμε γι’ αυτό».

Γιατί είπα αυτό στον π. Βλαδίμηρο; Ζούσα στην Μονή, βυθισμένος στην απόγνωση για τον κόσμο, μετά τον πόλεμο… Είχα φύγει από την Γαλλία (το 1925) με το αίσθημα ότι όλη η Γαλλία ήταν βουτηγμένη σε μια βαθιά απελπισία. Τι ήταν αυτή η βαθιά απελπισία; Οι άνθρωποι δεν μπορούν πλέον να πιστέψουν στην Ανάσταση. Επομένως αμφιβάλλουν για τους ίδιους τους εαυτούς τους, για την επιβίωσή τους, γι’ αυτόν τον ανώφελο αγώνα. Και εμένα με βασάνιζε αυτό. Είχα παρατήσει την τέχνη για να γίνω μοναχός στο Άγιον Όρος, αλλά βίωνα αυτήν την μορφή απογνώσεως.

Είχα πει αυτόν τον λόγο στον π. Βλαδίμηρο, διότι μόλις αυτή η απελπισία υποχωρούσε μέσα μου, η προσευχή μου έχανε την έντασή της. Μόλις γαλήνευα, δεν βίωνα πλέον αυτή την γαλήνη σαν μία ευτυχισμένη ζωή, αλλά σαν τον θάνατο.

Μόλις αυτή η απελπισία ατονούσε μέσα μου, έχανα την αίσθηση της υπάρξεως του αιωνίου Είναι. Δεν μπορούσα να βγω από αυτό το παράδοξο. Γι’ αυτόν τον λόγο είχα πει στον π. Βλαδίμηρο: «Κρατηθείτε στο χείλος της απελπισίας». Ήταν ο τρόπος μου να το εκφράσω, αλλά δεν καταλάβαινα το νόημα.

Και ο Γέροντας μου το εξήγησε με την ελπίδα ότι κάτι θα καταλάβαινα. Βρήκε μια κάποια αναλογία -όχι ομοιότητα, αλλά αναλογία – με το «Κράτει τον νουν σου εις τον Άδην και μη απελπίζου». Μετά από αυτό τον επισκεπτόμουν αρκετά συχνά και, ανάλογα με το πόσο μας επέτρεπαν τα διακονήματά μας, οι συζητήσεις μας μερικές φορές ήταν παρατεταμένες. Καθώς δεν ήμουν συγγραφέας και για να μην γράφω ιστορίες, δεν κατέγραψα παρά μόνο όσα θυμάμαι με βεβαιότητα.

Μπορεί αυτός ο λόγος «Κράτει τον νουν σου εις τον Άδην και μη απελπίζου» να εφαρμοσθεί απ’ όλον τον κόσμο;

Γέροντας Σωφρόνιος: Αυτοί που δεν έχουν εμπειρία ασκητικής ζωής πολύ μακράς! πολύ μακράς! που δεν έχουν ζήσει βαθιά μέσα στον άδη πολλές φορές, δεν μπορούν να βάλουν σε πρακτική αυτήν την φόρμουλα «Κράτει τον νουν σου εις τον Άδην», γιατί δεν το έχουν βιώσει αυτό! Ο άδης του Σιλουανού ήταν απείρως πιο βαθύς από αυτόν που μπορούμε κάπως να φαντασθούμε στην δική μας εποχή! 

Όταν έγραψε ότι «η αιώνια απώλειά του ήταν μία πραγματικότητα», είχε ζήσει μία ώρα της ζωής του στα εσώτερα του άδη. Και μετά ανταμείφθηκε με την εμπειρία της οράσεως του Χριστού. Τότε άρχισε να προσεύχεται για όλον τον κόσμο όπως για τον ίδιο του τον εαυτό… Αλλά δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε έτσι το παράδειγμά του, να το μιμηθεί ο κάθενας από μας, εκτός ασκήσεως…

Ο ασκητικός κόσμος δεν γνωρίζει ανώτερη αρχή από αυτήν που δόθηκε στον Σιλουανό από τον Χριστό. Φτάνοντας σε αυτό το σημείο αγγίζουμε στα δύο άκρα: την Βασιλεία και τον Άδη. Αλλά ο Άδης παύει να έχει κυριαρχία πάνω στον άνθρωπο, να έχει εξουσία πάνω του. Ο Θεός είναι πανταχού παρών, χωρίς να διαιρείται. Εντούτοις αυτό δεν είναι εφικτό από τους ανθρώπους που δεν έχουν εμπειρία των βασάνων του Άδου. Μπορούν να φθάσουν σε μια ανάλογη κατάσταση, αλλά όχι σε εντελώς όμοια.

Τι σημαίνει αυτός ο λόγος: «Το να προσεύχεσαι για όλον το κόσμο είναι να χύνεις το αίμα σου»;

Γέροντας Σωφρόνιος: Είναι η καρδιά που υποφέρει, δεν είναι στα λόγια. Το μυστικό είναι εκεί: Όπου είναι η καρδιά, εκεί είναι η χαρά και το φως· έπειτα, ο νους ενώνεται με την καρδιά, αλλά η καρδιά είναι γεμάτη από πόνο, σαν να βγαίνει το αίμα από την καρδιά.

Να αυτό που έχω καταλάβει: Όταν προσευχόμαστε με αυτόν τον τρόπο για ολόκληρη την ανθρωπότητα, αυτό είναι σημείο ότι έχει δοθεί σε ένα ανθρώπινο πρόσωπο, σε μια υπόσταση, η χάρις να βιώσει το εξής: Μπορεί να φέρει εντός του και τον Θεό και ολόκληρη την ανθρωπότητα. Και ο Θεός και ολόκληρη η ανθρωπότητα είναι το περιεχόμενο της ζωής αυτού του προσώπου. Το να ζεις χριστιανικά είναι να πλατύνεις το περιεχόμενο της ζωής σου με έναν τρόπο πρωτοφανή!
Γέροντας Σωφρόνιος: «Μετά από τήν πρώτη επικοινωνία μας επισκεπτόμουν αρκετά συχνά τόν Γέροντα Σιλουανό καί, ανάλογα μέ τό πόσο μάς επέτρεπαν τά διακονήματά μας, οι συζητήσεις μας μερικές φορές ήταν παρατεταμένες».

Η συναναστροφή για χρόνια με έναν άνθρωπο όπως τον άγιο Σιλουανό που έφερε μέσα του, όπως εσείς το λέτε, «και τον Θεό και την αν­θρωπότητα», πρέπει να ανοίγει ασυνήθιστες προοπτικές. Και ορισμένες από τις συναντήσεις μαζί του θα πρέπει να ήταν πολύ διαφωτιστικές.

Γέροντας Σωφρόνιος: Υπήρχαν ερωτήματα που με βύθιζαν μέσα σε απορίες και του τις έθεσα και με βοήθησε περισσότερο από κάθε άλλον να τα απαντήσω. Τρεις φορές την ημέρα ζητάμε στην προσευχή της Εκκλησίας, να αξιώσει ο Θεός «εν τη ημέρα ταύτη -η εν τη νυκτί ταύτη- αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς».

Λοιπόν, τον ρώτησα:

«Πως, ζώντας σ’ αυτόν τον κόσμο, που είναι υπερβολικά δυναμικός και βυθισμένος στην απελπισία μπορούμε να ζούμε δίχως να αμαρτάνουμε; Πως μπορούμε να αποφύγουμε την αμαρτία»; Είχα ακόμη κι άλλες ερωτήσεις, όπως οι εξής:

«Πως μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι το πνεύμα που ενεργεί μέσα μας είναι το Άγιον Πνεύμα που εκπορεύεται εκ του Πατρός»;

«Εφόσον ο άνθρωπος εκλήθη να δημιουργεί, ποιά είναι η ανώτερη μορφή του δημιουργικού έργου»;

«Ποια κατάσταση του πνεύματός μας δείχνει ότι είμαστε αληθινά η εικόνα του Ζώντος Θεού»;

Πως απάντησε σε αυτές τις ερωτήσεις;

Γέροντας Σωφρόνιος: Δεν τα συγκράτησα όλα, ούτε έκανα πράξη όλα όσα έμαθα από τον Γέροντα και γι’ αυτό δεν έχω το δικαίωμα να πραγματεύομαι αυτά τα θέματα· αλλά με την βοήθεια της προσευχής του θα σας πω λίγα αυτά που με δίδαξε.

Ως προς το πρώτο σημείο «πως να αποφύγουμε την αμαρτία» ο Χριστός αποκάλυψε αυτό το μυστήριο στην αγία ζωή του Γεροντος Σιλουανού με την επιταγή Του: «Κράτει τον νουν σου εις τον Άδην και μη απελπίζου». Μόλις άκουσα από το στόμα του Γέροντος ότι ο ίδιος ο Χριστός του υπέδειξε πως μπορεί να νικηθεί η αμαρτία, η εκτίμησή μου για αυτόν και η απόλυτη πίστη μου στην αγιότητά του, με έπεισαν ότι αυτή η έκφραση είχε πραγματικά προέλθει από τον ίδιο τον Χριστό. Και προσπάθησα να εφαρμόσω αυτήν την αρχή στην δική μου την ζωή.

Το πνεύμα συνέχεται από φόβο όταν θεωρεί την αγιότητα του Θεού και συνειδητοποιεί την ίδια στιγμή την δική του πλήρη αναξιότητα να ενωθεί κάποτε με έναν τέτοιο Θεό. Η γνώση ότι είμαστε υπό την δουλεία των αμαρτιών μας, μας απελπίζει. Τότε η προσευχή μας γεμίζει από δάκρυα. Όταν καταδικάζουμε έτσι τον εαυτό μας στον άδη, απογυμνωνόμαστε από κάθε τι γήινο και πρόσκαιρο, αφού μόνον η αιωνιότητα εκτείνεται μπροστά μας.

Η αμαρτία έχει φυλακισθεί, έχει αναχαιτισθεί. Δεν υπάρχει πια υπερηφάνεια, ούτε μίσος, ούτε φόβος· ούτε αναζήτηση δόξας, πλούτου η εξουσίας. Μόνον ο κίνδυνος να πέσουμε στην αιώνια απόγνωση.

Αλλά, φθάνοντας σ’ αυτό το σημείο σταματούμε: «και μη απελπίζου». Τότε, αν συνεχίσουμε, συναισθανόμενοι την αναξιότητά μας, όντας σε μια κατάσταση του πνεύματός μας που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, επιτρέπουμε στο Πνεύμα της Αληθείας που εκπορεύεται εκ του Πατρός να δημιουργήσει μια σχέση με τις καρδιές μας.

Στη συνέχεια, διαβάζοντας το Ευαγγέλιο με πολλή προσοχή, παρατηρούσα κάποια ομοιότητα μεταξύ της εντολής του Κυρίου προς τον άγιο Σιλουανό και της συμπεριφοράς που Εκείνος υιοθέτησε πάνω στη γη. Ο Χριστός ποτέ δεν αμάρτησε: «Ο άρχων του κόσμου τούτου… εν εμοί ουκ έχει ουδέν»2.

Αν και δεν υπάρχει ταυτότητα μεταξύ Εκείνου και ημών, όμως δίχως αμφιβολία υπάρχει μια αναλογία. Ολόκληρη η ζωή του Χριστού, ως αληθινού Υιού του Ανθρώπου, που είναι καθ’ όλα όμοιος με μας, ακόμα και στο ότι μπορούσε να τον πειράξει ο σατανάς, μας δείχνει πως είναι δυνατόν να υπερνικήσουμε κάθε αμαρτία· «εν ω γαρ πέπονθεν αυτός πειρασθείς, δύναται τοις πειραζομένοις βοηθήσαι»3.

Ακολουθώντας την διδασκαλία του και το παράδειγμά του αντιλαμβανόμαστε ότι είμαστε λυτρωμένοι από την ενέργεια των αμαρτωλών παθών μέσα μας – η υπερηφάνεια και η απόγνωση εγκαταλείπουν τις καρδιές μας.

Γνωρίζουμε, σύμφωνα με τα γραπτά του Γέροντος, ότι όταν έκανε αυτό που τον είχε συμβουλέψει ο Χριστός, το πνεύμα του εισερχόταν μέσα στην σφαίρα της καθαράς προσευχής και το Πνεύμα του Θεού μαρτυρούσε στην καρδιά του την σωτηρία του και του χάριζε την εμπειρία μιας μορφής αναστάσεως.

«Κράτει τον νουν σου εις τον Άδην και μη απελπίζου».
Αυτή είναι η κύρια οδός που οδηγεί στον κόσμο της θείας αγιότητος.
Ο άγιος Σιλουανός ο Αγιορείτης. 
Φορητή εικόνα Ι.Μ. Ευαγγελισμού τής Θεοτόκου, Ορμύλια.

Ας έλθουμε τώρα στο δεύτερο ερώτημά μου: Πως μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι το πνεύμα που ενεργεί μέσα μας είναι στ’ αλήθεια το Τρίτο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, και όχι κάτι άλλο; Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος μας προτρέπει να προσέχουμε: «Μη παντί πνεύματι πιστεύετε, αλλά δοκιμάζετε τα πνεύματα ει εκ του Θεού εστιν»4. Αυτό είναι ζωτικής σημασίας για τον κάθε ένα από μας. Σύμφωνα με την διδασκαλία του αγίου Σιλουανού, του δόθηκε από το Άγιο Πνεύμα να γνωρίσει την θεότητα του Χριστού· γνώρισε τον Θεό εν Αγίω Πνεύματι.

Το ομοούσιο του Υιού και του Αγίου Πνεύματος γίνεται περισσότερο αντιληπτό από το γεγονός ότι όταν το Πνεύμα, που εκπορεύεται εκ του Πατρός, επισκεφθεί αληθινά την ψυχή, βιώνει η ψυχή το σύνολο του περιεχομένου των εντολών του Χριστού. Γι’ αυτόν τον λόγο, αν το πνεύμα που υπάρχει μέσα μας είναι σε πλήρη συμφωνία με τις εντολές του Ευαγγελίου, τότε είναι πραγματικά το Άγιο Πνεύμα.

Έτσι ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα αμοιβαίως μαρτυρούν ο ένας για τον άλλο. Το Άγιο Πνεύμα είναι το Φως της αιωνίου ζωής· η πνοή του Αγίου Πνεύματος μέσα μας είναι η δύναμη της θείας αγάπης που εμπνέει στην ψυχή μια βαθιά συμπόνια για όλους, συμπεριλαμβανομένων και των εχθρών. Και η ψυχή αισθάνεται αυτήν την αρχοντική αγάπη γεμάτη συμπόνια για τους εχθρούς δια μέσου της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος ως μια κατάσταση εντελώς φυσική, μέσα στην οποία σβήνει κάθε εσωτερική πάλη και όπου βασιλεύει η θεία αρμονία.

Όσο ο άνθρωπος διαμένει υποδουλωμένος στον θάνατο, μένει ανίκανος να αγαπήσει αυτούς που βάζουν σε κίνδυνο την ζωή του η την ευημερία του. Συνεπώς, η αγάπη για τους εχθρούς, η αγάπη που μας διδάσκει ο Χριστός, η αγάπη για την οποία μιλάει ο Γέροντας Σιλουανός, είναι ένα πέρασμα από τον θάνατο στην αιώνια ζωή, μέσω του οποίου η ψυχή εξασφαλίζει την τελική νίκη της αγάπης του Χριστού.

Ποικίλει η εικόνα του Θεού μέσα στον άνθρωπο. Η δημιουργική ικανότητα του ανθρώπου είναι μια διάσταση που εκδηλώνεται μέσα σε διάφορους χώρους και κλάδους της κουλτούρας, του πολιτισμού, της τέχνης, των επιστημών, κ.ο.κ. Αυτή η δημιουργική ικανότητα δεν περιορίζεται εδώ, αλλά συνεχίζει για να υπερβεί το ορατό και το πρόσκαιρο στις προσπάθειές της να φθάσει στην αρχή του παντός –στον Θεό δημιουργό.

Ο Θεός, που δημιούργησε τον άνθρωπο στην αρχή δίχως την συνεργασία του ανθρώπου, έκτοτε δεν έκανε τίποτα για τον άνθρωπο, δίχως να ζητάει την συνεργασία του. Ο φυσικός κόσμος είναι έτσι φτιαγμένος, ώστε ο άνθρωπος συνεχώς αντιμετωπίζει προβλήματα για τα οποία πρέπει να βρει μια λύση. Αλλά ο άνθρωπος, μέσα στην προοπτική του να συνεργάζεται πραγματικά με τον Θεό για την δημιουργία του κόσμου, πρέπει πάντοτε να ποθεί στον υπέρτατο βαθμό την γνώση του ίδιου του Θεού.

Η συνεχής πρόοδος προς όλο και ανώτερη γνώση του Θεού είναι μια πράξη θελκτική αλλά και ιδιαίτερη. Οι συζητήσεις μου με τον Γέροντα Σιλουανό ήταν ασφαλώς συγκεντρωμένες πάνω στην προσευχή και την ζωή σύμφωνα με το θέλημα του Θεού· αλλά η σταδιοδρομία μου στο παρελθόν με προδιέθετε φυσικά να σκεφθώ γενικά πάνω στο δημιουργικό έργο και την σημασία του.
Στα νιάτα μου, μέσω ενός Ρώσου ζωγράφου που αργότερα έγινε διάσημος, με είχε προσελκύσει η ιδέα της γνήσιας δημιουργικότητας, ξεκινώντας με την μορφή της αφηρημένης τέχνης. Αυτό με απορρόφησε για δύο η τρία χρόνια και με οδήγησε στην πρώτη θεολογική σκέψη που γεννήθηκε στον νου μου. Όπως ο κάθε καλλιτέχνης αντιλαμβάνεται την αντικειμενική πραγματικότητα δια μέσου των μορφών και τρόπων της τέχνης του, έτσι και οι δικές μου ιδέες πάνω στην αφηρημένη τέχνη προέρχονταν από την ζωή γύρω μου.

Κοίταζα έναν άνθρωπο, ένα σπίτι, ένα φυτό, έναν περίπλοκο μηχανισμό, παραμορφωμένες φευγαλέες σκιές που οι τρεμάμενες φλόγες κάποιας φωτιάς έριχναν πάνω στους τοίχους η στα ταβάνια, και τις διασκεύαζα σε αφηρημένες εικόνες, δημιουργώντας στην φαντασία μου οπτικά σχήματα διαφορετικά από την καθημερινή πραγματικότητα. Με αυτόν τον τρόπο ερμήνευα την διδασκαλία του καθηγητή μου –όχι αντιγράφοντας τα φυσικά φαινόμενα, αλλά δημιουργώντας εκ νέου εικονογραφικές παρα­στάσεις.

Ευτυχώς, συνειδητοποίησα γρήγορα ότι δεν είχε δοθεί σε εμένα, έναν άνθρωπο, να δημιουργήσω «εκ του μη όντος», όπως μόνον ο Θεός δημιουργεί. Καταλάβαινα ότι κάθε πράγμα που δημιουργούσα προσδιοριζόταν από κάτι άλλο που ήδη υπήρχε. Δεν μπορούσα να ανακαλύψω ένα καινούργιο χρώμα η κάποια γραμμή που δεν είχε υπάρξει στο παρελθόν κάπου. Μια αφηρημένη εικόνα είναι όπως μία αλληλουχία λέξεων, όμορφες και συντονισμένες από μόνες τους, αλλά χωρίς ποτέ να εκφράζουν μια ολοκληρωμένη σκέψη.
Εν συντομία, μια αφηρημένη εικόνα αντιπροσωπεύει μια διάσπαση του είναι, μια πτώση στο κενό, μια επιστροφή στην κατάσταση του μη όντος, απ’ όπου μας κάλεσε ο Θεός με το έργο της δημουργίας Του. Γι’ αυτό εγκατέλειψα τις άκαρπες προσπάθειές μου να επινοήσω κάτι εντελώς καινούργιο, και το πρόβλημα του δημιουργικού έργου από εκείνη την στιγμή συνδέθηκε στενά στον νου με αυτό της γνώσεως του Είναι.

Ολόκληρος ο κόσμος, σχεδόν κάθε οπτική παράσταση, έγινε μυστήριο μιας βαθιάς ομορφιάς που ξεπερνούσε τα κοινά μέτρα. Το φως άλλαζε, για να χαϊδέψει και να αγκαλιάσει όλα τα αντικείμενα με ένα φωτοστέφανο, όπως λέμε της δόξας, προσδίνοντας σε αυτά παλμούς ζωτικούς, που ήταν όμως αδύνατον για τον καλλιτέχνη να τους αποτυπώσει με τα μέσα που είχε στην διάθεσή του.

Τότε γέμισα με μια λατρεία γεμάτη σεβασμό για τον Πρώτο Καλλιτέχνη, τον Δημιουργό των πάντων, και μια επιθυμία να Τον συναντήσω, να μαθητεύσω σ’ Αυτόν, να μάθω πως δημιουργεί.

Οι συναντήσεις μου με τον Γέροντα εστίασαν την προσοχή μου στο πρόσωπο του Χριστού: πως εκείνος, ο Υιός, ενεργούσε; «Ου δύναται ο υιός ποιείν αφ’ εαυτού ουδέν, εάν μη τι βλέπη τον πατέρα ποιούντα· α γαρ αν εκείνος ποιή, ταύτα και ο υιός ομοίως ποιεί. Ο γαρ πατήρ φιλεί τον υιόν και πάντα δείκνυσιν αυτώ α αυτός ποιεί»5. Αλλά ο μονογενής Υιός έγινε ο Υιός του Ανθρώπου, έγινε καθ’ όλα όμοιος με μας.

Γι’ αυτό ο,τιδήποτε αναφέρει σχετικά με τον Υιό του Ανθρώπου, σ’ Αυτόν τον ίδιο, μπορεί να εφαρμοσθεί στον κάθε έναν από μας. Έτσι, αν ο Πατήρ μας αγαπά, επακόλουθο είναι ότι θα μας δείξει όλα τα πράγματα που κάνει και με ποιόν τρόπο τα κάνει.

Αυτό σημαίνει σε τελική ανάλυση ότι έχουμε όλοι κληθεί να συνεργασθούμε στο αιώνιο έργο της δημιουργίας του Πατρός. Είναι γνώρισμα του ανθρώπου να ποθεί την τελειότητα, να θέλει να εισέλθει στο ζωντανό ρεύμα της θείας αιωνιότητας, εκεί όπου πήγε πρώτος ο Χριστός-Άνθρωπος.

Συνεπώς, σε ο,τι αφορά το δημιουργικό έργο, ο άνθρωπος στην τελική του αναζήτηση εγκαταλείπει σταδιακά ο,τι είναι παροδικό και σχετικό, προκειμένου να φθάσει στην αθάνατη τελειότητα. Σε αυτήν την γη, είναι σίγουρο ότι η τελειότητα δεν είναι ποτέ απόλυτη. Παρ’ όλα αυτά μπορούμε να ονομάσουμε τέλειους αυτούς που λένε μόνο αυτό που τους έχει δοθεί από το Πνεύμα, κατά μίμηση του Χριστού, ο οποίος λέει: «Απ’ εμαυτού ποιώ ουδέν, αλλά καθώς εδίδαξέ με ο πατήρ μου, ταύτα λαλώ»6.

Ο ναός τού Αγίου Σιλουανού στήν Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Essex.

Το δημιουργικό έργο είναι ανώτερο απ’ οτιδήποτε μπορεί ο άνθρωπος να εκπληρώσει. Ο άνθρωπος τείνει προς αυτό το ιδανικό, όχι παθητικά αλλά με πνεύμα δημιουργικό, ενθυμούμενος πάντα να αποφεύγει κάθε τάση προς το να δημιουργεί τον Θεό κατά την δική του εικόνα.

Ήμουν επίσης απορροφημένος με αυτό το πρόβλημα: Πως εμείς, τόσο στενοί και περιορισμένοι, μπορούμε να κατανοήσουμε σωστά ότι είμαστε η εικόνα του παντοδύναμου Θεού, του Θεού που περιέχει τα πάντα και υπερβαίνει τα πάντα. Εδώ ο Γέροντας Σιλουανός έγινε η σωτηρία μου.

Μου έλεγε ότι, αν προσπαθούμε ειλικρινά να φυλάξουμε τις εντολές του Χριστού, η ψυχή θα γεμίσει με την χάρη του Αγίου Πνεύματος∙ και τότε με μια βαθιά αγάπη, γεμάτη συμπόνια, προσευχόμαστε για όλον τον κόσμο όπως για τον ίδιο μας τον εαυτό, και επιθυμούμε πολύ δυνατά την ευημερία του κάθε ανθρώπου περισσότερο από την δική μας.

Μας υπέδειξε ότι η προσευχή του Χριστού στον κήπο της Γεθσημανή περιλάμβανε το σύνολο του ανθρωπίνου γένους, από τον Αδάμ ως το τελευταίο παιδί που θα γεννηθεί από γυναίκα. Η προσευχή που πρότεινε ο Γέροντας Σιλουανός μπορεί δίχως αμφιβολία να παρομοιαστεί με αυτήν την λυτρωτική προσευχή του Κυρίου, και συνεπώς να υπερβεί τα όρια του ατόμου.

Αυτή η προσευχή αποτελεί ένα πέρασμα σε μια άλλη διάσταση –την διάσταση του προσώπου-υπόσταση, καθ’ ομοίωσιν της Υποστάσεως του ενσαρκωμένου Λόγου. Ξέρουμε ότι στα μέτρα που ο άνθρωπος γίνεται όμοιος με τον Χριστό στην γήινη ζωή του, έχει ήδη θεωθεί και έχει γίνει μέτοχος της θείας ζωής.

Συνειδητοποιώντας από την προσωπική μου εμπειρία ότι κάθε αλλαγή στην κατανόησή μου του θείου Είναι επηρέαζε αναπόφευκτα ολόκληρη την ζωή μου, μου έδειχνε ότι κάθε ομολογία η μορφή μυστικισμού έχει την δική της συγκεκριμένη πνευματικότητα. Γι’ αυτόν τον λόγο είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ο χαρακτήρας της ασκητικής ζωής του αγίου Σιλουανού ανήκει καθ’ ολοκληρία στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Έγραφε ο ίδιος, όταν κάποιος από τους πατέρες κατέληξε ότι όλοι οι αιρετικοί θα αφανισθούν: «Δεν γνωρίζω σχετικά με αυτό το θέμα. Αλλά πιστεύω μόνο στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Σε αυτήν υπάρχει η χαρά της σωτηρίας μέσω της ταπεινώσεως του Χριστού». Η ζωή κάθε χριστιανικής ομολογίας, σε όλα τα επίπεδα, ρυθμίζεται από την κατανόηση της Αγίας Τριάδος.

Οι διαφορές στην θεολογική ερμηνεία της Υποστατικής Αρχής εν τω Θείω Είναι αποτελούν διαχωριστική γραμμή, γραμμή οροθεσίας, όχι μόνο μεταξύ των διαφόρων θρησκειών αλλά και μεταξύ των διαφόρων χριστιανικών ομολογιών. Δυστυχώς, οι περισσότεροι σύγχρονοι θεολόγοι δεν το έχουν ακόμη καταλάβει αυτό, αν και είναι το κατ’ εξοχήν βασικό σημείο που πρέπει να επιλύσουν.

Μας έχει κάνει εντύπωση ο πλούτος και η υπερβολική απλότητα της διδασκαλίας του αγίου Σιλουανού. Εχουμε ακόμα πολλά να μάθουμε και να πάρουμε από αυτόν…

Ο άγιος Σιλουανός ήταν ένας άνθρωπος που είχε μόνον ένα όραμα, εμπνευσμένο από την φανέρωση του Θεού που είχε φωτίσει ολόκληρο το είναι του, χωρίς εκείνος να το ζητήσει. Όταν ο Κύριος του είχε εμφανισθεί, είχε νιώσει ότι ο Θεός ήταν άπειρη αγάπη, οικουμενική αγάπη. Το Άγιο Πνεύμα του είχε αποκαλύψει την Θεότητα του Χριστού.

Το Άγιο Πνεύμα του είχε διδάξει την ταπείνωση και μια αγάπη τέτοιας χωρητικότητος που αγκάλιαζε κάθε δημιούργημα. Νύκτα και ημέρα αναζητούσε να βιώσει πάλι αυτήν την εμπειρία της θείας αιωνιότητας.

Η μαρτυρία ενός ανθρώπου σαν τον άγιο Σιλουανό, που ήταν εντελώς άδεια από διανοητικά επινοήματα, η μαρτυρία ενός ανθρώπου που σε ολόκληρη την ζωή του έχυσε το αίμα της καρδιάς του μέσα στην προσευχή για όλον τον κόσμο, δεν μπορεί παρά να έχει μια ιδιαίτερη δύναμη και μια ιδιαίτερη σημασία.

Μου φαίνεται ότι ο Γέροντας ήταν τόσο δεκτικός και αυθόρμητος όσο και οι πρώτοι απόστολοι. Το γεγονός ότι μπόρεσε να παραμείνει ανέπαφος από τις πλαστότητες του σύγχρονου πολιτισμού μας τον κάνει ακαταμάχητα πειστικό. Τόσο αυτοί που δεν τον γνώρισαν προσωπικά, αλλά που μπορούν να τον κρίνουν από τα γραπτά του, όσο και εκείνοι που τον γνώρισαν και είδαν την γνήσια απλότητα και ταπείνωσή του έχουν πεισθεί ότι ήταν ένας άνθρωπος του Θεού.

Και σήμερα η Εκκλησία πιστοποίησε αυτήν την βεβαιότητα…

Γέροντας Σωφρόνιος: Ο Γέροντας Σιλουανός «κρατούσε τον νου του στον Άδη και δεν απελπιζόταν». Αγωνιζόταν ενάντια στο «πνεύμα το μέγα και κραταιόν, τον συσσεισμό και την φωτιά» του πειρασμού. Και τώρα μας μιλάει μέσα από την «φωνή αύρας λεπτής» του Κυρίου7.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ 1. Βλ. Ματθ. 5, 43-48. 2. Ιω. 14, 30. 3. Εβρ. 2, 18. 4. Α’ Ιω. 4, 1. 5. Ιω. 5, 19-20. 6. Ιω. 8, 28. 7. Βλ. Α’ Βασ. 11-12.  ΣΟΦΙΑ ΝΤΕΚΟΥ