Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος (949‐1022 μ.Χ.)
στον Ύμνο 17 καλεί τυφλό και άπιστο όποιον δεν δέχεται τη διδασκαλία της Εκκλησίας
ότι ο αόρατος και αδιαφθορός Δημιουργός κατέβηκε στη γη, ένωσε στον εαυτό του τις δύο φύσεις (την θεία και την ανθρώπινη)
διακηρύσσοντας ότι κανένας με την ιδική του πείρα δεν γνώρισε ή δεν έζησε αυτό
το μυστήριο ή δεν το είδε καθαρά. Αλλά σ’ άλλους Ύμνους ο Άγιος Συμεών
επαναλαμβάνει με μεγάλη πεποίθηση, ότι τέτοια πείρα του δόθηκε επανειλημμένα.
Όταν το αδιάφθορο Θείο φως παραχωρείται σ’ έναν άνθρωπο, ο άνθρωπος αυτός γίνεται
πραγματικά φως. Η ένωση των δύο –Θεού και ανθρώπου– συμπληρώνεται από τη θέληση
του Δημιουργού και με την συναντίληψη και των δύο.
Εάν αυτό το γεγονός ήταν παροδικό και χωρίς επίγνωση, τότε, λέει ο Άγιος
Συμεών, η ένωση θα ήταν θνησιγενής και όχι ζωντανή. Και πώς θα μπορούσε η αιώνια
Ζωή να εισέλθει στον άνθρωπο χωρίς να την αντιληφθεί; Πώς είναι δυνατόν, συνεχίζει,
το Θείο Φως, να λάμψει στην καρδιά και στο νου του ανθρώπου σαν αστραπή στη νύχτα,
ή σαν μεγάλος ήλιος και ο άνθρωπος να μην αισθανθεί ένα τέτοιο ύψιστο γεγονός;
Όταν ενωθεί ο Θεός με το κατ’ εικόνα, δωρίζει τη γνώση του εαυτού του, όπως είναι.
Και συγχρόνως το Άγιο Πνεύμα και ο Υιός γίνονται ομοίως γνωστοί, μαζί με τον
Πατέρα. Και ο άνθρωπος τους γνωρίζει αυτούς τόσο, όσο του είναι δυνατό.
Για μας τους Χριστιανούς, ο Ιησούς Χριστός είναι
το μέτρο όλων των πραγμάτων θείων και ανθρωπίνων. «Εν αυτώ κατοικεί το πλήρωμα
της Θεότητος» (Κολ. 2,9) και της ανθρωπότητος. Αυτός είναι το τελειότερο ιδανικά
μας. Σ’ αυτόν βρίσκουμε την απάντηση σε όλα [//40] μας τα προβλήματα, που χωρίς αυτόν θα παρέμεναν άλυτα.
Αυτός είναι στ’ αλήθεια ο μυστικός άξονας του σύμπαντος. Εάν ο Χριστός δεν ήταν
ο νέος Υιός του Θεού, η σωτηρία με την υιοθεσία του ανθρώπου από το Θεό Πατέρα
θα ήταν εξ ολοκλήρου ακατανόητη. Μόνον η παρουσία της Θεότητας από την αιωνιότητα
–από το «εν αρχή» (Ιωάν. 1,1.14)– από την αρχή της Πατρότητας κάνει την Υιότητα
δυνατή για μας, καθ’ ομοίωση του Μονογενούς του Πατέρα. Οι λόγοι του Κυρίου
«ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ειμή δι’ εμού» (Ιωάν. 14,6) έχουν απόλυτη σημασία.
Μόνο με το Χριστό μπορεί ο άνθρωπος να κάνει
βήματα προς τη Θεία αιωνιότητα.
[//41] (ΔΥΣΤΥΧΩΣ Η
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΔΙΚΕΙ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ)
1. Ο κίνδυνος στη Δημιουργία
Το να δημιουργήσει κάποιος κάτι νέο είναι πάντοτε
σαν ένα τυχερό παιγνίδη, και η δημιουργία του ανθρώπου από το Θεό κατ’ εικόνα
και ομοίωση αυτού ενείχε μέχρις ένα βαθμό κίνδυνο. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως
ο Θεός κινδύνευε εισάγοντας ένα ασταθές στοιχείο ή συγκρουόμενο με την αιώνια ύπαρξη
του, αλλά το γεγονός ότι έδωκε στον άνθρωπο θεϊκή ελευθερία, απέκλεισε κάθε
μορφή προορισμού. Ο άνθρωπος έχει πλήρη ελευθερία να καθορίσει τη στάση του
αρνητικά έναντι του Θεού, και ακόμα να συγκρουστεί μαζί του.
Σαν απέραντη αγάπη,
ο Ουράνιος Πατέρας,
δεν μπορεί να
εγκαταλείψει τον άνθρωπο, που ο ίδιος δημιούργησε αιώνιο, για να γίνει μέτοχος
της θείας του πληρότητας. Ο Θεός ζει μαζί μας την ανθώπινη τραγωδία μας.
Κατανοούμε τον κίνδυνο, αναπνέοντας κατά κάποιο τρόπο στο μεγαλείο του, όταν
μελετούμε τη ζωή του Χριστού στη γη.
Ύστερα από μακρά μελέτη της «Εσχάτης Κρίσεως» του
Μιχαήλ Αγγέλου στην Καπέλλα Σιξτίνα, ανακάλυψα στην τοιχογραφία μιαν αναλογία
σχετική με την δική μου αντίληψη για τη δημιουργία του κόσμου. Προσέξτε το
Χριστό της εικόνας, τη χειρονομία την οποία κάνει. Ωσάν πρωταθλητής, εξακοντίζει
στην άβυσσο όλους όσους τόλμησαν να τον πολεμήσουν. Ολόκληρη η απέραντη οροφή είναι
γεμάτη από ανθρώπους και αγγέλους που τρέμουν από φόβο. Μέσα στην ολοφάνερη
κοσμική τους διάσταση, όλα έχουν αποδοθεί έτσι λόγω της δικής τους καταστάσεως και όχι λόγω της
οργής του Χριστού. Αυτός βρίσκεται στο κέντρο
και η οργή του είναι τρομερή. [//42] Αυτός, βέβαια, δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο εγώ
βλέπω το Χριστό. Ο Μιχαήλ Άγγελος ήταν ευφυής, αλλά όχι ειδικός για λειτουργικά θέματα.
Ας ανακατασκευάσουμε τώρα τη νωπογραφία. Ο Χριστός
φυσικά πρέπει να είναι στο κέντρο, αλλά διαφορετικός Χριστός, πιο σύμφωνος με
τις αποκαλύψεις που είχαμε γι’ αυτόν: Ο Χριστός παντοκράτορας αλλά με τη δύναμη της ταπεινής αγάπης. Δεν του αρμόζει η
εκδικητική χειρονομία. Δημιουργώντας μας ως ελεύθερα όντα, περίμενε σαν πιθανή,
ίσως αναπόφευκτη, την τραγωδία της πτώσεως
του ανθρώπου. Καλώντας μας από το σκότος της ανυπαρξίας στην ύπαρξη, η μοιραία
του χειρονομία μας ανεβάζει στα απόκρυφα βασίλεια της κοσμικής ζωής. «Ο πανταχού
παρών και τα πάντα πληρών» στέκεται πάντοτε κοντά μας. Μας αγαπά πνευματικά παρά
την αναίσθητη συμπεριφορά μας. Μας καλεί, είναι πάντοτε έτοιμος να απαντήσει
στην κραυγή μας για βοήθεια, και να οδηγήσει τα διστακτικά και αβέβαια βήματά
μας μέσα απ’ όλα τα εμπόδια που βρίσκονται στο δρόμο μας. Μας σέβεται ως ίσους
του. Το ύψιστο ιδανικό του είναι να μας δει στην αιωνιότητα, αληθινά ως ίσους
του, φίλους του και αδελφούς του, και γυιούς του Πατέρα. Αγωνίζεται γι’ αυτόν,
το επιθυμεί διακαώς. Αυτός είναι ο Χριστός μας, και ως άνθρωπος κάθισε στα δεξιά
του Πατέρα.
Αρχικά ο Θεός δημιουργεί το Πνεύμα μας καθαρά
δυνητικό. Το τί ακολουθεί δεν εξαρτάται απόλυτα απ’ αυτόν. Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος
να διαφωνήσει μαζί του, ακόμα και να το αντισταθεί. Παρουσιάζεται μια κατάσταση κατά την οποία εμείς οι ίδιοι καθορίζουμε
το αιώνιο μέλλον μας – πάντοτε βέβαια σε σχέση με το Θεό. Χωρίς αυτόν δεν μπορούμε
να υπάρχουμε. Και αν ζητάμε μια αγιασμένη αιωνιότητα –πράγμα το οποίο ουσιαστικά
ανήκει μόνο σ’ αυτόν– κάθε μας πράξη, όλη η δημιουργική [//43] δραστηριότητα μας, βεβαιότατα
πρέπει να εκπορεύεται, όχι χωρίς αυτόν, αλλά μαζί με αυτόν και δι’ αυτού.
Επειδή γεννηθήκαμε καθαρά δυνητικοί, το πνεύμα μας
πρέπει συνέχεια να καθιστά την ύπαρξη μας υπόσταση. Έχομε ανάγκη να αναπτυσσόμεθα.
Αυτή η ανάπτυξη συνδέεται με πόνους και βάσανα. Όμως όσο παράξενο και να φαίνεται, τα βάσανα είναι
επιτακτικά για την
διατήρηση της ζωής που
δημιουργήθηκε από το μηδέν. Εάν τα ζώα δεν αισθάνονταν πείνα δεν θα έκαναν
καμιά προσπάθεια προς εύρεση τροφής αλλ’ απλώς θα παρέμεναν καταγής περιμένοντας
τον θάνατο. Ομοίως οξεία ανησυχία αναγκάζει τον αρχέγονο άνθρωπο να ψάξει για
τη διατροφή του. Ύστερα καθώς προχωρεί προς τη λογική γνώση, τα βάσανα αποκαλύπτουν
στο νου του που μπορεί να αντιληφθεί συγχρόνως και τα δύο, πρώτο την ατέλεια
του και δεύτερο την ατέλεια του κόσμου που τον περιβάλλει. Αυτό τον αναγκάζει
να αναγνωρίσει την αναγκαιότητα ενός νέου δημιουργικού τύπου προσπαθείας, για
μια τελειότερη ζωή σ’ όλες τις εκδηλώσεις της. Αργότερα, θα φτάσει σε μια
συγκεκριμένη αντίληψη για το Υπέρτατο Όν, το οποίο θα εμπνεύσει στην ψυχή του
την αναζήτηση καλύτερης γνώσεως αυτού. Και μ’ αυτόν τον τρόπο φτάνει ο άνθρωπος
στη σκέψη ότι αυτό το Πρωτογενές Όν, που η κατανόηση του τον ανάγκασε να σκεφθεί
για πρώτη φορά, δεν αρνείται να συζητήσει μαζί του· στο φως αυτής της σχέσεως ο
θάνατος φαίνεται σαν παραλογισμός, πιθανότητα που πρέπει να πολεμηθεί αμείλικτα.
Και η ιστορία αποδείχνει ότι πολλοί από αυτούς που έκαμαν αυτό τον πόλεμο με
αδιάπτωτη δραστηριότητα, και αν ακόμα βρίσκονταν εδώ στη γη, πνευματική βρίσκονταν
στην αιώνια Βασιλεία του ζωντανού Θεού και πέρασαν από το θάνατο στην ατελείωτη
ζωή στο Φως του [//44] Θείου Όντος.
Ας φαντασθούμε πάλι τη δραματική χειρονομία του
«δικούς μας» Ιησού, να ρίχνει τον άνθρωπο, που δημιούργησε ο ίδιος, ελεύθερο,
σαν ένα θαυμάσιο σπόρο στον κόσμο που ετοιμάστηκε γι’ αυτόν. Η κίνηση αυτή είναι
του σπορέα που ρίχνει το σπόρο στη γη που οργώθηκε και ετοιμάστηκε.
Ο θεμέλιος λίθος της χριστιανικής θεολογίας μας είναι
η αποκάλυψη: «Εν αρχή ήν ο Λόγος … και Θεός ήν ο Λόγος … πάντα δι’ αυτού εγένετο
και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ έν ό γέγονεν. Εν αυτώ ζωή ήν» (Ιωάν. 1,1.3.4). Αλλά
η σύγχρονη επιστήμη ισχυρίζεται ότι «εν αρχή» ήταν το υδρογόνο, και από αυτό το
άτομο, με εξελικτική πορεία που διήρκησε χιλιάδες χρόνια, αναπτύχθηκαν τα πάντα.
Η επιστημονική αρχή –η αντικειμενικότητα του κόσμου με την αντικειμενική γνώση–
είναι εφαρμόσιμη μόνον όπου οι νόμοι της φύσεως επικρατούν απολύτως. Δεν είναι
ξεκαθαρισμένο γιατί και με ποια βάση πολλοί επιστήμονες απορρίπτουν την πιθανότητα
άλλων τύπων όντων, ελευθέρων και απροσδιορίστων. Γνωρίζουμε ότι το Πρωτογενές
Όν ευρίσκεται έξω από τους περιορισμούς της επιστήμης η οποία δεν μπορεί να μας
πει τίποτε για το νόημα της υπάρξεως μας.
Τελικά και στις δύο σχολές σκέψεως που διαφέρουν τόσο
ριζικά η μια από την άλλη, παρατηρούμε δυό αντίθετες ροπές στην ψυχή του ανθρώπου.
Από το ένα μέρος αυτούς που άστοχα αποστρέφονται την ταλαιπωρία της ζωής στη γη
και κατ’ επέκταση αποστρέφονται την ύπαρξη γενικά και αισθάνονται να βυθίζονται
περίεργα σε μια ανάπαυση ανυπαρξίας που διαπερνά τα πάντα. Από το άλλο μέρος
αυτούς που ακολουθούν το Χριστό και προσπαθούν να κυριαρχήσουν στις γήινες
αδυναμίες τους να επιτύχουν τη θεία αιωνιότητα, επιστρατευόντας, στις [//45] προσπάθειές τους να εισέλθουν
πιο βαθειά στα μυστικά του Άναρχου Όντος, μεθόδους που φαίνονται ανυπόφορα παράλογες.
«Εφ’ ώ ου θέλομεν εκδύσασθαι, αλλ’ επενδύσασθαι, ίνα καταποθή το θνητόν υπό της ζωής» (Β’ Κορ. 5,4) – το αντίθετο της
φιλοσοφίας και της ασκητικής θεωρίας της απεκδύσεως της υπάρξεως.
Εμείς οι χριστιανοί δεχόμαστε το εξαίσιο δώρο της
ζωής με ευχαριστίες. Αφού κληθήκαμε από το Χριστό, αγωνιζόμαστε για όσο το
δυνατό πληρέστερη γνώση της Αρχικής Πηγής ολόκληρης της υπάρξεως. Από τη γέννηση
μας και στο εξής αναπτυσσόμαστε βαθμηδόν και γινόμαστε όντα. Ο Χριστός είναι
για μας «η οδός και η αλήθεια και η ζωή …» (Ιωάν.
14,6). Μαζί του ο δρόμος μας είναι μια μεγάλη και περίπλοκος πνευματική καλλιέργεια·
διασχίζουμε τα κοσμικά χάσματα, συχνά
με πολλές ταλαιπωρίες αλλά όχι σπάνια σε μεταρσιώσεις, καθώς η αντίληψη αυξάνεται.
Για λίγο η πορεία της αναπτύξεως είναι
συνδεδεμένη με το φυσικό μας σώμα, αλλά σύντομα ελευθερωμένη από τις γήινες
αλυσίδες, με την ψυχή και το πνεύμα μπορούμε να συνεχίσουμε την άνοδο προς τον ουράνιο Πατέρα. Γνωρίζουμε
ότι μας αγαπά και εξ αιτίας αυτής της αγάπης του αποκαλύπτει τον εαυτό του σε
μας χωρίς όρια. Μπορεί ακόμα η αποκάλυψη να είναι μερική, αλλά γνωρίζουμε ότι
σε αυτόν βρίσκεται η αθανασία μας. Δι’
αυτού θα φτάσουμε στην αιώνια αλήθεια. Θα μας χαρίσει την απερίγραπτη χαρά της
συμμετοχής μας στην πράξη της θείας δημιουργίας του κόσμου. Πεινάμε για την πλήρη
ένωση μας με αυτόν. Αυτός είναι φως, ωραιότητα, σοφία, αγάπη. Δίνει το ευγενέστερο
νόημα στη ζωή μας και την μακαριότητα της γνώσεως χωρίς όρια.
Το είδος της προσωπικής υπάρξεως που λαμβάνουμε με
τη γέννησή μας – ύπαρξη δυνητική την οποία μερικώς [//46] ήδη σκεφθήκαμε– ποτέ δεν είναι
δυνατό ν’ αναπτυχθεί από το άτομο του υδρογόνου οσεσδήποτε θαυμαστές και απρόβλεπτες
«συμπτώσεις» συμβούν. Η οντολογική απόσταση είναι πάρα πολύ μεγάλη μεταξύ της
καταστάσεως του ατόμου της ύλης και της καταστάσεως του όντος το οποίο πλέον είμαστε
και για το οποίο είμαστε βέβαιοι ότι θα
τελειοποιηθεί και θα συμπληρωθεί.
Είναι φυσικό ότι ως Χριστιανοί πρέπει να διερευνούμε
υπό το πρίσμα του Ευαγγελίου την προσωπική μας σχέση με το Θεό. Όταν το Άγιο
Πνεύμα κατοικήσει μέσα μας, μας οδηγεί να ζήσουμε την αγάπη που μας δόθηκε ως
εντολή από το Χριστό· αισθανόμαστε μέχρι τα κατάβαθά μας ότι αυτή είναι η μόνη
φυσική κατάσταση για το αθάνατο πνεύμα μας, και σ’ αυτή την κατάσταση
αντιλαμβανόμαστε τη θεϊκή παγκοσμιότητα του Χριστού και των εντολών του. Αυτή είναι
η αλήθεια, που δεν επιτρέπει καμιά αμφιβολία στο νου ή στην καρδιά. Είναι η σωτηρία που διδάσκεται από την Εκκλησία. (Ομιλώ τώρα όχι για
το ηθικό αλλά για το οντολογικό περιεχόμενο του Ευαγγελίου). Αυτή η αγάπη είναι ουσιαστικά θεία ενέργεια, της
οποίας η δύναμη ποτέ δε χάνεται, αλλά συνεχίζεται αιώνια σ’ όλη της την πληρότητα.
Όταν ανέλαβε τη δική μας φύση στην πεσμένη κατάσταση,
ο Χριστός, ο Λόγος του Πατέρα την αποκατάστησε όπως ήταν πριν και όπως είναι παντοτινά
στη δημιουργική θέληση του Πατέρα. Η ενσάρκωση του Μονογενούς Υιού είναι η εκδήλωση
του θείου στη δική μας μορφή υπάρξεως. Τώρα αποκαλύφθηκε το μυστήριο του τρόπου
της σωτηρίας.
που εσχάτως μας κάλεσες στην αιώνια δόξα με το έργο του Ιησού Χριστού,
[//47] του αναμάρτητου Χριστού
που έφερε τις αμαρτίες του κόσμου και θυσιάστηκε στο Σταυρό για να μπορέσουμε
να ζήσουμε αιώνια, ο οποίος στην αδυναμία της ανθρώπινης σάρκας
διακήρυξε το καθ’ ομοίωση της δικής σου τελειότητας.
Σε παρακαλούμε, Πανάγιε Πατέρα γέμισε μας από ψηλά
με τη δύναμη σου
ώστε να μπορέσουμε
να ακολουθήσουμε τα βήματα σου.
Κάμε μας όμοιους στην καλοσύνη με τον Υιό σου σ’
αυτόν τον υπεροπτικό και άστατο αιώνα,
ώστε να μη βλασφημηθεί η οδός της δικής σου Αλήθειας
εξ αιτίας της δικής μας αναλήθειας,
και να μη βεβηλωθεί από τους υιούς της απείθειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου