Παραδείγματα από τις προσευχές πριν από τη Θεία Μετάληψη. Αρνητικές επιπτώσεις από το βιβλίο του Ιωάννου του Σταυρού.
Σας έλεγα κάποτε π.χ. ότι θεμέλιο της πνευματικής ζωής είναι η μετάνοια· ότι στο φόβο του Θεού και την τήρηση των εντολών περιλαμβάνεται όλη η σοφία και όλη η «μυστική ζωή», το μυστήριο δηλαδή ότι για την απόκτηση υψηλών διαθέσεων ή καταστάσεων δεν πρέπει να είμαστε βιαστικοί, όπως εσείς· ότι ο άνθρωπος ανάγεται στη θεωρία με τη χάρη του Θεού ύστερα από μετάνοια, από μεγάλη και βαθειά ταπείνωση, και ότι η θεωρία είναι εντελώς απρόβλεπτη για τον άνθρωπο· ότι η οδός για την υιοθεσία είναι η μετάνοια· ότι η αγάπη του Θεού ακολουθεί το φόβο του Θεού, που είναι τόσο δυνατός, ώστε ο άνθρωπος να αισθάνεται τον εαυτό του τρόπον τινά καθηλωμένο. Υπάρχει σαφής έκφραση στην Αγία Γραφή και τις ευχές: «Όλον με τω σω συγκαθήλωσον φόβω»2. Πρέπει πάντοτε να προσευχόμαστε συναισθανόμενοι τον εαυτό μας αμαρτωλό κλπ., όπως γράφετε. Προς ενίσχυση των λόγων μου αναφέρω αυτό που συχνά διαβάζετε, τις Ευχές πριν τη Θεία Μετάληψη. Είναι όλες διαποτισμένες με το πνεύμα της βαθείας [//338] και ειλικρινούς μετάνοιας και αυτομεμψίας.
Πρώτη Ευχή: «Ουκ ειμί άξιος ατενίσαι εις το ύψος της δόξης Σου … και ανάξιός ειμι του ουρανού και της γης, και αυτής της προσκαίρου ζωής»3.
Τρίτη Ευχή: «Ουκ ειμί άξιος ουδέ ικανός … μηδέ εμού βδελύξη το ρυπαρώτερον εκείνης στόμα και εναγέστερον, μηδέ τα έμμυσα και ακάθαρτά μου χείλη και βέβηλα»4.
Τέταρτη Ευχή: «… άπαντας εν τω χορώ των Σων φίλων κατέταξας»5
Η Ευχή είναι καθαρά ευχή μετανοίας σε σημείο σχεδόν απογνώσεως. «Ουκ έστιν εν εμοί ελπίς σωτηρίας … ότι πολλών κακών επλήσθη η ψυχή μου και ουκ υπάρχει εν εμοί ελπίς σωτηρίας …»6.
Εβδόμη Ευχή: «Από ρυπαρών χειλέων … μη παρωσάμενός μου, μη τους λόγους … δος μοι παρρησία λέγειν … και δίδαξόν με τί με δει ποιείν και λέγειν», και ύστερα συντελείται μια αλλαγή, από την οποία φαίνονται τα αποτελέσματα της μετάνοιας: «Αλλά τούτο πάλιν οίδα … ως ελέω συμπαθείας τους θερμώς
1 Απόσματα 1 από την Επιστολή 13 του π. Σωφρονίου προς τον Δ. Μπάλφουρ (14/27
Δεκεμβρίου 1932), που δεν συμπεριλήφθηκε στην τελική μορφή της. Βλ. σ. 198, υποσ. 6.
2 Οσίου Συμεών Μεταφραστού, Ευχή Γ’, μετά τη Θεία Μετάληψη.
3 Μ. Βασιλείου, Ευχή Α’ προ της Θ. Μεταλήψεως.
4 Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ευχή Γ’ προ της Θ. Μεταλήψεως.
5 Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ευχή Δ’ προ της Θ. Μεταλήψεως.
6 Η ευχή αυτή απαντά στην ακολουθία της Θ. Μεταλήψεως στα ρωσικά.
μετανοούντας και καθαίρεις και λαμπρύνεις και φωτός ποιείς μετόχους, κοινωνούς θεώτητός Σου εργαζόμενος αφθόνως … ομιλείς αυτοίς πολλάκις ώσπερ φίλοις Σου γνησίοις»7.
Ως εκ τούτου, εκείνο που γράψατε από τη Νίκαια στο τελευταίο σας γράμμα για την προσευχή, είναι πολύ ωραίο. Και αυτό να κάνετε με την καρδιά σας χωρίς δισταγμό.
Να συναισθάνεσθε τον εαυτό σας αμαρτωλό, που προσέρχεται [//339] στον Σωτήρα ως μηδαμινό κτίσμα, που τολμά να απευθυνθεί στον απερίγραπτα Μεγάλο Δημιουργό· να συνειδητοποιείτε την πτωχεία και αχρειότητά σας και την άκρα αναξιότητα να συνομιλείτε με τον Θεό. Αν νιώθετε έτσι, αυτό είναι μεγάλο αγαθό. Να εκφράζετε τις προσευχές και τα αισθήματα της καρδιάς σας στον Θεό με δικά σας λόγια. Είναι καλό, αν καθαρά, συνετά και συνειδητά παρουσιάζετε τις πνευματικές σας ανάγκες και τις εκφράζετε με απλότητα, χωρίς να σκέπτεσθε με τι λόγια να απευθυνθείτε στον Θεό, γιατί ο Ίδιος γνωρίζει τις απόκρυφες σκέψεις της καρδιάς μας και, όταν δεν έχετε λόγια, τότε προσεύχεσθε
«στεναγμοίς αλαλήτοις»8.
Αφήστε κάθε σκέψη για «κενό των (ψυχικών) δυνάμεων», «σκοτεινή (μυστική) νύχτα» κ.τ.ά. Λυπάμαι που έπεσε στα χέρια σας αυτό το βιβλίο. Μπορεί να σας ζημιώσει πολύ, αλλά δεν θεωρώ καθόλου ότι φταίει γι’ αυτό το ίδιο το βιβλίο.
Να μη σκέφτεσθε, αγαπητέ πάτερ Δαβίδ, τι είδους είναι οι προσευχές που σας ανέφερα πιο πάνω, δηλαδή αν ανήκουν στο υψηλότερο ή το κατώτερο ή το μέτριο είδος προσευχής. Μεταξύ άλλων θα πω ότι σύμφωνα με τον όσιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο ανήκουν στο μεσαίο είδος προσευχής9.
Το κατώτερο γίνεται με τη φαντασία. Μην ταλαιπωρείσθε λοιπόν προς το παρόν με αυτό το είδος της προσευχής. Αν πάλι σας παρουσιάζουμε τη μετάνοια ως αναπόσπαστο στοιχείο ή θεμέλιο όλης μας της ζωής, αυτό δεν σημαίνει πως είναι άγνωστες τέτοιες υψηλές καταστάσεις, όταν η μετάνοια «τελειώνει». Παρόμοια, με ανεξήγητο τρόπο ο μεγάλος φόβος του Θεού, όταν φθάσει στην άκρα έντασή του, μεταμορφώνεται σε Θεία αγάπη.
[//340] Σας μιλώ για εκείνο, για το οποίο είμαι βέβαιος, για ό,τι και ο ίδιος έζησα […] Αλλοίμονο όμως σε μένα τον άθλιο: Θέλω να τελειώσω αυτές τις θλιβερές για μένα αναφορές στην μηδαμινή πείρα μου.
Να τι λέει ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος: «Η πνευματική γνώσις υπάρχει δευτέρα κατά την φύσιν από την εργασίαν των αρετών, προηγείται δε και των δύο ο φόβος και η αγάπη· ο δε φόβος πάλιν προηγείται της αγάπης· και όστις αναισχύντως λέγει, ότι δύναται ν’ αποκτήση την πνευματικήν γνώσιν προ της εργασίας του φόβου και της αγάπης, αυτός αναμφιβόλως τίθησι θεμέλιον της
7 Συμεών Νέου Θεολόγου, Ευχή Ζ’.
8 Ρωμ. 8,26.
9 Συμεών του Νέου Θεολόγου, Λόγος 68, ό.π., σσ. 364‐369.
απωλείας της ψυχής αυτού· επειδή και η απλανής οδός του Κυρίου υπάρχει αύτη, ότι η πνευματική γνώσις γεννάται εκ του φόβου και της αγάπης»10.
10 Αββά Ισαάκ του Σύρου, Λόγος 44, ο.π., σσ. 161‐162.
[//341]
5. ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΝΟΕΡΑ 1
Θέματα για την πνευματική εμπειρία της προσευχής.
Η έννοια της καρδιάς.
Η «σιγή του νου» στον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη.
Ο μυστικισμός ως υπεκφυγή από τον σταυρό.
Η αναζήτηση από μέρους σας μεταφυσικών εννοιών περί καρδίας δεν μου αρέσει. Όλα αυτά δεν είναι προς όφελος, δεν οικοδομούν, αλλά αντίθετα φθείρουν.
Εξηγείστε μου, πως το εννοείτε αυτό; Όταν βυθίζεσθε στη σκοτεινή νύχτα ή στο κενό των δυνάμεων, τότε ο νους σας, εντελώς ελεύθερος από κάθε σκέψη, που βρίσκεται τέλος πάντων; Εκεί όπου βρίσκεται και η σαρκική καρδιά μας, στο αριστερό μέρος του στήθους ή κάπου αλλού, ή δεν την αισθάνεσθε καθόλου, πουθενά, αλλά απλώς βυθίζεσθε σε μια κατάσταση πλήρους απουσίας σκέψεως, σε κάποια άβυσσο; Και δεν σκέφτεται άραγε ο νους σας εντελώς τίποτε ή σκέφτεται κάπως τον Θεό; Μήπως ίσως κάνει και προσευχή; Και εάν ναι, τότε ποιο είδος και με τι τρόπο; Με λόγια ή μόνο με την αίσθηση της καρδιάς (της σακρικής); ή με το νου μόνο, χωρίς να εκφράζεται με κανένα λόγο ή επιθυμία προς τον Θεό; Βλέπει, άραγε κάτι ο νους σας κατά τη διάρκεια αυτής της κατάστασης ή όχι; Παρακαλώ πολύ να μου τα εξηγήσετε οπωσδήποτε όλα αυτά. Κάνετε τον κόπο, αν είναι δυνατό. Κι εγώ εργάζομαι επάνω [//342] στο θέμα αυτό, αλλά όχι για τον εαυτό μου, γιατί κάτι τέτοιο δεν με απασχολεί άμεσα.
Επί πλέον, αν είναι δυνατό, να μου γράφετε με συντομία, πώς εννοούν οι Ρωμαιοκαθολικοί το μυστικισμό του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου.
Πολύ εύστοχα γράψατε σε άλλο σημείο του γράμματός σας: «Οι κανόνες, οι ειρμοί, είναι τόσο πολύπλοκοι και τόσο απόμακροι από εκείνο που συμβαίνει στο νου και στην καρδιά μου». Η καρδιά που αναφέρετε εδώ είναι αυτή που πρέπει να λαμβάνετε υπόψη. Και σε άλλο πάλι σημείο: «Να μιλάς με τον Χριστό, εκφράζοντας καθαρά εκείνο που αισθάνεται η καρδιά (εδώ πολύ ορθά εκφράζετε και ορθά κατανοείτε πού βρίσκεται η καρδιά και τί είναι αυτή), αναπτύσσοντας το αίσθημα αυτό και τη συναίσθηση της σημασίας και της δυνάμεώς του, ασκούμενος στην ευκολία τέτοιας στροφής προς τον Κύριο, όταν η συνείδηση και ο νους και η καρδιά αντιλαμβάνονται καθαρά εκείνο που λαμβάνει χώρα». Όλα αυτά τα λέτε και τα κάνετε ωραία και με τη βοήθεια του Θεού· συνεχίστε να τα κάνετε. Πρέπει απαραίτητα να υπάρχει στην προσευχή συμφωνία νου και καρδιάς, «συναίσθηση και διαύγεια». Και δεν πρέπει καθόλου να υπάρχει κενό δυνάμεων, σκοτεινή νύχτα, εξαφάνιση των λειτουργιών.
Δεν διάβασα ακόμη το βιβλίο, αλλά από το γράμμα σας παρατηρώ ότι δημιουργήσατε για τον εαυτό σας λανθασμένες παραστάσεις για όλα αυτά. Αν
1 Απόσπασμα 2 από την Επιστολή 13, του π. Σωφρονίου προς τον Δ. Μπάλφουρ (14/27
Δεκεμβρίου 1932), που δεν συμπεριλήφθηκε στην τελική μορφή της. Βλ. σ. 201, υποσ. 10.
ΑΣΚΗΣΙΣ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ‐ 204 ‐
όμως εννοήσατε τον συγγραφέα έτσι, όπως πράγματι διδάσκει, τότε και αυτός πλανάται. Αυτό κατά συνέπεια σημαίνει ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί δεν καταλαβαίνουν και τον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη. Αν όμως μόνο εσείς ακόμη πλανάσθε, αυτό θα ήταν καλό. Πιστέψτε, αγαπητέ πάτερ Δαβίδ, ότι στη θεωρία και την άυλη ζωή οι άνθρωποι εισάγονται κατά τη δωρεά του ελέους του Θεού με διαφορετικό τρόπο. Η «σιγή του νοός» στον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη ποτέ δεν χωρίζεται [//343] από την προσευχή, αλλά η «νοερά ησυχία» αυτών που προσεύχονται είναι κάτι άλλο και επιτυγχάνεται με άλλον, διαφορετικό τρόπο, από ό,τι στον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη. Υπάρχουν κοινά σημεία, υπάρχουν και διαφορές των οδών και των καταστάσεων. Το καλύτερο από όλα προς το παρόν είναι να εγκαταλείψετε κάθε σκέψη γύρω από αυτά. Αν τώρα σας τα εξηγήσω όλα, τότε θα τα αφομοιώσετε διανοητικά, αλλά δεν θα τα γνωρίσετε με την πνευματική πείρα.
Μήπως όμως όλα αυτά δημιουργήθηκαν μέσα σας, γιατί ο «Ιωάννης του Σταυρού» διδάσκει το αντίθετο; Να γνωρίζετε όμως, αγαπητέ, ότι, αν ορθά διδάσκει για τη «νοερά ησυχία», δεν θα υπάρξει ανάμεσά μας καμιά αντίθεση. Απλώς όμως σπεύσατε παράκαιρα εκεί, όπου δεν σας επιτρέπεται ακόμη να διεισδύσετε, και μου φαίνεται ότι ακόμη δεν τα κατανοήσατε πλήρως, αν και γράφετε στο γράμμα σας ότι σας είναι όλα πολύ κατανοητά (για το βιβλίο του
«Ιωάννου του Σταυρού» λέτε ότι σας είναι «τελείως κατανοητό»). Εξάλλου ως άνθρωπος μπορεί εγώ να σφάλλω και όχι εσείς. Τότε, παρακαλώ, να με διορθώσετε. Όλα αυτά τα λέω, πριν διαβάσω το βιβλίο, βασιζόμενος μόνο στα γράμματά σας, που τα διάβασα για δεύτερη φορά, και στα οποία θα απαντήσω σύντομα. Η στροφή αυτή προς την τελειότητα και προς τη βαθειά «μυστική» γνώση αποτελεί την κύρια αιτία της αποχωρήσεως πολλών από την σταυρική οδό του χριστιανισμού στην πλατεία οδό, στην κραιπάλη των σχισματικών, των θεοσόφων και των ομοίων τους. Και ενεργώ έτσι σκοπίμως, για να σας αναχαιτίσω ή, όπως λένε οι άγιοι Πατέρες, «να σας αρπάξω από τα πόδια και να σας προσγειώσω, ενώ επιχειρείτε ιδιόρρυθμα να πετάξετε στον ουρανό»2.
2 Βλ. Αρχαίο Πατερικό, κεφ. 10, σ. 204, (στα ρωσικά). Μόσχα 1891.
[//344]
6. Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΣ
Θεραπεία με προσευχή. Απροσεξία στο θαύμα: Η αμετανοησία και η αναζήτηση της «παλαιάς ευτυχίας». Το οικτρό τέλος.
The Old Rectory, 29 Ιανουαρίου 1962
[…] Σε κατανοώ πλήρως, όταν μου γράφεις για τον Α1. Απάντησα στο τηλεγράφημά του για το θάνατο της γυναίκας του Μ. από το Κάιρο, όπως και στο γράμμα του … Σε σένα μπορώ να μιλήσω ανοιχτά και ξεκάθαρα. Τον τελευταίο καιρό του έγραψα με λιγότερη διάθεση, γιατί περίμενα από αυτόν και την Μ. περισσότερα.
Γνωρίζεις ότι αυτή ήταν καταδικασμένη από τους γιατρούς να πεθάνει. Στο νοσοκομείο καρκινοπαθών του Λονδίνου είχαν ήδη σταματήσει τη θεραπεία της με ακτινοβολίες, γιατί όλα έδειχναν ανώφελα. Οι ιστοί δεν συγκρατούσαν τα διαβρωμένα από τον καρκίνο σπλάχνα της και πολλά άλλα. Με παρακάλεσε να προσευχηθώ μαζί του για τη θεραπεία της. Ζήτησε από το Θεό θαύμα. Με χαρά στο πνεύμα μου, αλλά με μεγάλη θλίψη στην καρδιά μου άρχισα να προσεύχομαι γι’ αυτήν και γι’ αυτόν. Κάποια ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου, πριν από δύο χρόνια, πήγα να την κοινωνήσω. Έμεινα κοντά στο κρεβάτι της περισσότερο από δύο ώρες. Προσευχηθήκαμε, μιλήσαμε, συζητήσαμε· την κοινώνησα … Γύρισα στο Μοναστήρι και την επόμενη ημέρα έλαβα γράμμα από τον Α. ότι οι γιατροί [//345] εξέτασαν την Μ. και αποφάσισαν να συνεχίσουν τη θεραπεία με τις ακτινοβολίες. Η κατάστασή της και πνευματικά και σωματικά είχε βελτιωθεί αισθητά. Τότε έγραψα στον Α. ότι η πρώτη «στροφή» πραγματοποιήθηκε. Να ελπίζει ότι η ανάρρωση είναι δυνατή, αλλά να θυμάται ότι πρέπει και αυτός και εκείνη στην περίπτωση αυτή να αλλάξουν ριζικά τη ζωή τους, γιατί το θαύμα δεν τελείται για να παραμείνουν οι ίδιοι όπως ήταν πριν από αυτό.
Σε μικρό χρονικό διάστημα, μετά από δύο εβδομάδες περίπου, βρέθηκα πάλι στο Λονδίνο, ώστε για δεύτερη φορά να την κοινωνήσω. Κάναμε πάλι έντονη προσευχή και τα άλλα.
Και νά, εκείνη που ήταν ήδη εντελώς «καταβεβλημένη» πριν από λίγες ημέρες, σηκώνεται από το κρεβάτι, πηγαίνει με λεωφορείο στο αεροδρόμιο και πετάει στην Ελβετία, όπου εσύ τους συνάντησες. Ζουν στα βουνά, κάνουν περιπάτους, αυτή τρώει από όλα, εύθυμη και σχεδόν γεμάτη ζωή. Ύστερα από λίγο καιρό πηγαίνουν στο Παρίσι, εκεί επισκέπτονται τα πάντα, τα μουσεία, τα θέατρα και άλλα πολλά … Έρχονται στο Λονδίνο, για να παρουσιαστούν στους γιατρούς. Οι γιατροί δεν εντόπισαν ίχνη μετάστασης ή υποτροπής. Πηγαίνουν στην Ελλάδα, στην Αίγυπτο … αλλά τίποτε άλλο δεν υπάρχει, παρά μόνο η αναζήτηση της «παλαιάς ευτυχίας» και ο πόθος της «ζωής», όπως συνέβαινε τα
1 Ο Α είναι κάποιος κοινός γνωστός του Γέροντος Σωφρονίου και του Δ. Μπάλφουρ, που πενθούσε τον πρόσφατο θάνατο της γυναίκας του Μ.
προηγούμενα χρόνια, πριν από την αρρώστια. Ο Α. δεν της είπε ότι είχε καρκίνο, ότι θεραπεύτηκε με θαύμα. Της καλλιεργούσε την πεποίθηση ότι οι προηγούμενοι γιατροί έσφαλλαν, ότι δεν είχε τίποτε το φοβερό … Το αποτέλεσμα ήταν να γίνει το θαύμα χωρίς καμία ριζική μεταβολή στην πνευματική τους ζωή. Δεν γνωρίζω, φύλαξε άραγε το άγαλμα του Βούδα που είδα να έχει κοντά της στο νοσοκομείο και με απροκάλυπτη ικανοποίηση μου το έδειξε ως κάτι «θαυμαστό»; Εκείνη τη στιγμή εγώ [//346] δεν ήθελα με τίποτε να την στενοχωρήσω. Είπα απλώς ότι εγώ ο ίδιος αγαπώ μόνο τον Χριστό και δεν ήθελα να κοιτάξω το Βούδα. Ούτε αυτή ούτε ο Α. με κατάλαβαν.
Δεν θέλω να προβώ σε ανάλυση της ζωής του Α. και της Μ. Θεωρούσα όμως πάντοτε τον Α. προικισμένο με πλούσια πνευματικά χαρίσματα, και μου προκαλούσε πάντοτε βαθειά οδύνη το γεγονός ότι δεν κατάλαβε την κλήση του Θεού. Προτίμησε κάποια μορφή παγκοσμιότητας, που σήμερα βρίσκει έδαφος στη σκέψη πολλών. Η Μ. βρισκόταν κάτω από την επίδρασή του. Εγώ βέβαια περίμενα από εκείνον κυρίως να κατανοήσει ότι η παγκοσμιότητα του Χριστού είναι η μοναδική και αυθεντική παγκοσμιότητα, και το να αναζητά κανείς οπουδήποτε οτιδήποτε πιο παγκόσμιο είναι κατανοητό μόνο για όσους δεν έζησαν τη χάρη του Βαπτίσματος … Για μένα αποτελούσε φυσιολογική συνέπεια η εκ νέου επιδείνωση της υγείας της Μ. Και μου ήταν πια απίστευτα βαρύ να παρακαλέσω εκ νέου τον Θεό, γιατί η πρώτη μου ελπίδα διαψεύστηκε· αυτοί δεν άλλαξαν, δεν ανακαινίστηκαν. Η προσευχή λοιπόν για τους αρρώστους, για την ίασή τους με την άνωθεν δύναμη, η θαυματουργία, είναι δυνατή μόνο με την
«υπόσχεση» της μετάνοιας, δηλαδή της ριζικής αλλαγής όλης της ζωής τους, ώστε η δόξα του Θεού να βρει χώρο μέσα τους και όλη η μετέπειτα ζωή τους να συνεχισθεί πλέον στο επίπεδο της Θείας δόξης.
Όπως εσύ, έτσι και εγώ, έγραψα στον Α. ότι, όσο βαρειά και αν είναι η θλίψη του, αυτό που του δόθηκε να ζήσει με την Μ. οφείλει να το αποδεχθεί ως νέα κλήση, σε νέο αγώνα, τον μεγαλύτερο και πιο θριαμβευτικό. Από την απάντησή του βλέπω ότι τα λόγια μου δεν βρήκαν απήχηση στην ψυχή του. Όλο το γράμμα του είναι πένθος «ψυχικό», για να μην πω «σαρκικό». Θα ήθελα, όπως κι εσύ, να τον δω να «ανορθώνεται σε όλο το ύψος του», πραγματικά συνετισμένο από την πείρα … ενώ αυτός κάνει λόγο για [//347] αυτοκτονία, εκφράζοντας έτσι τη διάθεση να επιταχύνει την έξοδό του από αυτόν τον κόσμο και μόνο τα λόγια της Μ., «ποτέ μην το κάνεις αυτό», τον συγκρατούν.
Βέβαια πάλι θα του γράψω, αλλά δεν έχω πια στην ψυχή μου την ίδια έμπνευση που είχα μόλις πριν από λίγο καιρό· δεν υπάρχει ελπίδα πως θέλει να ανορθωθεί. Με γυναικείο σχεδόν τρόπο «καλλιεργεί» τη θλίψη του. Θα είναι άραγε ωφέλιμο να του μιλήσει κανείς γι’ αυτό απότομα, απερίφραστα, αποφασιστικά; Δεν είμαι βέβαιος. Γι’ αυτό εν μέρει σιωπώ …
Θα σου συμβεί ακόμη πολλές φορές να ζήσεις τη θλίψη, γιατί δεν στρέφονται όλοι οι άνθρωποι με την ίδια δύναμη στον Θεό. Πολλές φορές θα υποφέρεις, γιατί αρνούνται συχνά να πορευθούν για να συναντήσουν τον Θεό, ο Οποίος τους αναζητά με κάθε «τρυφερότητα», με εντελώς εξαίρετη Θεία ταπείνωση, χωρίς να ασκεί κανένα, έστω και τον παραμικρό, εκβιασμό επάνω
τους. Ασκώντας το διακόνημα του πνευματικού, άρχισα να βλέπω λίγο καθαρότερα, «πόσο προσεκτικός είναι ο Κύριος», πόσο ευγενής (συγχώρεσέ με για την έκφραση αυτή). Απευθύνεται σε μας ως προς ίσους Του …
Το «εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού»2, το κατανοώ ως εξής: Κάθε άνθρωπος, που με τον ένα ή τον άλλον τρόπο μας εμποδίζει να ακολουθήσουμε τον Θεό, είναι εχθρός μας κατά το μέτρο που μας παρεμποδίζει. Αναμφισβήτητα όμως η πιο δύσκολη κατάσταση παρουσιάζεται κυρίως με τους πλέον οικείους, γιατί αυτοί μας αγαπούν και η ζωή τους συνδέεται με τη δική μας με χίλιους κόμπους. Παρόλα όμως αυτά πιστεύω στη νίκη του Χριστού, δηλαδή στην τελική Του νίκη.
Υμέτερος Σωφρόνιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου