Επιστρέφοντας στην Αθήνα ως διπλωμάτης
πλέον ο Μπάλφουρ ανανέωσε την αλληλογραφία του με τον πατέρα Σωφρόνιο. Το
θρησκευτικό του ενδιαφέρον αφύπνισε ο τραγικός θάνατος του αδελφού του, που χάθηκε
στο Χόγκ‐Κόνγκ, στους θαλάμους βασανιστηρίων ενός ιαπωνικού στρατοπέδου
συγκεντρώσεως αιχμαλώτων πολέμου. Η συναίσθηση της παροδικότητος των επιγείων
και της τραγωδίας της ανθρώπινης ύπαρξης είχε ως αποτέλεσμα να αναζωπυρωθεί μέσα του η φλόγα της πίστεως που κάποτε έσβησε
– αν και εσωτερικά βρισκόταν ακόμη πολύ μακριά από τον πατέρα Σωφρόνιο. Μετά
τον πόλεμο ο Μπάλφουρ επέστρεψε, όπως φαίνεται, στους «συνήθεις ρυθμούς» της
κοσμικής ζωής: διπλωματική εργασία, γάμος, οικογένεια. Λόγω των καθηκόντων του
συνέβαινε πολλές φορές να ταξιδεύει από τη μια χώρα στην άλλη και να ζήσει σε
διάφορες πόλεις: Τέλ‐Αβίβ, Σμύρνη, Γένοβα, Γενεύη και άλλες.
Επιστροφή
Κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου
ο π. Σωφρόνιος δεν διέκοψε την αλληλογραφία του με τον Μπάλφουρ. Στις αρχές της
δεκαετίας του ’50 ο π. Σωφρόνιος, προβλέποντας την εσωτερική αλλαγή του φίλου
του στο απώτερο μέλλον, είπε:
«Γράφεις: “Τόσο μακριά είναι από μένα
όλα αυτά τώρα … δεν γνωρίζω αν μπορείς να εννοήσεις, πόσο απομακρύνθηκα από όλους
σας”. Ταυτόχρονα όμως προσθέτεις: “ωστόσο όμως σας θυμάμαι με την αγάπη και την
ευγνωμοσύνη παλαιών φίλων και θα ήθελα να διατηρήσω επικοινωνία [//29] μαζί τους”. Εγώ αδιάκριτα
σκέφτομαι ότι με κανένα τρόπο δεν θα μπορέσεις να ξεχάσεις εντελώς την εν Χριστώ
αγάπη μας. Ψυχολογικά επήλθε μετατόπιση του κέντρου του εσωτερικού σου κόσμου.
Τόσο η δύναμη των νέων εντυπώσεων, όσο και η ισχυρή επίδραση όλων όσοι σε περιβάλλουν
τώρα, θα χάσουν με την πάροδο του χρόνου την έντασή τους, και τότε θα δεις ότι
δεν είμαστε μακριά από σένα, ότι υπάρχει για μας τόπος στην καρδιά σου, όπως υπάρχει
τόπος για σένα και στη δική μας καρδιά. Εγώ σου έχω ήδη πει, και ίσως είναι
περιττό να το επαναλάβω, ότι δεν θα σε ξεχάσω. Εντούτοις δεν τολμώ να εκφρασθώ έτσι,
γιατί είμαι άνθρωπος. “Ουκ επιλήσομαί σου” αυτό είναι Θεού λόγος»19. Αυτά τα λόγια δεν ήταν καθόλου μάταια. Ο γέροντας Σωφρόνιος έμεινε πιστός
στον Μπάλφουρ ως το τέλος της ζωής του.
… στη Γενεύη σημειώθηκε η τελευταία μεταστροφή στην
εσωτερική ζωή του Μπάλφουρ. Αυτό συνέβη το 1962. Μια νύχτα ξύπνησε την οικογένειά του, και
19 Επιστολή (24 Δεκεμβρίου 1950).
νιώθοντας ασυνήθιστη ταραχή, αναφώνησε πανηγυρικά:
«Πιστεύω εκ νέου»! Παραμένει μυστήριο, τι έζησε τότε. Αλλά από εκείνη τη στιγμή
αναζητούσε επίμονα την ενσωμάτωσή του στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Πάνω από όλα διψούσε
να κοινωνήσει τα άχραντα μυστήρια του Σώματος και του Αίματος του Λυτρωτή. Χωρίς
αναβολή κατευθύνθηκε στον γέροντα Σωφρόνιο, τον παλαιό και πιστό εν Χριστώ φίλο
του, ηγούμενο ήδη τον καιρό εκείνο της Μονής του Τιμίου Προδρόμου στην Κομητεία
του Έσσεξ της Αγγλίας. Η συγκινητική συνάντησή τους κατέληξε σε βαθειά [//30] εξομολόγηση μετανοίας του
Μπάλφουρ για όλα τα χρόνια της πνευματικής αποξενώσεώς του, που έζησε μακριά από
την Εκκλησία. Μετά το γεγονός αυτό ο Μπάλφουρ απευθύνθηκε στον Μητροπολίτη Νικόλαο,
έξαρχο Δυτικής Ευρώπης, με το αίτημα να τον δεχθεί πίσω στους κόλπους της
Εκκλησίας ως λαϊκό. Από εκείνη τη στιγμή και ως το τέλος της ζωής του ο Μπάλφουρ
φρόντιζε με κάθε επιμέλεια την πίστη του στην Ορθοδοξία, μεταλαμβάνοντας συχνά
των αγίων του Χριστού μυστηρίων. Πολλοί θυμούνται τα καυτά δάκρυα μετανοίας,
που έχυνε στη θεία Λειτουργία. Από τότε ανανεώθηκε και η πνευματική επαφή του
με τον γέροντα Σωφρόνιο. Η πνευματική καθοδήγηση δεν γινόταν πλέον δι’
αλληλογραφίας, αλλά προφορικά κατά τη διάρκεια τακτικών συναντήσεων. Γι’ αυτό
ακριβώς στις επιστολές της περιόδου αυτής τα πνευματικά θέματα σχεδόν δεν θίγονται.
Με το θάνατό του, που σημειώθηκε την
11η Οκτωβρίου 1989 μετά από παρατεταμένη ασθένεια,
τερματίσθηκε η δύσκολη ζωή του περιπετειώδους
αυτού ανθρώπου. Λίγο πριν πεθάνει, είχε πει: «Εγώ, σαν ασύνετο γαϊδουράκι,
σκέφτηκα να τρέξω πίσω από δύο ισχυρά άλογα, τον γέρονταν Σιλουανό και τον πατέρα Σωφρόνιο».
Πολλοί πιστεύουν ότι ο Μπάλφουρ έζησε χρησιμοποιώντας υποκριτικά την Ορθοδοξία. Και η άποψη αυτή ίσως
στηρίζεται στις παλινωδίες του, όπως και σε ορισμένες συγκυρίες της περιπετειώδους
ζωής του. Τα κείμενα όμως που διαθέτουμε δεν οδηγούν σε τέτοια συμπεράσματα.
«Η Βασιλεία των ουρανών βιάζεται,
και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν»20. Τέτοια είναι η οδός που χάραξε
ο Κύριος για όλους εκείνους που τολμούν να ακολουθήσουν τα ίχνη Του. Όλη η ζωή
του Γέροντος Σωφρονίου ήταν αδιάκοπος αγώνας για την απόκτηση της Βασιλείας σύμφωνα
με την εντολή του Χριστού. Ο αγώνας αυτός για Θεογνωσία αντικατοπτρίζεται εν μέρει
στις επιστολές του προς τον Μπάλφουρ. Γράφτηκαν
κατά τους χρόνους της παραμονής του στον Άθω, όταν όλο του το είναι ήταν
συγκεντρωμένο στην εσωτερική πάλη για τη σύλληψη του Θείου Προτύπου. Οι επιστολές
που εκδίδονται στο βιβλίο αυτό αποτελούν πολύτιμη και ζωντανή μαρτυρία, που
υποδεικνύει τις αρχές της θεολογίας του Γέροντος Σωφρονίου.
Η πνευματική επικοινωνία του Γέροντα
με τον άγιο Σιλουανό αναμφίβολα επέδρασε καθοριστικά στη θεολογική μορφή των
επιστολών αυτών. Η αλληλογραφία με τον Μπάλφουρ χύνει κάποιο φως στα πρώτα χρόνια
της γνωριμίας του Γέροντος Σωφρονίου με τον άγιο Σιλουανό, που άρχισε το 1930. όταν
ο Γέροντας Σωφρόνιος ετοίμαζε την έκδοση του βιβλίου του «Ο άγιος Σιλουανός ο
Αθωνίτης» (Παρίσι 1948), χρησιμοποίησε τις επιστολές αυτές ως ζωντανή υπόμνηση,
που αποτύπωνε την πνευματική μορφή του αγίου Σιλουανού: «Εκεί πολλά γράφτηκαν κάτω
από την άμεση επίδραση του Γέροντος», γράφει ο πατήρ Σωφρόνιος, «και ως εκ τούτου
θα μπορούσαν να αποκαταστήσουν στη μνήμη μου με μεγάλη ακρίβεια μερικά πράγματα
γι’ αυτόν»21. Ο άγιος Σιλουανός άνοιξε γι’ αυτόν νέους [//32] ορίζοντες στην πνευματική
ζωή. Ο πατήρ Σωφρόνιος έγραφε αργότερα: «Αυτό συνέβαινε τις ημέρες εκείνες, όταν
δεν εύρισκα τα κατάλληλα λόγια, για να εκφράσω στον Θεό την ευγνωμοσύνη μου για
τη συνάντησή μου με τον Γέροντα Σιλουανό. Εκείνη την περίοδο βρισκόμουν ολόκληρος
κάτω από το «σημείο» (για να μην χρησιμοποιήσω ακατάλληλη για την παρούσα περίπτωση
έκφραση: κάτω από την εντύπωση) εκείνου του Φωτός της Μεταμορφώσεως, μέσα στο
οποίο ο Θεός μου φανέρωσε τον Γέροντα. Μετά από επτά χρόνια βαθύτατης “απορίας”
…, στην οποία βρισκόμουν πριν από αυτή τη συνάντηση, μου δόθηκε μέσα από το πρόσωπο
του Γέροντος αυθεντική αποκάλυψη και βεβαίωση»22.
20 Ματθ. 11, 12.
21 Επιστολή
(24 Δεκεμβρίου 1950). Στην Επιστολή αυτή ο π. Σωφρόνιος εξέφρασε το αίτημά
του στον Δ. Μπάλφουρ, να του δώσει να διαβάσει τα γράμματά του, αλλά μόνο για σύντομο
διάστημα, εφόσον γνώριζε ότι για τον Μπάλφουρ θα στοίχιζε πολύ να χωρισθεί από
αυτά, έστω και λίγες ημέρες: τα κουβαλούσε μαζί του, ως ατίμητη κληρονομιά,
παντού και πάντοτε.
22 Επιστολή (31 Οκτωβρίου 1941).
Θεολογία που γεννιέται από τη μετάνοια
Στη ζωή του ίδιου του Γέροντος
Σωφρονίου οι χρόνοι αυτοί ήταν περίοδος μεγάλου πένθους για τον εαυτό του. Αργότερα
θυμόταν πως στη Μονή του αγίου Παντελεήμονος συνέβαινε κάποτε να διαβάζει
μεγαλοφώνως το Ψαλτήρι, όσο οι μοναχοί εργάζονταν χειρονακτικά. «Άρχιζα τον
Ψαλμό, και αισθανόμουν ανίκανος να συνεχίσω – η χάρη “με έπνιγε”· ο θρήνος συσσωρευόταν
στο λαιμό και ύστερα ξεσπούσε».
Με όλη του την ύπαρξη ήταν βυθισμένος
στον επώδυνο εκείνον άδη της μετανοίας, μέσω του οποίου επισκιάζει τον [//33] άνθρωπο η χάρη του Αγίου
Πνεύματος και τον ανυψώνει στη σφαίρα της Θείας Ζωής. Σε κατάσταση τέτοιας χάριτος
ο άνθρωπος, αναγεννημένος μέσα στην κάμινο της μετανοίας, ζει με όλο του το είναι
την πραγματικότητα του Θείου κόσμου και την κατοπτεύει ως κάτι το οφθαλμοφανές. Με τη χάρη αυτή γεμίζει ο κάθε
λόγος του, η κάθε κίνηση της ψυχής και της καρδιάς του. Όλες οι εκδηλώσεις του
στην καθημερινή ζωή φέρουν τη σφραγίδα της καθαρής θεωρίας της Αλήθειας.
Οι επιστολές αυτές φανερώνουν με τον καλύτερο τρόπο πώς μια τέτοια
«κατάσταση» μεταβάλλεται σε «θεολογία». Η «θεολογία
ως κατάσταση» δεν είναι φιλοσοφική γνώση, ούτε ακόμη το περιεχόμενο προσευχής,
αλλά ζώσα είσοδος στη Θεία αιωνιότητα. Και μια τέτοια «θεολογία», ως αντανάκλαση
της καταστάσεως της καθαρής απάθειας, γίνεται η ίδια καθαρή και αυθεντική με τη
βαθύτερη σημασία των λέξεων αυτών.
Όταν ο άνθρωπος ανυψωθεί ως τη θεωρία
της Αλήθειας, γίνεται ικανός να διακρίνει εύκολα όλα όσα δεν είναι «αλήθεια».
Υπό την έννοια αυτή ο Γέροντας Σωφρόνιος έγινε πολύτιμος πνευματικός χειραγωγός
για τον καταπονημένο από αμφιβολίες Μπάλφουρ, στον οποίο παρέμεναν άλυτα πολλά
ερωτήματα δογματικής τάξεως σχετικά με την ορθόδοξη πίστη. Από τις απαντήσεις
του έδωσε συμπεραίνεται, πόσο βαθιά γνώριζε ο Γέροντας Σωφρόνιος την παράδοση
των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας. Τα κείμενα των Πατέρων εναρμονίζονται πλήρως
με την πείρα του. Για το λόγο αυτόν μνημονεύει κατ’ επανάληψη τα έργα των οσίων Ιωάννου της Κλίμακος, Αββά
Δωροθέου, Ισαάκ του Σύρου και πολλών άλλων. Χάρη σε μια λεπτότατη πνευματική
διαίσθηση, που διέθετε ο Γέροντος Σωφρόνιος, κατάφερε, όσο κανένας άλλος, να
εκφέρει λόγο πειστικό ακόμη και για τέτοιον υψηλά μορφωμένο θεολόγο, [//34] όπως ήταν ο Μπάλφουρ. Ωστόσο
η μυστική δύναμη των επιστολών αυτών δεν έγκειται στη λογική δομή τους ή την ευρυμάθεια
που έκρυβαν. Όχι, ο Μπάλφουρ διαισθάνθηκε ότι, παρά την τέλεια γνώση των
αγιοπατερικών έργων που κατείχε ο Γέροντας Σωφρόνιος, οι λόγοι του δεν ήταν απόρροια
αφηρημένης σκέψης, αλλά άνωθεν πείρας, και
ότι παρουσιάζουν αλήθειες, ως γεγονότα γνωστά και αναμφισβήτητα. Οι
επιστολές του Γέροντα, ως καθαρά προσωπικές εξομολογήσεις, αποτυπώνουν την
πραγματική πείρα και την αληθινή γνώση, και ως εκ τούτου φέρουν θετικό χαρακτήρα
μαρτυρίας για γεγονότα του πνευματικού είναι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου