Η αποφυγή της πρωτοβουλίας. Από την αποκοπή
του θελήματος στην καθαρότητα του νου και την αφομοίωση των εντολών του Θεού.
Σκοπός η Θεογνωσία και όχι η ηθική.
Η καθοδήγηση μέσα από τα αγιοπατερικά βιβλία και την υπακοή σε όλους.
Φθινόπωρο 1932 1
[…] Η αγαθή διάθεση της ψυχής σας, η επιθυμία να παίρνετε
τη θέση του τελευταίου αρχάριου υποτακτικού που υπηρετεί τους γηραιότερους πατέρες
και αδελφούς, δεν είναι
απολύτως ορθά στην
περίπτωσή σας. Ορθά
σημειώνετε:
«Εάν βλέπετε όμως κίνδυνο ή σφάλμα στην υπερβολικά ακραία τάση να
ταπεινώνομαι μπροστά τους και να τους υπηρετώ, τότε γράψτε μου». Υποβάλατε το
ερώτημα αυτό στον Γέροντα Σιλουανό, αλλά επιτρέψατε και σε μένα να διαβάσω το
γράμμα σας. Μου φαίνεται όμως ότι εκείνος δεν σας έγραψε τίποτε· εγώ όμως κατά
την αφροσύνη μου θέλησα να σας πω ό,τι σκέφτομαι γι’ αυτό:
Πίσω από την καλή σας φαινομενικά διάθεση ελλοχεύει πράγματι
και κίνδυνος και σφάλμα. Αντί να μάθετε «την ταπείνωση, τη διακονία και την
υπακοή», εσείς μαθαίνετε τα αντίθετα. Και μην απορείτε γι’ αυτό που σας λέω. Να
[//319] ποια είναι η απλανής οδός για
την εκμάθηση των αρετών που αναφέραμε πιο πάνω:
Μη ζητάτε εσείς ο ίδιος ούτε δόξα ούτε ατιμία ούτε
εξουσία να κυβερνάτε ούτε εξουδένωση από αυθαίρετη διακονία. Όχι μόνο να μη ζητάτε
προνόμια απέναντί τους, αλλά και από όλα όσα ήδη έχετε, να έχετε την ετοιμότητα
στην καρδιά σας να παραιτηθείτε με χαρά και να υποταχθείτε, αλλά μόνο σε εκείνα
και στο βαθμό εκείνον και με τον τρόπο που αυτοί θέλουν. Μην αναλαμβάνετε ο ίδιος
πρωτοβουλία. Όποια θέση σας προτείνουν εκείνοι, αυτήν να παίρνετε. Την τελευταία,
τη μεσαία ή την πρώτη. Ό,τι και αν σας ζητήσουν ή σας προστάξουν, να το κάνετε.
Να μην επιδιώκετε τίποτε ο ίδιος, αλλά ούτε και να αντιστέκεστε.
Αν λοιπόν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης σας τοποθετήσει
επικεφαλής, μην αντισταθείτε. Το περισσότερο που επιτρέπεται σε τέτοια περίπτωση
είναι να πείτε περίπου τα εξής: «Δέσποτα άγιε, η ευλογία και το θέλημά σας είναι
για
1 Η χειρόγραφη αυτή Επιστολή
δεν φέρει ημερομηνία και οι πρώτες σελίδες έχουν χαθεί. Την πρόθεσή του να γράψει
με περισσότερες λεπτομέρειες για την υπακοή αναφέρει στην Επιστολή 11 προς τον
Δ. Μπάλφουρ (3/16 Δεκεμβρίου 1932). Βλ. σσ. 154‐182 (κυρίως σσ. 175‐176).
μένα ευλογία και θέλημα Θεού και δεν τολμώ καθόλου να αντισταθώ.
Συναισθανόμενος όμως πλήρως την ασθένεια και την απειρία μου, οφείλω να σας πω
προηγουμένως ότι η υπακοή που θέλετε να μου αναθέσετε υπερβαίνει τις δυνάμεις
μου».
Σε άλλες περιπτώσεις, όταν δηλαδή σας αναθέτουν έργο
που είναι μέσα στα όρια των δυνάμεών σας, βάζοντας μετάνοια να λέτε, «ευλογείτε».
Και αυτό είναι όλο. Μη λέτε, «δεν είμαι άξιος» ή κάτι άλλο, μην αρνείσθε, έστω
και αν δεν σας αρέσει, ούτε να χαίρεσθε υπερβολικά, αν σας ευχαριστεί.
Σε όλες τις περιπτώσεις να προσπαθείτε να αποφεύγετε μόνο
την απροθυμία, αλλά με χαρά και απλότητα και ετοιμότητα να εκπληρώνετε κατά το
μέτρο των δυνάμεών σας κάθε αίτημα και διακόνημα που σας αναθέτουν. Εάν ενεργείτε
έτσι, τότε θα είστε ευάρεστος και στον Θεό και στους ανθρώπους, και θα γνωρίσετε
την αληθινή ταπείνωση [//320] και
πραότητα, που έγκειται στο να μην καταρρέουμε στην εξουδένωση και να μην
υπερηφανευόμαστε στον έπαινο2. Η οδός που σας υποδεικνύεται είναι υψηλή, είναι η τέλεια οδός. Το
να αναζητήσετε περισσότερο από αυτό, δηλαδή να επιδιώξετε την εξουδένωση, δεν
συμφωνεί με το μέτρο σας. Και βέβαια η υπερβολή έχει πάντοτε άλλες συνέπειες.
(Συγχωρείστε με που σας μίλησα με ειλικρίνεια).
Είναι καθήκον σας να διδαχθείτε την υπακοή, να αποκόψετε
το θέλημά σας. Το νόημα εδώ είναι το εξής: Χωρίς να προσκολλάσθε με την ψυχή
σας σε οτιδήποτε, χωρίς να επινοείτε με εμπάθεια οτιδήποτε, θα είστε πάντοτε
μακάριος διατηρώντας την ψυχή και το νου ελεύθερα για τη μνήμη του Θεού και την
προσευχή. Όταν σας λένε κάνε αυτό και με αυτόν τον τρόπο, σας απαλλάσσουν από
την ανάγκη να σκεφθείτε τί και πώς να το κάνετε. Και αυτό, δηλαδή το να διατηρούμε
το νου μας ελεύθερο από διαλογισμούς για τα πράγματα αυτού του κόσμου, είναι το
πιο απαραίτητο. Για την καθαρά προσευχή είναι αναγκαίο να διατηρούμε το νου
καθαρό από διαλογισμούς για όλα τα υλικά και τα επίγεια, και την καρδιά ελεύθερη από προσκολλήσεις.
Το δεύτερο, στο οποίο οπωσδήποτε πρέπει να στραφούμε
κατά την υπακοή, είναι η συνήθεια να
αποκόπτουμε το σαρκικό θέλημα. Η άσκηση αυτή είναι απαραίτητη, για να μπορέσουμε
να εκπληρώσουμε τις εντολές του Θεού, μια που το θέλημα (ή το φρόνημα) αυτό
εναντιώνεται πάντοτε στο θέλημα του Θεού που εκφράζεται με τις εντολές.
Σκοπός της ασκήσεως είναι η εκπλήρωση του θελήματος
του Θεού. Στόχος μας, η αιώνια ζωή, η γνώση του Θεού3 [//321] και όχι
η ηθική βελτίωση. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει
ότι δεν πρέπει να βελτιωθούμε ηθικά. Αλλά αναμφίβολα η πρώτη και
μεγαλύτερη εντολή είναι
να αγαπήσουμε τον
Θεό4. Όταν
2 Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 8,3, PG
88,828CD. «Πραότης εστίν, ακίνητος ψυχής κατάστασις, εν ατιμίαις και ευφημίαις
ωσαύτως έχουσα».
3 Βλ. Ιωάν. 7,13.
4 Βλ. Ματθ. 22,37.
απομακρυνόμαστε
από τη μνήμη του Θεού, όταν λησμονούμε τον Θεό, τότε αμαρτάνουμε ενάντια στην
εντολή αυτή.
[…] Υπάρχει ωστόσο και μία τρίτη άποψη. Ο Θεός δεν κρίνει
δύο φορές. Εάν κάνετε κάποιο έργο χάρη της υπακοής με κάθε καλή συνείδηση, τότε
είστε ελεύθερος από απολογία ενώπιον του Θεού. Απολογείται αυτός που σας έδωσε
την εντολή, και έτσι η συνείδησή σας παραμένει συνεχώς ειρηνική.
Αν τώρα συγκατατεθείτε να δεχθείτε αυτό που ειπώθηκε
παραπάνω ως απαράβατη χειραγωγία, τότε σε πολύ σύντομο χρόνο θα παρουσιάσετε
μεγάλη πρόοδο στην πνευματική ζωή. Ακολουθώντας την οδό που σας υποδείχθηκε, θα
δείτε ότι δεν θα έχετε πια την ανάγκη του γέροντα. Εσείς ο ίδιος τρόπον τινά θα
καταστήσετε γέροντα τον Επίσκοπο και τους αδελφούς σας.
Να γιατί χρειάζεται
ο γέροντας:
α. Για να αποκόψει στον υποτακτικό μαθητή του κάθε εκδήλωση
προσωπικού, αμαρτωλού (σαρκικού) θελήματος, κατευθύνοντάς το κατά το θέλημα του
Θεού.
β. Για να οδηγήσει με τη χειραγώγηση, δηλαδή με τις
οδηγίες του, τον μαθητή από τις κατώτερες βαθμίδες στις υψηλότερες. Να τον εισάγει
στην άσκηση που αντιστοιχεί στην πνευματική ηλικία και τις δυνάμεις του.
Το πρώτο θα το πετύχετε με την αποκοπή του θελήματός
σας μπροστά στον Επίσκοπο και τους άλλους αδελφούς της Μονής.
Το δεύτερο με την ανάγνωση των αγιοπατερικών, ασκητικών
[//322] έργων (των οσίων Ιωάννου της Κλίμακος,
Δωροθέου, Βαρσανουφίου και Ιωάννου κ.ά., που ήδη έχετε).
Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να αντικαταστήσει τελείως
τον γέροντα, τον ιδανικό, τον τέλειο, τον οποίο ωστόσο δεν είναι πάντοτε εύκολο
να βρίσκει κάποιος σε όλες τις περιστάσεις.
Επί πλέον οι σύγχρονοι υποτακτικοί –όντας ιδιόρρυθμοι,
με μεγάλη πρωτοβουλία, έξυπνοι, ανυπόμονοι, που δεν ταπεινώνονται εύκολα και
νομίζουν ότι γνωρίζουν τα πάντα– δεν είναι σε θέση να ζήσουν υπό την καθοδήγηση
γέροντος της εποχής μας.
Επίσης βοηθά πολύ η συναναστροφή με ομόψυχους‐ομόφρονες
ανθρώπους, που αναζητούν τη σωτηρία. Ωστόσο, όταν συσσωρεύονται παρεξηγήσεις
και τέτοιες δυσκολίες, που οδηγούν τον άνθρωπο σε πλήρες αδιέξοδο, τότε (αν σύμφωνα
με τη διάθεση του γέροντα και την προετοιμασία του ίδιου φανεί ικανός) ο Κύριος
θα του στείλει τέτοιον άνθρωπο (γέροντα) ή συνομιλητή, που θα τον βοηθήσει και
θα του ανοίξει δρόμο.
Έτσι σας παρουσίασα με αναλυτικό τρόπο εκείνο, για το
οποίο σας έγραψα συνοπτικά στην αρχή ακολουθώντας την προτροπή του Γέροντος
πατρός Σιλουανού.
Σας συνιστώ να δεχθείτε ως απαρέγκλιτη χειραγωγία την
οδό και την πνευματική εργασία που σας υποδείχθηκαν. Αυτό θα σας απαλλάξει από
ενδοιασμούς και αναζητήσεις απαντήσεων μέσα από τα έργα των αγίων Πατέρων. Θα φέρει
στη ζωή σας ηρεμία, σταθερότητα, βεβαιότητα. Θα αποτελέσει ασάλευτο θεμέλιο όλης
της περαιτέρω ζωής σας. Να σκέπτεστε με
αυτό τον τρόπο: «Αν με μισήσουν ή και αν ακόμη μου κόψουν το κεφάλι
για όσα κάνω, δεν θα μπορέσω με κανέναν τρόπο να κάνω διαφορετικά – αυτό μου υπέδειξε
ο Γέροντας Σιλουανός, και εγώ είμαι άμεμπτος ενώπιον του Θεού για την υπακοή
μου προς αυτόν».
[//323] Αν σας αγαπούν και σας επαινούν,
να λέτε ότι αυτό οφείλεται στις προσευχές του Γέροντος Σιλουανού: «Αυτό μου δίδαξε
και η αξία μου δεν είναι μεγάλη. Έτσι οφείλω να κάνω και δεν μπορώ διαφορετικά».
Με αυτόν τον τρόπο θα λυτρωθείτε από τη μικροψυχία και την υπερηφάνεια.
Μπορείτε όλα αυτά να τα διαβάσετε ή να τα διηγηθείτε
στον Επίσκοπο, σε άλλους όμως (στον πατέρα Στέφανο και τους άλλους) με κανέναν
τρόπο. Να το αποκρύψετε από αυτούς ως μυστικό, αλλιώς ο εχθρός θα καταστρέψει
τα πάντα.
Αν τώρα κατανοείτε αυτό που σας διδάσκει ο π. Σιλουανός,
θα έχετε μεγάλη ωφέλεια και εγώ θα χαίρομαι για σας. Τί είναι λοιπόν αυτό που
πρέπει ουσιαστικά να κατανοήσετε; Να τί είναι: να είστε υπάκουος, να κόβετε το
θέλημά σας μπροστά στους άλλους, που σημαίνει να αναθέσετε το φορτίο και τη
φροντίδα σας σε άλλον, να λειτουργείτε τρόπον τινά ως παράσιτο, να απαλλαγείτε
πνευματικά από την άχαρη εργασία της ενασχολήσεως με τα πράγματα του κόσμου
αυτού. Σας προσφέρεται η πλήρης ελευθερία να ασχοληθείτε με τη αδιάκοπη μνήμη
του Θεού και την προσευχή «χωρίς οργής και διαλογισμών»5, γιατί, αν το έργο γίνεται με
υπακοή και χωρίς εμπάθεια, δεν διαταράσσει την ψυχική ειρήνη, αλλά την εδραιώνει.
Και αν το διακόνημα είναι πολύ απλό (σκάψιμο, κόψιμο ξύλων, μαγείρευμα κ.ο.κ.),
δεν παρεμποδίζει την άσκηση της προσευχής ακόμη και κατά τη διάρκειά του. Να
γιατί οι γνήσιοι μοναχοί προτιμούν την απλή εργασία.
Στη δική σας περίπτωση μπορούν ακόμη να παρουσιασθούν
μερικές ιδιαιτερότητες, που δεν αντιμετωπίζονται με όσα ειπώθηκαν. Αλλά αυτό θα
καταστεί φανερό αργότερα. Προς το παρόν ας σκεπτόμαστε και ας ενεργούμε με τον
τρόπο που προαναφέρθηκε […].
5 Α’ Τιμ. 2,8.
Η αδιόρατη ενέργεια της χάριτος. Η τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Το
σκληρό στρώμα. Η διαφορά μεταξύ «ψυχικού» και «σαρκικού».
Άθως, 3/16 Δεκεμβρίου 19321
[…] Σκέφτομαι ότι τώρα δεν υπάρχει καμιά ανάγκη για να
σας υποδεικνύω τις στιγμές, κατά τις οποίες
η χάρη του Θεού ήταν μαζί σας. Σπουδαιότερο για σας είναι να στρέψετε αλλού την
προσοχή σας. Το δικό μου λάθος και το δικό σας έγκειται στο ότι είναι προτιμότερο
για μας να ξεχνάμε τη χάρη και να μην παρακολουθούμε τόσο προσεκτικά τις κινήσεις
της. Επειδή δεν μπορείτε ακόμη να ταπεινωθείτε στο βαθμό που πρέπει, ο Κύριος
δεν σας την δίνει αισθητά. Εγώ, όπως θα θυμάστε, σας έγραψα σε ένα από τα πρώτα
μου γράμματα, να μην παρατηρείτε πότε έρχεται και πότε φεύγει, γιατί σύμφωνα με
το λόγο του Κυρίου η Βασιλεία του Θεού δεν έρχεται «μετά παρατηρήσεως»2. Καλύτερα να θεωρείτε
τον εαυτό σας ανάξιο της χάριτος.
Σε ό,τι αφορά τους λόγους του αγίου Μακαρίου του
Αιγυπτίου (που αναφέρετε στο γράμμα σας): «Προσέχοντας νηφάλια με το νου, να
περιμένεις πότε ο Θεός θα έλθει και θα επισκεφθεί την ψυχή»3 … Αυτό δεν το εφαρμόζετε
[//325] στον εαυτό σας με αυτά που κάνετε.
Θα τολμήσω όμως να σας προτείνω να εφαρμόζετε τα λόγια αυτά στον εαυτό σας μέσα
στα εξής όρια: Όταν σας προσβάλλει διεστραμμένος λογισμός ή πάθος, τότε οφείλετε
να προσευχηθείτε στον Θεό, περιμένοντας τη βοήθειά Του στην πάλη ή την απαλλαγή
από το λογισμό και τα όμοιά του. Όταν έλθει η βοήθεια ή η απελευθέρωση, τότε
δεν περιμένουμε πια τίποτε περισσότερο και γενικότερα τίποτε ιδιαίτερο. Μην
περιμένετε «τίποτε το ιδιαίτερο». Μόνο να φωνάζετε στον Θεό, άλλοτε με ψυχική
κραυγή, άλλοτε με νοερή σιγή, μένοντας προσκολλημένος στον Θεό. Αυτό είναι το
καθήκον μας σύμφωνα με την εντολή: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε»4.
[…] Σχετικά με την τέλεση της Θείας Λειτουργίας νομίζω
πως δεν σας χρειάζεται προς το παρόν η ένταση να λειτουργείτε περισσότερο συχνά,
από όσο μέχρι τώρα λειτουργούσατε. Επειδή είναι τόσο δυσμενείς οι όροι, δεν πρέπει
να προσπαθείτε να υπερβείτε τις δυσχέρειες και τα εμπόδια, αφού έχετε περισσότερο
ανάγκη να συγκεντρωθείτε ψυχικά και νοερά στην εσωτερική ζωή. Η καθημερινή ή
συχνή τέλεση της Λειτουργίας τώρα, θα αποσπάσει την προσοχή σας. Με λίγα λόγια
είναι καλό και αρκετό για σας προς το παρόν να λειτουργείτε μια‐δυο φορές την εβδομάδα.
1 Συνέχεια της
Επιστολής 11 του Γέροντος Σωφρονίου
προς τον Δ. Μπάλφουρ (3/16
Δεκεμβρίου 1932). Βλ. σσ. 154‐182.
2 Λουκ. 17,20.
3 Βλ. Μακαρίου Αιγυπτίου, Ομιλίαι Πνευματικαί 33,α, PG 34,741B.
4 Α’ Θεσ. 5,17.
Το σκληρό στρώμα σας χρειάζεται, ώστε, όταν ξαπλώνετε,
να μη χαλαρώνει το σώμα και να μη βιώνει ευχάριστα αισθήματα, γιατί τα αισθήματα
αυτά για τη θεοφοβούμενη ψυχή μοιάζουν με μοιχεία. Εύκολα μάλιστα μπορούν να
προκαλέσουν ακόμη και αμαρτωλές κινήσεις στο σώμα.
Δεν μου άρεσε πολύ, όταν διάβασα πώς περιγράφετε τις
επιτυχίες σας. Και αυτό, γιατί το αίσθημα της ικανοποιήσεως είναι για μας άκρως
επιζήμιο, περισσότερο από [//326] οποιοδήποτε
άλλο. Χαίρομαι όμως για σας· ωστόσο να είστε έτοιμος να αντιμετωπίσετε αργά ή
γρήγορα τους πειρασμούς. Διαβάστε στον αββά Βαρσανούφιο, εκεί που λέει: «Τόλμησες
να πεις ότι μειώθηκαν τα πάθη σου· να, γιατί εντάθηκε η πάλη σου». Είναι πάρα
πολύ καλό να διαβάζετε τις 24 προσευχές του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, πράγμα
που κάνετε.
Το «ψυχικό»
και «πνευματικό».
Οι όροι αυτοί απαντούν στα ασκητικά συγγράμματα αλλά
ακόμη και στην Αγία Γραφή5. Από την επιστολή του αποστόλου Ιακώβου φαίνεται ότι με τον όρο
«ψυχικός» εννοείται «ο γήινος, ο ανθρώπινος, ο μη θεϊκός». Και επί
πλέον επειδή δεν είναι θεϊκός, χαρακτηρίζεται ως δαιμονικός6. Γι’ αυτό και ο Κύριος
είπε στον Απόστολο Πέτρο: «Ύπαγε οπίσω μου, σατανά»7. Τον αποκάλεσε σατανά, γιατί
σκεφτόταν τα ανθρώπινα και όχι τα θεία. Από την επιστολή του Αποστόλου Παύλου8 είναι φανερό ότι με
τον όρο «ψυχικός» υποδηλώνεται πάλι το γήινο, το ανθρώπινο, που χαρακτηρίζει
την πεπτωκυία φύση του ανθρώπου· με τον όρο
δε
«πνευματικός» δηλώνεται
το χαρισματικό, που χορηγείται από το Άγιο Πνεύμα·
«την καινήν εν Χριστώ κτίσιν»9. Ο όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος
ονομάζει πνευματικό αυτόν που βλέπει με το Άγιο Πνεύμα10.
Ψυχικός άνθρωπος είναι εκείνος που ζει μέσα στα όρια
της πεπτωκυίας ανθρώπινης φύσεως· ενώ πνευματικός είναι [//327]
ο άνθρωπος που ανακαινίζεται εν Χριστώ με τη χάρη του
Αγίου Πνεύματος. Μπορούμε να θεωρήσουμε την κατάσταση αυτήν υπερφυσική και είναι
πράγματι στον απόλυτο βαθμό.
Ο σαρκικός άνθρωπος, αυτός που παραδόθηκε στα σαρκικά
πάθη και την αμαρτία, βρίσκεται σε παραφύση κατάσταση.
Είναι φυσικό για τον ψυχικό άνθρωπο να ελκύεται από
τις αρετές, τον Θεό, την αλήθεια (σε ορισμένο βαθμό). Ο ίδιος όμως με τις δυνάμεις
του, αν και έχει κατά φύση το δώρο της ελευθερίας από τον Θεό, δεν μπορεί να
υπερνικήσει την αμαρτία, να απελευθερωθεί από τη βία του διαβόλου.
5 Βλ. Ιακ. 3,15· Ιούδα 1 και 19· Α’ Κορ.
2,14‐15,44,46.
6 Βλ. Ιακ. 3,15.
7 Ματθ. 16,23.
8 Α’ Κορ. 2,10‐16.
9 Βλ. Γαλ. 6,15.
10 Βλ. Συμεών του Νέου Θεολόγου, Λόγος 14, ό.π., σ. 90.
Οι όροι αυτοί δεν αλλάζουν με τη διδασκαλία της Εκκλησίας
σχετικά με το δισύνθετο του ανθρώπου από ψυχή και σώμα ούτε έρχονται σε κάποια
αντίθεση με αυτήν. Έτσι, από την άποψη αυτήν, όπως και από πολλές άλλες, δεν υπάρχει
διαφορά διδασκαλίας ανάμεσα στην Ορθόδοξη και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Επιπλέον η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί
αίρεση τη διδασκαλία των Μακρακιστών σχετικά με το τρισύνθετο του ανθρώπου από
πνεύμα, ψυχή και σώμα …
Με τη βοήθεια του Θεού και τη φυσική λεπτότητα και ευγένεια
κατά τη συναναστροφή με τους ανθρώπους, ελπίζω ότι θα δώσετε την καλύτερη λύση στο πρόβλημα της συμπεριφοράς σας απέναντι σε
όσους σας περιβάλλουν. Ωστόσο μου φαίνεται καλό να διατηρείτε κάποια απόσταση
και να κλείνεσθε στον εαυτό σας. Για το σκοπό αυτόν είναι καλό να ενεργείτε ως
εξής: Για να μη θλίψετε τον αδελφό σύμφωνα με την εντολή, πρέπει να είστε πάντοτε
στην επαφή σας με τους ανθρώπους απλός και ευχάριστος. Ο ίδιος όμως να μη δίνετε
αφορμή για συζητήσεις και να μην ενθαρρύνετε τη συνομιλία. Σας ρωτούν κάτι;
Απαντήστε [//328] με καλή διάθεση. Δεν χρειάζεται
όμως να υποβάλλετε ο ίδιος ερωτήσεις, να αρχίζετε το διάλογο, να τον ενθαρρύνετε.
Δεν αρμόζει σε μας τους μοναχούς να το κάνουμε αυτό ούτε και με τους ευσεβείς
και αγίους στη ζωή ανθρώπους. Έχουμε το δικό μας δρόμο …
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου